Οι «ΠΡΑΣΙΝΟΙ – ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗ» για την Παγκόσμια Ημέρα Εξάλειψης της Φτώχειας
Να γίνει προτεραιότητα η εξάλειψη της φτώχειας
Από τον Ιούνιο του 2010 όταν οι αρχηγοί κρατών της ΕΕ υιοθέτησαν την Στρατηγική Ευρώπη 2020, που μεταξύ άλλων προέβλεπε μείωση του αριθμού των φτωχών κατά 20.000.000 μέχρι το 2020, στους ήδη ευρισκόμενους στα όρια της φτώχειας ήρθαν να προστεθούν τουλάχιστον 7.000.000. Ως αποτέλεσμα της οικονομικής κρίσης, υπολογίζεται ότι 120.000.000 άνθρωποι στην ΕΕ – ένας στους τέσσερις ενήλικες και πάνω από ένα στα τέσσερα παιδιά – αντιμετωπίζουν ή διατρέχουν τον κίνδυνο της φτώχειας. Οι συνθήκες εργασίας γίνονται όλο και πιο επισφαλής.
35,7% του ελληνικού πληθυσμού ζει σε κίνδυνο ή σε συνθήκες φτώχειας και κοινωνικού αποκλεισμού, δεύτερο υψηλότερο ποσοστό στην Ευρώπη. Η κοινωνική πραγματικότητα της κρίσης είναι ένα μέλλον χωρίς αύριο. Η λιτότητα φέρνει νέα λιτότητα, η φτώχεια μεταφέρεται δυναμικά και πολλαπλασιάζεται πλήττοντας πολλά άτομα σε πολλά επίπεδα, παγιδεύοντας τα σε ένα φαύλο κύκλο, από τον οποίο είναι δύσκολο να ξεφύγουν.
Λίγες ημέρες μετά την ανακοίνωση της πιλοτικής εφαρμογής του προγράμματος «Ελάχιστο Εγγυημένο Εισόδημα» σε 13 δήμους της χώρας, όπως ανακοινώθηκε από την κυβέρνηση, η Παγκόσμια Ημέρα για την Εξάλειψη της Φτώχειας, 17 Οκτωβρίου, έρχεται να αναδείξει την πραγματικότητα της φτώχειας και του κοινωνικού αποκλεισμού στη χώρα, μακριά από προσχηματικές εξαγγελίες, αποσπασματικού χαρακτήρα, περιορισμένου προϋπολογισμού, αναντίστοιχες με τις πραγματικές κοινωνικές ανάγκες.
Παρά τη βαθιά κοινωνικοοικονομική κρίση, η Ελλάδα δεν έχει μία ολοκληρωμένη στρατηγική για μείωση της φτώχειας, ούτε είχε υποβάλει σχετικό σχέδιο για την υλοποίηση του στόχου της μείωσης του αριθμού των φτωχών κατά 400.000 άτομα μέχρι το 2020, σύμφωνα με την υιοθετημένη Ευρωπαϊκή Στρατηγική «Ευρώπη 2020». Για να πετύχει μέχρι το 2020 η Ελλάδα τους στόχους της Στρατηγικής «Ευρώπη 2020» πρέπει να μειώσει τον αριθμό των φτωχών κατά 1.000.000 μέχρι το έτος αναφοράς (2020), όπως έχει επισημάνει και ο Επίτροπος Απασχόλησης και Κοινωνικών Υποθέσεων Laszlo Andor, σε σχετική ερώτηση του ευρωβουλευτή των Πράσινων Ν. Χρυσόγελου.
Στην Ελλάδα της κρίσης, της ανεργίας και της φτώχειας, οι δράσεις άμεσης ανακούφισης πρέπει να είναι προτεραιότητα και να συνοδεύονται από ένα καλά σχεδιασμένο -και σε συνεργασία με το Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Ταμείο – πλέγμα μέτρων κοινωνικής πολιτικής. Για να είναι αποτελεσματικά τα άμεσα μέτρα ανακούφισης – και να μην διατηρούν απλώς την φτώχεια σε «ανεκτά» επίπεδα -πρέπει να εντάσσονται σε με μια συνεκτική, δίκαιη, ενεργητική στρατηγική για την εξάλειψη της φτώχειας που πηγαίνει πέρα από επιδόματα και πρακτικές «ελεημοσύνης». Η στρατηγική αυτή δεν μπορεί να διαμορφωθεί στα υπουργεία ή έστω από τα κόμματα, αλλά απαιτεί την ουσιαστική συμμετοχή της κοινωνίας των πολιτών, της αυτοδιοίκησης, των ερευνητών καθώς και την αξιοποίηση υπάρχουσας εμπειρία άλλων χωρών και κοινωνικών φορέων. Πρέπει να στοχεύει στην ενεργοποίηση των πολιτών, στην κοινωνική και οικολογική καινοτομία αλλά και να γίνει η προτεραιότητα στο πλαίσιο του Συμφώνου Εταιρικής Σχέσης 2014-2020. Είναι η ώρα για μια ευρεία κινητοποίηση όλων των φορέων και των δημιουργικών δυνάμεων για μια αποτελεσματική στρατηγική για εξάλειψη της φτώχειας σε εθνικό και ευρωπαϊκό επίπεδο.
