Του Θόδωρου Τσίκα
Πολιτικού Επιστήμονα – Διεθνολόγου
1. Ο προσδιορισμός υφαλοκρηπίδας και ΑΟΖ προϋποθέτει συμφωνία μεταξύ των χωρών, των οποίων οι διεκδικήσεις σε θαλάσσιες ζώνες επικαλύπτονται σε κάποια περιοχή διεθνών υδάτων. Δεν νοείται μονομερής προσδιορισμός υφαλοκρηπίδας και ΑΟΖ. Όπου δεν υπάρχει συμφωνία μεταξύ των χωρών ή σχετική απόφαση διεθνούς δικαστικού ή δικαιοδοτικού οργάνου, δεν υπάρχει ΑΟΖ. Παραμένουν διεθνή ύδατα, με το καθεστώς που έχουν μέχρι εκείνη την στιγμή.
Είναι μύθος ότι πρώτα ανακηρύσσεται μονομερώς η ΑΟΖ και κατόπιν οριοθετείται διμερώς. Η δήλωση απόκτησης ΑΟΖ εκφράζεται μέσα από την συμφωνία καθορισμού περιοχής άσκησης δικαιωμάτων. Οι συμφωνίες πρέπει να υπάρχουν για να ασκηθεί το δικαίωμα. Μονομερής κατάθεση συντεταγμένων για ΑΟΖ από μία χώρα, είναι αντίθετη με το Δίκαιο της Θάλασσας.
Αλλά και όταν προσδιοριστεί υφαλοκρηπίδα και Αποκλειστική Οικονομική Ζώνη, τα ύδατα αυτά με τον βυθό τους παραμένουν διεθνή και δεν ανήκουν στην παράκτια χώρα. Η διαφορά είναι ότι με την συμφωνία, η παράκτια χώρα έχει πλέον μόνο η ίδια την δυνατότητα οικονομικής εκμετάλλευσης σε αυτά.
2. Σε κάθε διαπραγμάτευση, κάτι δίνεις και κάτι παίρνεις. Πάντα υπάρχει συμβιβασμός. Δεν μπορείς να καταλήξεις σε μια συζήτηση με τις αρχικές μαξιμαλιστικές θέσεις σου, διότι υπάρχουν και τα δικαιώματα των άλλων.
Εδώ και πολλά χρόνια η Ελλάδα δεν είχε κατορθώσει να συνάψει συμφωνίες με καμία από τις χώρες, με τις οποίες γειτονεύει θαλασσίως. Διότι επέμενε σε πλήρη επήρεια όλων ανεξαιρέτως των νησιών της, μικρών και μεγάλων, σε υφαλοκρηπίδα και ΑΟΖ. Ενώ υπάρχουν συμφωνίες μεταξύ κρατών αλλά και διεθνείς δικαστικές αποφάσεις, που περιορίζουν την «επήρεια» νησιών σε υφαλοκρηπίδα και ΑΟΖ. Έχουμε και ορισμένες, που δεν δίνουν καθόλου «επήρεια» σε πολύ μικρά νησιά.
Διότι σύμφωνα με το Δίκαιο της Θάλασσας, το μήκος των ακτών παίζει μεγάλο ρόλο στην χάραξη της γραμμής. Ειδικά αν τα νησιά είναι κοντά σε μεγάλες ηπειρωτικές ακτές, όπως της Τουρκίας, ή της Αφρικής (Αίγυπτος, Λιβύη), δεν μπορούν να ακυρώσουν τα δικαιώματα της απέναντι μεγάλης ακτής.
Αν είχε υπογραφεί συμφωνία για ΑΟΖ, στη βάση αμοιβαίων παραχωρήσεων, με Ιταλία, Αίγυπτο και Λιβύη, δεν θα είχε προκύψει το τουρκο-λιβυκό μνημόνιο. Η καθυστέρηση τόσων χρόνων, το μόνο που έφερε είναι επιδείνωση των συμφερόντων της πλευράς μας. Το ίδιο ακριβώς που συμβαίνει και στο Κυπριακό. Η πολιτική ατολμία μας έχει φέρει να διεκδικούμε, όσα πριν θεωρούσαμε “αυτονόητα”.
