Για μια Πράσινη Συμμετοχική κι αποτελεσματική Αυτοδιοίκηση

του ΧΑΡΗ ΚΟΥΓΙΟΥΜΤΖΟΠΟΥΛΟΥ…

Στην διάρθρωση της κρατικής διοίκησης και σύμφωνα με το άρθρο 101 και 102 του Συντάγματος προβλέπεται η λειτουργία της Τοπικής Αυτοδιοίκησης, Περιφερειών, Δήμων και Κοινοτήτων, με την αρχή της εγγύτητας δηλαδή την αρμοδιότητα των τοπικών υποθέσεων.

Σήμερα όμως διαπιστώνουμε ότι πρόκειται για μια χαμένη μάχη της Κοινωνίας των Πολιτών.

Η Τοπική Αυτοδιοίκηση αναπτύχθηκε ως κοινωνικό κίνημα. Το δικαίωμα μιας τοπικής κοινωνίας να αυτοοργανώνεται και να αναπτύσσει σεβαστές από την Πολιτεία πρωτοβουλίες με νομικό κύρος.

Δυστυχώς όμως σήμερα διαπιστώνουμε ότι η Τοπική Αυτοδιοίκηση μετατράπηκε τελικά σε ένα κρατικό ακροφύσιο.

Μπορεί μεν το άρθρο 102 να λέει ότι «Υπέρ των οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοίκησης συντρέχει τεκμήριο αρμοδιότητας για την διοίκηση των τοπικών υποθέσεων» παρακάτω όμως συμπληρώνει ότι «Νόμος καθορίζει το εύρος και τις κατηγορίες των τοπικών υποθέσεων» όπως και ότι «Με νόμο το κράτος μπορεί να ανατίθεται στους οργανισμούς τοπικής αυτοδιοίκησης η άσκηση αρμοδιοτήτων που συνιστούν αποστολή του κράτους».

Σήμερα, λοιπόν, και με οικονομικούς όρους η Τοπική Αυτοδιοίκηση έχει χάσει εντελώς την αυτονομία της και την αυτοτέλεια της και εκτός του ότι υπόκειται σε έλεγχο σκοπιμότητας από το Ελεγκτικό Συνέδριο και το Οικονομικό Παρατηρητήριο, το κράτος δίνει περίπου 3,5 δισεκατομμύρια ευρώ στην Τοπική Αυτοδιοίκηση, ενώ ο κύκλος εργασιών των δήμων ανέρχεται στα 11,5 δις. Από αυτά που είναι υποχρεωμένοι να κάνουν οι δήμοι για να εξυπηρετήσουν το κράτος, τα 3,5 δις δεν φτάνουν ούτε για “ζήτω”.

Παράλληλα, επιβάλλεται τοπική άμεση ή έμμεση φορολογία, επίσης για κρατικές υποθέσεις και βέβαια ούτε λόγος να γίνεται για τοπικές πρωτοβουλίες. Ούτε προγραμματικές συμφωνίες με Κοινωνικές Συνεταιριστικές Επιχειρήσεις δεν μπορούν να κάνουν οι δήμοι λόγω της γραφειοκρατίας.

Οι δήμοι όμως και οι περιφέρειες έχουν πάνω από 350 αρμοδιότητες. Για το περιβάλλον, την υγεία, την πρόνοια, την ανάπτυξη, τα σχολεία, την λειτουργία τους, την καθαριότητα, τον αθλητισμό, την ανακύκλωση και πολλά άλλα.

Οι δήμοι και οι περιφέρειες σήμερα δεν διαχειρίζονται τις τοπικές υποθέσεις και δεν εκφράζουν τις ανάγκες και τις ιδιαιτερότητες της τοπικής κοινωνίας τους. Απλά αποκεντρώνουν το κράτος.

Αποτέλεσμα αυτής της κατάστασης είναι η σχεδόν μηδενική κοινωνικά αυτο-οργάνωση και τοπική πρωτοβουλία.

Οι ίδιες οι κοινωνίες έχουν απομακρυνθεί από την έννοια της τοπικής κοινότητας και βρίσκονται σε αποσύνθεση. Αντιμετωπίζουν τους δήμους ως κράτος και ως μια προσεγγίσιμη εξουσία που δύναται να εξυπηρετεί ατομικές ανάγκες, παραβιάζοντας τι περισσότερες φορές την νομιμότητα και την αρχή της ισονομίας των πολιτών.