Αναλυτικά για την φτώχεια και την αναγκαία στρατηγική εξάλειψης της φτώχειας
Η Κομισιόν αναγνωρίζει την ξέφρενη πορεία των δεικτών, δηλώνοντας πως «φτωχοί» και «αποκλεισμένοι» στην Ελλάδα είναι σήμερα περισσότεροι. Η αναγνώριση, όμως, αυτής της απίστευτης εξέλιξης στην ελληνική κοινωνία από τα πιο επίσημα χείλη, καθιστά περισσότερο από ποτέ αναγκαία τη συνεργασία όλων των κοινωνικών εταίρων, της κοινωνίας των πολιτών, της τοπικής αυτοδιοίκησης, των αρμόδιων υπουργείων ώστε να σχεδιαστούν πολιτικές που θα αναστρέψουν αυτή την πορεία. Η Ελλάδα έπρεπε να έχει προετοιμάσει μια στρατηγική για την αντιμετώπιση της φτώχειας, μιας και πλέον η κατάσταση είναι εκρηκτική. Αντίθετα η κρίση αναδεικνύει σταθερά και ακόμη εντονότερα τον υπολειμματικό χαρακτήρα της κοινωνικής και προνοιακής πολιτικής, τις υπολειτουργούσες υπηρεσίες, τις άστοχες και μη εξειδικευμένες παρεμβάσεις. Αποσπασματικές ανακοινώσεις επιδοματικού τύπου για «κοινωνικά μερίσματα» του «πρωτογενούς πλεονάσματος», το «επίδομα θέρμανσης» κ.λπ., φυσικά δεν αποτελούν μέτρα κοινωνικής πολιτικής ή πολιτικής αντιμετώπισης της φτώχειας ή έστω της ενεργειακής φτώχειας.
Η προοπτική μη επίτευξης των στόχων στο πλαίσιο της στρατηγικής «Ευρώπη 2020» για την μείωση της φτώχειας και του κοινωνικού αποκλεισμού έχει καταγραφεί άλλωστε τόσο σε εκθέσεις που έχει υιοθετήσει το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο για το «ευρωπαϊκό εξάμηνο» όσο και στην έκθεση κοινωνικών επιπτώσεων από την πολιτική εφαρμογής λιτότητας. Ειδικότερα, στα μέτρα πολιτικής που προτείνονται στα Κράτη-Μέλη στο πλαίσιο του Ευρωπαϊκού Εξαμήνου για τον συντονισμό των οικονομικών πολιτικών, υπογραμμίζεται πως παράλληλα με την προσπάθεια επίτευξης δημοσιονομικών στόχων απαιτείται με την ίδια προσήλωση τα Κράτη να προσπαθούν να διαχειριστούν την αυξανόμενη ανεργία και να πάρουν μέτρα και να προχωρήσουν σε δαπάνες για να αντιμετωπίσουν τη φτώχεια και τον κοινωνικό αποκλεισμό.
Η αξία των ποσοτικών στόχων στο πλαίσιο της στρατηγικής «Ευρώπη 2020» δεν γίνεται να εκλαμβάνεται αόριστα και ατελώς ως πολιτική κινητοποίηση και διοικητική εγρήγορση, τόσο σε ευρωπαϊκό όσο και σε εθνικό επίπεδο. Στην Ελλάδα της κρίσης, της ανεργίας και της φτώχειας, οι δράσεις άμεσης ανακούφισης πρέπει να είναι προτεραιότητα και να συνοδεύονται από ένα καλά σχεδιασμένο -και σε συνεργασία με το Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Ταμείο- πλέγμα μέτρων κοινωνικής πολιτικής.
Οι Πράσινοι έχουν προτείνει, μεταξύ άλλων, μια, σε ευρωπαϊκό επίπεδο, δίκαιη πολιτική Βασικού Εισοδήματος, η οποία θα ενθαρρύνει την περαιτέρω κοινωνική ένταξη των ατόμων σε εθνικό και ευρωπαϊκό επίπεδο, μειώνοντας το υπάρχον χάσμα, βοηθώντας στην εξισορρόπηση των εισοδηματικών ανισοτήτων καθώς και στην άμβλυνση των κοινωνικών και φυλετικών εντάσεων που δημιουργούνται από την οικονομική μετανάστευση. Το Βασικό Εισόδημα θα μπορούσε να ενθαρρύνει τρόπους ζωής που έχουν λιγότερες επιπτώσεις στο περιβάλλον και να υποστηρίξει την αναγκαία οικολογική μετάβαση. Στο πλαίσιο του «Βασικού Εισοδήματος» μπορεί να ενταχθούν μην «επιδοματικές» λογικές, όπως η ενεργειακή αναβάθμιση κτιρίων ευάλωτων κοινωνικών ομάδων, η βελτίωση του δημόσιου συστήματος συγκοινωνιών ώστε να μειωθεί η χρήση ΙΧ, δίκαια πρόσβαση όλων σε ένα αποτελεσματικό σύστημα υγείας κα που πέρα από θετικές κοινωνικές επιδράσεις βελτιώνουν και τις περιβαλλοντικές επιπτώσεις και τα δημόσια οικονομικά.
