Του Αλέξανδρου Λασκαράτου
Γεν. Γραμ. των Πράσινοι-Αλληλεγγύη
Μια και είμαστε στην καρδιά του καλοκαιριού λέω να ασχοληθώ με το υπ’ αριθμόν ένα θέμα του καλοκαιριού που δεν είναι άλλο από την ερωτική διάθεση που μας κυριεύει αυτήν την εποχή.
Το πρώτο δυνατό σκίρτημα του έρωτα ήρθε με την ξαδέρφη του Νικήτα. Πώς τη λέγανε αλήθεια; Δεν θυμάμαι. Έχει αποτυπωθεί στη μνήμη μου ως η ξαδέρφη του Νικήτα, Είχε έρθει από την Αυστραλία με τη μητέρα της για να περάσουν δυο-τρεις μήνες στο σπίτι της θείας της στην Αίγυπτο. Εγώ γύρω στα δέκα, ο Νικήτας πιο μικρός. Μέλος της παρέας της γειτονιάς.
Παίζαμε μπάλα στο διπλανό παρκάκι. Τα σπίτια μας κολλητά, βλέπαν και τα δύο στο κανάλι. Αυτός στον δεύτερο, εγώ στον τρίτο. Η ξαδέρφη, όμορφη, νευρώδης και αδύνατη, με το που ήρθε, μου προκάλεσε μεγάλη αναστάτωση. Δεν ήταν η πρώτη φορά που ένιωθα αυτό το συναίσθημα, ήταν όμως η πιο έντονη. Είχε προηγηθεί η Δ. με την οποία όταν παίζαμε κρυφτό πηγαίναμε στα χαλάσματα της παλιάς Λέσχης και εκεί στο μισοσκόταδο άπλωνα το χέρι μου και της έπιανα το στήθος. Στεκόμασταν και οι δύο ακίνητοι σαν αγάλματα σε κατάσταση τρανς για ένα-δύο λεπτά. Μας άρεσε πολύ αυτό. Με την ξαδέρφη, αποφάσισα να δράσω διαφορετικά, πιο μεγαλίστικα, πιο επίσημα, όπως ταίριαζε, άλλωστε, στα δώδεκά της χρόνια.
Σ’ ένα κομμάτι χαρτί γράφω με κεφαλαία ΘΕΛΕΙΣ ΝΑ ΚΑΝΟΥΜΕ ΣΧΕΣΗ; το τυλίγω και το βάζω μέσα σε κουβά. Της λέω από το μπαλκόνι πως θέλω κάτι να τη ρωτήσω. Κατεβάζω τον κουβά με ένα σχοινί και τον κουνάω προς τη μεριά της. Εκείνη πιάνει τον κουβά και διαβάζει το χαρτί, χωρίς να δείχνει έκπληξη ούτε για το χαρτί ούτε για το περιεχόμενό του. Χαμογελάει.
Μπαίνει μέσα στο σπίτι και παίρνει ένα στυλό. Γυρίζει το χαρτάκι μου ανάποδα, κάτι γράφει και το ξαναβάζει στον κουβά. Η καρδιά μου πάει να σπάσει. Ανεβάζω τον κουβά. Το χαρτί έγραφε: ΔΕΝ ΞΕΡΩ, ΘΕΛΩ ΝΑ ΤΟ ΣΚΕΦΤΩ… Δύο ολόκληρες μέρες με κράτησε σε αγωνία (το άτιμο το θηλυκό…). Το γεγονός ότι το «σκεφτόταν» την ανέβασε ακόμα πιο ψηλά στα μάτια μου. Είδες πόσο σοβαροί είναι αυτοί οι μεγάλοι, έλεγα μέσα μου. Δεν αποφασίζουν έτσι στα κουτουρού. Το σκέφτονται το πράμα. Τι σκεφτόταν, τι ζύγιαζε; Ποιος ξέρει. Την τρίτη μέρα, και ενώ η αγωνία μου είχε φτάσει στα όριά της, μου κάνει σήμα πως είναι έτοιμη να μου πει τι αποφάσισε. Τρέχω μέσα, παίρνω τον κουβά και τον κατεβάζω. Το χαρτί της έγραφε ΝΑΙ ΓΙΑ ΦΙΛΙΚΗ ΣΧΕΣΗ, ΟΧΙ ΓΙΑ ΕΡΩΤΙΚΗ. Εκείνη η άρνηση, εκείνο το ΟΧΙ δηλαδή, με έριξε σε βαθιά κατάθλιψη, αν και δεν καταλάβαινα τι σήμαινε. Τι σήμαινε ερωτική; Μήπως το δικαίωμα να της κρατώ το στήθος; Από τη στιγμή, πάντως, που υπήρχε εκείνο το καταραμένο το όχι, το ναι (στη φιλική σχέση) πέρασε στο ντούκου και με άφησε αδιάφορο. Κόλλησα στο όχι.
Σήμερα, αντί για κουβάδες και χάρτινα σημειώματα το πιο πιθανό είναι η επαφή να γινόταν μέσω facebook. Άσε που και οι δύο θα ξέρανε πολύ καλά τη διαφορά ανάμεσα στη φιλική και στην ερωτική σχέση…