6η επιστημονική συνάντηση: Διακήρυξη της Θεσσαλονίκης για τις τοπικές και γηγενείς ποικιλίες

31 Μαΐου -1 Ιουνίου 2022 διοργανώθηκε στη Θεσσαλονίκη η 6η Επιστημονική Συνάντηση για τις τοπικές και γηγενείς ποικιλίες. Στη Συνάντηση αναδείχθηκαν θέματα όπως η διατήρηση των τοπικών και γηγενών ποικιλιών στον αγρό, η μελέτη των φυτικών γενετικών πόρων, η οικονομική αλλά και η σημασία τους για την επισιτιστική ασφάλεια, ο ρόλος τους στην κλιματική αλλαγή καθώς και η ιστορία τους.

Διοργανώθηκαν επίσης συζητήσεις στρογγυλής τράπεζας που έδωσαν την ευκαιρία να συνομιλήσουν και να αλληλεπιδράσουν εκπρόσωποι καλλιεργητών, επιχειρηματίες του πρωτογενούς τομέα, ερευνητές, εκπρόσωποι κρατικών φορέων και μη κυβερνητικές οργανώσεις (ΜΚΟ).

Οι τοπικές και γηγενείς ποικιλίες είναι ομάδες γενετικά παρόμοιων καλλιεργούμενων φυτών από διάφορα φυτικά είδη που έχουν εξελιχθεί για εκατοντάδες χρόνια και παρουσιάζουν προσαρμογή στις συνθήκες κάθε τόπου. Προήλθαν από άγρια συγγενικά είδη που εξημέρωσε ο άνθρωπος και εξελίχθηκαν με την πάροδο του χρόνου στην περιοχή όπου γεννήθηκαν και ευδοκίμησαν ή διαδόθηκαν ανά τους αιώνες σε νέες περιοχές. Στην πορεία της εξέλιξής τους οι ποικιλίες αυτές απέκτησαν πολλά επιθυμητά χαρακτηριστικά όπως την γλυκιά γεύση, ωραίο άρωμα, όμορφο σχήμα αλλά και ανθεκτικότητα σε ασθένειες και αντίξοες καλλιεργητικές συνθήκες.

Η χώρα μας λόγω της γεωγραφικής της θέσης, της μακραίωνης εξάσκησης της γεωργίας, του ήπιου κλίματος αλλά και του έντονου ανάγλυφου διαθέτει ιδιαίτερα σημαντικό πλούτο τοπικών ποικιλιών. Ωστόσο o εκσυγχρονισμός της γεωργίας οδήγησε από τις αρχές του προηγούμενου αιώνα σε συρρίκνωση της καλλιέργειας των τοπικών ποικιλιών. Οι γεωργοί όχι μόνο στην Ελλάδα αλλά ανά τον κόσμο υιοθέτησαν νέες ποικιλίες με ριζικά αυξημένη αποδοτικότητα που μπόρεσαν να καλύψουν τις επισιτιστικές ανάγκες του ολοένα αυξανόμενου πληθυσμού του πλανήτη και υπό συνθήκες να αυξήσουν την κερδοφορία του παραγωγού, χωρίς να αγνοείται όμως το περιβαλλοντικό κόστος. Παράλληλα, όμως, η μείωση των ποικιλιών που καλλιεργούνται και επομένως η γενετική διάβρωση σήμανε την εξαφάνιση έως και 75% του γενετικού πλούτου των τοπικών ποικιλιών σε παγκόσμια κλίμακα συγκριτικά με την αρχή του 20ου αιώνα, ενώ στην Ελλάδα εκτιμάται ότι η αντίστοιχη απώλεια κυμαίνεται σε ψηλά επίπεδα ανάλογα με την ομάδα των γεωργικών ειδών, σε μεγάλο βαθμό στα σιτηρά, σε πολύ μικρό βαθμό στην άμπελο.

Το διακύβευμα όμως της διατήρησης των τοπικών και γηγενών ποικιλιών είναι τεράστιο και πολυδιάστατο. Πρώτα από όλα στηρίζουν την παραγωγή και διασφαλίζουν την οικονομική επιβίωση σε πολλές κοινωνίες της ελληνικής περιφέρειας με φιλικές προς το περιβάλλον πρακτικές. Τα ρόδια Ερμιόνης, τα φασόλια Πρεσπών, οι πιπεριές Φλωρίνης, τα σύκα Ταξιάρχη Ευβοίας, το σιτάρι Καπλουτζάς και Λήμνος, οι εκλεκτές ελληνικές ποικιλίες αμπέλου και  ελιάς, η φακή Εγκλουβής Λευκάδας, οι φάβες Φενεού και η φάβα Σαντορίνης, η κορινθιακή σταφίδα, το κατσούνι Αμοργού αποτελούν ένα πολύ μικρό δείγμα των τοπικών και γηγενών ποικιλιών της χώρας μας.

Επιπλέον η σημασία της γεωργικής βιοποικιλότητας δεν συνδέεται μόνο με την ανάγκη για παραγωγή τροφής σε ένα μεταβαλλόμενο κόσμο αλλά και με τη διατήρηση παραδόσεων. Εάν χάσουμε τις τοπικές ποικιλίες θα εξαφανιστεί και ο πλούτος των παραδόσεων  των τοπικών κοινωνιών αλλά και  οι  γνώσεις που αναπτύχθηκαν για την καλλιέργειά τους που αποτελούν παγκόσμια άυλη πολιτιστική  κληρονομιά.