Από τα εκλογικά αποτελέσματα πολλών αναμετρήσεων του παρελθόντος, διακρίνει κανείς ότι οι δήμοι έχουν μετατραπεί σε μηχανισμούς πελατειακών σχέσεων και καθαρά έτσι τους αισθάνονται και οι πολίτες.

Αποτέλεσμα αυτών των πελατειακών σχέσεων είναι και η στελέχωση της Αυτοδιοίκηση με ένα πολύ χαμηλό ποιοτικά ανθρώπινο δυναμικό που δεν μπορεί να εκπληρώσει τον πραγματικό σκοπό του και βέβαια δεν μπορεί και δεν επιδιώκει σε καμία περίπτωση να εφαρμόσει ολοκληρωμένες μακρόχρονες πολιτικές.

Το εκλογικό σύστημα είναι βαθύτατα ένοχο για αυτήν κατάσταση, καθώς παράγει ένα απολύτως μονοπρόσωπο δημαρχοκεντρικό σύστημα. Με τον νέο νόμο της παρούσας κυβέρνησης που πήγε να διορθώσει προβλήματα «κυβερνησιμότητας» χωρίς βέβαια να αφήσει να δοκιμαστεί ούτε μία μέρα η απλή αναλογική, η δημαρχοκεντρική διοίκηση ισχυροποιήθηκε, ενώ απομακρύνθηκε σημαντικά και η δυνατότητα διαβούλευσης και κοινωνικού ελέγχου.

Αυτά τα τρία παραπάνω χαρακτηριστικά είναι τα στοιχεία της σημερινής Ελληνικής Τοπικής Αυτοδιοίκησης.

1) Ατόφια αποκέντρωση των κρατικών πολιτικών και αρμοδιοτήτων.

2) Απομάκρυνση και αποκλεισμός των δημιουργικών και δυναμικών κομματιών των τοπικών κοινωνιών από τους δήμους.

3) Χαμηλής ποιότητας στελεχικό δυναμικό που δεν μπορεί να εφαρμόσει ολοκληρωμένες πολιτικές.

Οι δήμοι, όμως, σήμερα σε συνθήκες παγκοσμιοποίησης και μακροοπτικών σχεδιασμών καλούνται να αντιμετωπίσουν αποκεντρωμένα σχεδόν όλα τα κοινωνικά και οικονομικά προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι τοπικές κοινωνίες.

Καλούνται να κάνουν τον δικό τους περιβαλλοντικό σχεδιασμό. Να αντιμετωπίσουν με ιδιαίτερο τοπικό τρόπο τα κοινωνικά προβλήματα. Να αναβαθμίσουν με τοπικά χαρακτηριστικά τα προβλήματα της παιδείας. Να φτιάξουν δικά τους ανταγωνιστικά επιχειρηματικά περιβάλλοντα. Να προστατεύσουν με δικούς τους θεσμούς, τους πολίτες τους σε θέματα ασφάλειας, κατανάλωσης, υγείας κλπ και να φτιάξουν τις δικές τους δομές για την προαγωγή του αθλητισμού και του πολιτισμού.

Χωρίς την εμπλοκή, όμως, της τοπικής κοινωνίας και την αξιοποίηση του κοινωνικού ανθρώπινου δυναμικού τους, κάτι τέτοιο είναι αδύνατο τεχνικά και δημοκρατικά. Χωρίς συναίνεση και χωρίς αξιοποίηση του ανθρώπινου δυναμικού, οι δήμοι αδυνατούν παντελώς να εκπληρώσουν τον σύγχρονο ρόλο τους. Πολύ περισσότερο και οι Περιφέρειες που βρίσκονται ακόμη πιο μακρυά από τα τοπικά κοινωνικά προβλήματα.

Πρώτα από όλα λοιπόν αναγκαία και ικανή συνθήκη για την αναβάθμιση της Τοπικής Αυτοδιοίκησης είναι ο κοινωνικός έλεγχος, η θεσμοθέτηση μιας αξιόπιστης διαβούλευσης και όχι εικονικής όπως σήμερα και η υποχρεωτική εμπλοκή των πολιτών στην τοπική διοίκηση (Συμμετοχή).

Η Τοπική Αυτοδιοίκηση χρειάζεται σήμερα νόμους και θεσμούς που θα εξασφαλίζουν τον ουσιαστικό και αποφασιστικό ρόλο της τοπικής κοινωνίας στις τοπικές υποθέσεις.