Η πρόσφατη συμφωνία με την Ιταλία για την ΑΟΖ επετεύχθη διότι η Ελλάδα επέδειξε ρεαλισμό και ευελιξία. Αποδέχτηκε ότι οι Οθωνοί, βορείως της Κέρκυρας, και οι Στροφάδες, νοτίως της Ζακύνθου, έχουν μειωμένη “επήρεια” στην Αποκλειστική Οικονομική Ζώνη.
Το πρόβλημα παραμένει με την Λιβύη, όσον αφορά την περίπτωση της Γαύδου, της οποίας την πλήρη «επήρεια» η Λιβύη αρνείται. Αυτό υπάρχει εδώ και πολλά χρόνια, επί καθεστώτος Καντάφι ήδη, και όχι μόνο με την σημερινή, διεθνώς αναγνωρισμένη κυβέρνηση Σάρατζ.
Είναι το ίδιο θέμα που εμποδίζει και αντίστοιχη συμφωνία και με την Τουρκία, με αιχμή την επήρεια του Καστελόριζου. Ενώ το Καστελόριζο έχει αναμφισβήτητα υφαλοκρηπίδα και ΑΟΖ, δεν θα έχει 100% επήρεια. Δεν μπορεί να έχει ΑΟΖ 4.000 φορές μεγαλύτερη από την έκταση του και να «εμποδίσει» την έξοδο της Τουρκίας στα διεθνή ύδατα, όσον αφορά ΑΟΖ και υφαλοκρηπίδα.
Μια μελλοντική ελληνική ΑΟΖ δεν θα “συνορεύει” με την κυπριακή ΑΟΖ. Ανάμεσα τους θα παρεμβάλλεται ένα τμήμα της τουρκικής ΑΟΖ. Όχι τόσο σε μέγεθος, όσο “δίνει” η παράνομη συμφωνία Τουρκίας-Λιβύης, αλλά θα υπάρχει.
3. Η συμφωνία με την Αίγυπτο είναι μερική, τοπική. Περιλαμβάνει μόνο την θαλάσσια περιοχή ανατολικά της Κρήτης μέχρι το μέσον της απόστασης από την Ρόδο. Αποφεύγει να οριοθετήσει την ΑΟΖ στην αμφισβητούμενη από την Τουρκία περιοχή, που έχει επήρεια από το Καστελόριζο. Είναι γνωστό ότι και η Αίγυπτος διαφωνεί με την επήρεια του Καστελόριζου σε υφαλοκρηπίδα και ΑΟΖ.
Με τα όσα γνωρίζουμε μέχρι στιγμής, στην συμφωνία με την Αίγυπτο η Κρήτη έχει μειωμένη επήρεια κατά λίγο, ακόμα πιο μικρή επήρεια έχουν Ρόδος, Κάρπαθος και Κάσος, ενώ η νησίδα Χρυσή -νοτίως του Λασιθίου- καμία επήρεια. Η συμφωνία αντικρούει τον ισχυρισμό της Τουρκίας ότι τα νησιά δεν έχουν καθόλου ΑΟΖ. Επίσης, βάζει στο προσκήνιο την διευθέτηση μέσω διαπραγματεύσεων και όχι μέσω ισχύος.
Το “τίμημα” είναι ότι, η Ελλάδα φαίνεται να εγκαταλείπει μαξιμαλιστικούς ενεργειακούς σχεδιασμούς για την Ανατολική Μεσόγειο. Εδώ και πολλά χρόνια, όσα λέγονταν σε Αθήνα και Λευκωσία για τις ΑΟΖ ήταν εκτός πραγματικότητας. Η αναδίπλωση ήταν αναπόφευκτη κάποια στιγμή.
Η ρεαλιστική αναπροσαρμογή της επίσημης θέσης της Ελλάδας έγινε διότι με το τουρκολιβυκό σύμφωνο, η Άγκυρα δημιουργούσε τετελεσμένα στην Ανατολική Μεσόγειο. Τα μόνα πλοία που κάνουν πλέον έρευνες στην περιοχή, είναι τα τουρκικά. Καμία από τις χώρες με τις οποίες προχωρούσε η ενεργειακή συνεργασία, ΗΠΑ, Αίγυπτος, Ισραήλ, δεν φάνηκε διατεθειμένη να δράσει στο πεδίο που βρίσκονταν τουρκικά πλοία.