Ακόμα και για τη εντατική γεωργία ο ρόλος των τοπικών ποικιλιών είναι σημαντικός διότι χωρίς αυτές μειώνεται δραστικά η δυνατότητα να έχουμε νέες ποικιλίες στο μέλλον. Αυτό διότι ο πλούτος του γενετικού υλικού μπορεί να αποτελέσει βάση για τη διασταύρωση και παραγωγή νέων βελτιωμένων ποικιλιών με επιθυμητά χαρακτηριστικά όπως μεγαλύτερη παραγωγικότητα, αντοχή σε αντίξοες καλλιεργητικές συνθήκες και ασθένειες. Ειδικά στην εποχή της κλιματικής αλλαγής, η ανάγκη προσαρμοστικότητας της γεωργίας σε αντίξοες καλλιεργητικές συνθήκες με την εκδήλωση ακραίων καιρικών φαινομένων, ο ρόλος που μπορεί να παίξει το γενετικό απόθεμα των τοπικών ποικιλιών είναι κρίσιμος.

Η χάραξη ολοκληρωμένων πολιτικών για την προστασία και διατήρηση στον αγρό των τοπικών και γηγενών ποικιλιών είναι όσο ποτέ αναγκαία προϋπόθεση για τη διατροφική ασφάλεια της σημερινής και των μελλοντικών γενιών.

Η συνάντηση διαμόρφωσε τη Διακήρυξη της Θεσσαλονίκης για τις Τοπικές και Γηγενείς Ποικιλίες.

Ο καθηγητής τμήματος Γεωπονίας του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης (ΑΠΘ), Αθανάσιος Μαυρομάτης, δήλωσε σχετικά:

«Η Διακήρυξη της Θεσσαλονίκης, κάνει τη χώρα μας πιο εξωστρεφή και δραστήρια σε ό,τι αφορά το θέμα της διάσωσης των τοπικών ποικιλιών και των γηγενών ειδών. Η διατροφή των πολιτών δεν χρειάζεται να βασίζεται σε 9 μονάχα, ή και 19 είδη παγκοσμίως…Οι εποχές είναι δύσκολες και οφείλουμε όλοι μας να βρούμε και άλλες λύσεις, προκειμένου να εξασφαλιστική η επισιτιστική ασφάλεια και επάρκεια….Με τη Διακήρυξη της Θεσσαλονίκης θέλουμε να δείξουμε σε όλο τον κόσμο την αξία των φυτογεννετικών πόρων, η διαχείριση των οποίων δεν γίνεται με τον ίδιο τρόπο και λογική σε όλο τον κόσμο». “Με την είσοδο του 20ου αιώνα, έχουμε έναν αριθμό εξαφάνισης γηγενών ειδών, που ανέρχεται σε 1.600 -1700 είδη φυτών ανά δεκαετία. Σε λίγα χρόνια, φυτά που σήμερα καταναλώνονται ευρέως και σε παγκόσμιο επίπεδο, λόγω και των ευεργετικών τους ιδιοτήτων, δεν θα είναι δυνατόν να βρεθούν».
Υπάρχει ωστόσο ελπίδα. Υπάρχουν χώρες πραγματικά ευαισθητοποιημένες, με μεγάλη δυναμική στη διάσωση και αξιοποίηση των τοπικών ποικιλιών και γηγενών ειδών, ενώ πλέον υπάρχει και τεχνολογία, τεχνογνωσία και δυνατότητα μέσα από χημικές αναλύσεις, να εξασφαλιστεί μεγάλη πληροφορία για την αξία των φυτών που μας περιβάλλουν, και εμείς δεν πρέπει να τα χάσουμε».
Ειδικότερα για την Ελλάδα, «έχουμε 6.000 είδη ενδημικά στην χώρα μας και εμείς βασιζόμαστε μόνο σε οκτώ ή και εννέα, έξι εκ των οποίων μάλιστα, δεν είναι καν από τη χώρα μας. Αυτή η μυωπική προσέγγιση πρέπει να σταματήσει και η Διακήρυξη της Θεσσαλονίκης αποτελεί ένα βήμα προς την κατεύθυνση αυτή».

Την 6η Επιστημονική Συνάντηση διοργάνωσαν η κοσμητεία Γεωπονίας, Δασοπονίας και Φυσικού Περιβάλλοντος, το τμήμα Γεωπονίας και το τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης. Η διοργάνωση έγινε υπό την αιγίδα των υπουργείων Εσωτερικών (Μακεδονίας-Θράκης) και Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων. Ως  συνδιοργανωτές συμμετείχαν, ο ΕΛΓΟ ΔΗΜΗΤΡΑ, το Ινστιτούτο Γενετικής Βελτίωσης και Φυτογενετικών Πόρων, η Τράπεζα Διατήρησης Γενετικού Υλικού, η Ένωση Αγροτών Βιοκαλλιεργητών Βόρειας Ελλάδας, το Εργαστήριο Διεπιστημονικής Αρχαιολογικής Έρευνας ΑΠΘ Ε.Δ.Α.Ε., και τα στελέχη του ερευνητικού προγράμματος Plant Cult ERC του Κέντρου Διεπιστημονικής Έρευνας και Καινοτομίας του ΑΠΘ.

 

 

Posted on 23/12/2022 in Άρθρα

Share the Story

Back to Top