Οι πολίτες να συνειδητοποιούν τα προβλήματα, να τα επεξεργάζονται, να διαβουλεύονται και να προτείνουν λύσεις. Σε μια ομάδα αποφάσεων όπως στον προϋπολογισμό, να έχουν ουσιαστικό ρόλο, π.χ. η σύσταση των επιτροπών του Δημοτικού Συμβουλίου να είναι υποχρεωτικές και με ελεγκτικό και συμβουλευτικό χαρακτήρα, να απαρτίζονται από πολίτες βάση βιογραφικών και κοινωνικής δράσης. Αυτοί οι νόμοι πρέπει να περιλαμβάνουν υποχρεωτικότητα και αμοιβή, φορολογικές ελαφρύνσεις ή άλλα κίνητρα κατά το διάστημα της ενασχόλησης των πολιτών.

Δεύτερον μια ομάδα σχεδιασμών πρέπει να είναι υποχρεωτικές για την τοπική διοίκηση και όχι δυνητική όπως σήμερα που οδηγεί τις τοπικές αρχές στο δίλημμα του πολιτικού κόστους και στις αναστολές. Ανακύκλωση, καθαριότητα, αδειοδοτήσεις, βιώσιμη κινητικότητα, κοινωνική πρόνοια, παιδικοί σταθμοί, επιδότηση συλλόγων, κοπή δέντρων κ.α που αποτελούν βασικούς μηχανισμούς παραγωγής πελατειακών σχέσεων και ατομικών εξυπηρετήσεων μέσω της ηλεκτρονικής διακυβέρνησης πρέπει να αποκτήσουν αντικειμενικούς όρους εφαρμοσμένης πολιτικής, χωρίς καμία εμπλοκή αιρετών, ενώ πρέπει να περάσουν ως διοικητικά στις Περιφέρειες με ταυτόχρονο τοπικό κοινωνικό έλεγχο.

Εννοείται ότι η εμπλοκή των πολιτών σε αυτές όλες τις υποθέσεις πρέπει να έχει βραχύ χρονικό διάστημα και κώλυμα εκλογιμότητας.

Τρίτον η αντιπολίτευση θα πρέπει να λάβει αναβαθμισμένη καταστατική θέση και ρόλο. Με μηχανισμούς υποστήριξης, με δυνατότητες μέσων και με αμοιβές βιοπορισμού όπως οι Αντιδήμαρχοι. Έτσι θα μπορέσει να λειτουργήσει ουσιαστικά και όχι ερασιτεχνικά και ευκαιριακά όπως στην μεγάλη πλειοψηφία των περιπτώσεων.

Το πρόβλημα δεν εδράζεται τόσο στο εκλογικό σύστημα, αλλά στην αδυναμία της αντιπολίτευσης να εμπλακεί στην επεξεργασία των διαδικασιών και να παράξει πολιτική με στελέχη. Ούτε ο νόμος 4555/18 με την Απλή Αναλογική μπόρεσε να καλύψει το κενό της αντιπολίτευσης και να διασφαλίσει τον ουσιαστικό της ρόλο.

Μια τέτοια λειτουργία θα μπορούσε να εξασφαλίσει και θετικότερη συμβολή της αντιπολίτευσης και εμπλοκή πολυπληθέστερου ανθρώπινου δυναμικού στις τοπικές υποθέσεις και ευρύτερο και ουσιαστικό κοινωνικό έλεγχο.

Η ελεγκτική διαδικασία νομιμότητας πρέπει να είναι μόνο κατασταλτική και όχι προληπτική και μόνο κατόπιν καταγγελίας.

Οι δήμοι θα πρέπει να επιδοτηθούν για την πράσινη πολιτική τους και μόνο για αυτήν. Να δοθούν κίνητρα αλλά και να τεθούν αιρεσιμότητες στην πολιτική που ασκούν και στην αναπτυξιακή προοπτική τους. Δεν μπορεί να επιδοτούνται οι δήμοι για την διάνοιξη δρόμων χωρίς πεζοδρόμια ή με πεζοδρόμια κάτω του 1,5 μέτρου ελεύθερου χώρου.

Όλες οι επιχορηγήσεις, οι κωδικοί δηλαδή 1320-1329, θα πρέπει να τεκμηριώνουν πράσινες πολιτικές για την μείωση των εκπομπών άνθρακα και την βιώσιμη ανάπτυξη.

Οι δήμοι και οι Περιφέρειες θα πρέπει να υποχρεωθούν σε Πράσινες Δημόσιες Συμβάσεις σύμφωνα με τις Ευρωπαϊκές Οδηγίες συμπεριλαμβανομένων και των απ’ ευθείας αναθέσεων.