Φυσικά, το «Βασικό Εισόδημα Χωρίς Προαπαιτούμενα» – ως ένα σύστημα καθολικής εφαρμογής, πληρωτέο σε κάθε άτομο χωρίς προαπαιτούμενα και επαρκές ώστε να εξασφαλίζει μια αξιοπρεπή ύπαρξη και πλήρη συμμετοχή στην κοινωνία – χρειάζεται περαιτέρω μελέτη και πειράματα για να αποδείξει την πρακτικότητά του και να εξερευνηθούν διαφορετικά μοντέλα εφαρμογή του. Τοπικές ομάδες, πολιτικά κόμματα, ιδρύματα, ακαδημαϊκοί, η κοινωνία των πολιτών πρέπει να συνεργάζονται για την υποστήριξη πρωτοβουλιών για το βασικό εισόδημα ως ένα σημαντικό βήμα προς την κατεύθυνση της δημιουργίας μιας κοινωνικής, βιώσιμης και με κοινωνική συνοχή Ευρώπης για όλους.
Ζούμε το πέμπτο έτος ύφεσης και σοβαρό τμήμα του πληθυσμού ζει πλέον σε κατάσταση φτώχειας και αποκλεισμού. Ένα αυταρχικό οικονομολογιστικό μοντέλο που διαλύει τις κοινωνικές σχέσεις και το ευρωπαϊκό κοινωνικό μοντέλο δεν είναι αποδεκτό και οδηγεί σε δημοκρατική απονομιμοποίηση και όχι σε μεταρρύθμιση με τη στήριξη της κοινωνίας. Η δημοσιονομική εξυγίανση από μέσο για βελτίωση της βιωσιμότητας της κοινωνίας και της ζωής των μελλοντικών γενεών έχει μετατραπεί σε εργαλείο καταστροφής της ζωής των πολιτών. Έχει αναδειχθεί σε αυτοσκοπό στο πλαίσιο μιας κυνικής λογιστικής υπόθεσης, που αποτυγχάνει τελικώς να προωθήσει ισορροπημένα μέτρα που να έχουν ένα κοινωνικά δίκαιο αποτέλεσμα.
Είναι γεγονός ότι ως κοινωνία των πολιτών έχουμε αναλάβει πρωτοβουλίες αλληλεγγύης αλλά δεν έχουμε προχωρήσει, αξιοποιώντας και την εμπειρία των ευρωπαϊκών δικτύων καταπολέμησης της φτώχειας, σε ένα πιο ολοκληρωμένο πρόγραμμα δράσεων για τα θέματα της φτώχειας. Κοινωνική αλληλεγγύη, όμως, δε σημαίνει φιλανθρωπία και ελεημοσύνη. Η φιλανθρωπία λειτουργεί αποκλειστικά ως ανακούφιση, ανακούφιση των αναγκών του ευεργετούμενου και των ενοχών του ευεργέτη. Η εξασφάλιση μιας αξιοπρεπούς διαβίωσης, κοινωνικής συμμετοχής, αλληλεγγύης και συλλογικής ανάπτυξης, αλλά και της διατήρησης και ανάπτυξης του κοινωνικού κεφαλαίου απαιτεί μία ενεργοποιό κοινωνική αντίδραση, η οποία θα υποστηρίζει την οικοδόμηση ενός κοινωνικού κράτους, το οποίο θα απαιτεί μια πιο δίκαιη κατανομή των κοινωνικών αγαθών και ευκαιριών.
Η εξασφάλιση μιας αξιοπρεπούς διαβίωσης, κοινωνικής και πολιτικής συμμετοχής, αλληλεγγύης και συλλογικής ανάπτυξης, αλλά και της διατήρησης και ανάπτυξης του κοινωνικού κεφαλαίου, πρέπει να αποτελέσει κεντρικό πολιτικό στόχο. Είναι απαραίτητη, λοιπόν, μια ενεργός κοινωνική πολιτική, η οποία θα οικοδομήσει ένα κοινωνικό κράτος, το οποίο θα εξασφαλίζει μία πιο δίκαιη διανομή των κοινωνικών αγαθών και ευκαιριών. Επαρκείς και ικανοποιητικές λύσεις με προοπτική, θα πρέπει να απαντήσουν κοινωνικές, οικολογικές, πολιτιστικές και οικονομικές ανάγκες, στη βάση της συλλογικότητας και της αλληλεγγύης, μακριά από ατομικιστικές στείρες λογικές.
Μία οικονομία της αλληλεγγύης, οικολογικά, κοινωνικά και πολιτιστικά συμβατή φαίνεται να είναι όχι μόνο λογική και αυτονόητη, αλλά και, κάτω από τις σημερινές συνθήκες, η μόνη εφικτή και επείγουσα απάντηση στα επαπειλούμενα και συσσωρευμένα κοινωνικά προβλήματα, ιδιαίτερα αυτά του κοινωνικού αποκλεισμού και της ανεργίας.