Δέκα χρόνια μετά την έναρξη ερευνών, τα κοιτάσματα αερίου που έχουν βρεθεί, δεν είναι εντυπωσιακά, και σε καμιά περίπτωση δεν αξίζουν να μπει σε περιπέτειες κανείς. Και όπως ήδη τονίστηκε, το Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης γενικά δεν αναγνωρίζει στα νησιά ίση ΑΟΖ με την ενδοχώρα, ειδικά όταν γειτονεύουν με ενδοχώρα που έχει μακρά ακτογραμμή.
Η συμφωνία με την Αίγυπτο δεν ακυρώνει το τουρκολιβυκό σύμφωνο. Δεν θα μπορούσε άλλωστε. Ένα σύμφωνο ακυρώνεται είτε με απόφαση αυτών που το συνήψαν, είτε με απόφαση διεθνούς δικαστικού ή δικαιοδοτικού οργάνου. Σίγουρα όμως το αντιρροπεί πολιτικά και διπλωματικά.
Το τουρκο-λιβυκό σύμφωνο δεν θα μονοπωλεί πλέον το καθεστώς της περιοχής. Θα συνυπάρχουν δύο αντίρροπα σύμφωνα για το καθεστώς μιας συγκεκριμένης περιοχής διεθνών υδάτων της Ανατολικής Μεσογείου. Δημιουργείται μια νομική διαφορά. Ίσως κάποια στιγμή, οι πολιτικές συνθήκες επιτρέψουν την παραπομπή της σε δικαστική κρίση (στην Χάγη ή αλλού).
4. Σίγουρα μια συμφωνία στη βάση συμβιβασμού αμοιβαίου οφέλους, που διευθετεί μια εκκρεμότητα, είναι θετικό βήμα. Φυσικά, δεν προσφέρεται για πανηγυρισμούς. Σε καμιά περίπτωση δεν λύνει οριστικά το πρόβλημα.
Όπως εμείς δεν αναγνωρίζουμε το τουρκο-λιβυκό σύμφωνο, έτσι και η Τουρκία δεν αναγνωρίζει την ελληνο-αιγυπτιακή συμφωνία, και το δήλωσε ήδη ρητώς. Χωρίς οριοθέτηση με συμφωνία όλων των κρατών της περιοχής, ή με απόφαση Διεθνούς Δικαστηρίου, το θέμα θα “σέρνεται” και δεν θα ξέρουμε αν και πότε θα συμβεί κάποιο θερμό επεισόδιο.
Η καλύτερη λύση θα ήταν να πρωταγωνιστήσουμε σε μια Διάσκεψη των ενδιαφερομένων χωρών της Ανατολικής Μεσογείου για την από κοινού χάραξη των ΑΟΖ, σε συνδυασμό με την επίλυση του Κυπριακού, και να αποφεύγουμε να συμβάλλουμε σε αχρείαστες εντάσεις.
Μια αντίρρηση για την συμφωνία έγκειται στην χρονική στιγμή, που αυτή συνήφθη. Αν την ώρα, που μετά από πιθανότητα θερμού επεισοδίου πηγαίναμε για διερευνητικές επαφές με την Τουρκία, αυτές ακυρωθούν, κάτι τέτοιο αποτελεί σοβαρό πρόβλημα. Πόσο μάλλον, αν ξαναγυρίσουμε σε κλίμα έντασης μεταξύ των δύο χωρών.
Σε κάθε περίπτωση πάντως, το μείζον είναι να γίνει συμφωνία για την περιοχή και με την Τουρκία. Είτε με διμερείς διαπραγματεύσεις, είτε με προσφυγή στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης, και ακόμα καλύτερα με συνδυασμό αυτών των μεθόδων. Κάτι τέτοιο δεν μπορεί να παρακαμφθεί. Και εκεί θα απαιτηθούν φυσικά συμβιβασμοί.