Έτσι οι ίδιοι οι δήμο που κυκλοφορούν 11,5 δις ετησίως στις αγορές, θα γίνουν μοχλοί μετάβασης σε μια πράσινη οικονομία δίνοντας κίνητρα στις πράσινες επιχειρήσεις και στις πρωτοβουλίες Κοινωνικής ΑΛληλέγγυας Οικονομίας.

Και τέλος οι δήμοι θα πρέπει να αναλάβουν ευκρινώς τις τοπικές υποθέσεις και να απολαμβάνουν το αντίτιμο κάθε διαδημοτικής, διαπεριφερειακής ή εθνικής εξυπηρέτησης. Στον τομέα αυτόν θα πρέπει να ενισχυθούν τα κίνητρα. Θα πρέπει να είναι πολύ βαρύ το τίμημα για έναν δήμο να εναποθέσει τα σκουπίδια του, σύμμεικτα και ανεπεξέργαστα, σε κάποιον άλλον. Και στην παραγωγή ενέργειας, και στην διαχείριση των απορριμμάτων και στην ανάπτυξη δικτύων και στην υποδοχή μεταναστών και σε όποιον άλλον τομέα μπαίνει το ερώτημα «και γιατί στον δήμο μου και όχι σε κάποιον άλλον;»

Μέσα σ’ όλα όμως ζούμε και στην εποχή της «Έξυπνης Πόλης». Να ξεκαθαρίσουμε ότι Έξυπνη Πόλη δεν είναι μια πόλη με αισθητήρες, αλλά μια πόλη με Ηλεκτρονική Διασύνδεση και διαλειτουργικότητα. Μια πόλη που έχει την δυνατότητα να συλλέγει δεδομένα από όλες της τις λειτουργίες, να τα επεξεργάζεται αυτόματα και να αντιδρά άμεσα.

Μια Έξυπνη Πόλη εξοικονομεί ενέργεια, μειώνει το περιβαλλοντικό της αποτύπωμα, σχεδιάζει αποτελεσματικά τις παρεμβάσεις του μέλλοντος, αναπτύσσει την συμμετοχή των πολιτών και εξασφαλίζει την ισονομία και την ίση μεταχείριση και μειώνει τις δυνατότητες διαφθοράς. Όμως από την άλλη μεριά μια Έξυπνη Πόλη συλλέγει καθημερινά προσωπικά δεδομένα, αλλά και άλλα στατιστικά δεδομένα συμπεριφοράς των πολιτών με τεράστια εμπορική αξία για τις ιδιωτικές επιχειρήσεις καθώς η επεξεργασία τους μπορεί να οδηγήσει σε τεχνάσματα που να αποφέρουν μεγάλα κέρδη. Οι δήμοι και οι περιφέρειες θεωρητικά οφείλουν να προστατεύουν τα δεδομένα τους από μια τέτοιου είδους εκμετάλλευση. Όμως κάτι τέτοιο στην πραγματικότητα δεν συμβαίνει. Οι δήμοι λόγω της χαμηλής τεχνογνωσίας που διαθέτουν και την έλλειψη ανάλογου προσωπικού «εμπιστεύονται» αναγκαστικά τα δεδομένα τους σε εταιρείες που δεν έχουν καμία αξιοπιστία και περιορισμούς ως προς την διάθεση αυτών των δεδομένων.

Το κράτος με την τεχνολογία Cloud οφείλει να προστατεύει αυτά τα δεδομένα και να εγγυάται γι αυτά. Πρέπει να δημιουργηθεί ενιαία πλατφόρμα από το Υπ. Εσωτερικών όπου οι δήμοι να εισάγουν κάθε δεδομένο σ΄αυτήν με άμεση πρόσβαση, αλλά χωρίς την δυνατότητα μεταφοράς ή αποθήκευσης σε άλλο χώρο. Είναι θεμελιώδης αυτή η λειτουργία για την δημοκρατία, την προσωπική αξιοπρέπεια και την προστασία του πολίτη – καταναλωτή.

Και ένα ακόμη στοιχείο που χρειάζεται η Τοπική Αυτοδιοίκηση για να βοηθήσει ουσιαστικά τις τοπικές κοινωνίες, είναι η ανάπτυξη δεικτών και η προβολή «καλών πρακτικών» σε μία πλατφόρμα όπως η Διαύγεια. Οι πολίτες αλλά και οι δημοτικές αρχές να μπορούν να βλέπουν τις αντικειμενικές επιδόσεις του κάθε δήμου και τον τρόπο που αυτοί επιλύουν προβλήματα και δημιουργούν προοπτικές.

Posted on 11/11/2019 in Άρθρα

Share the Story

Back to Top