Άρθρο του Αλέκου Λασκαράτου στο protagon.gr
http://www.protagon.gr/?i=protagon.el.blog&id=42271
Κάθε δεύτερη-τρίτη μέρα πηγαίνω στην καφετέρια λίγα μέτρα μετά τη γωνία του δρόμου και απολαμβάνω έναν ωραίο καπουτσίνο. Συνήθως το συνδυάζω με κάποια λίγα ψώνια από το μικρό σούπερ μάρκετ που είναι ακριβώς στη γωνία. Το προσωπικό του είναι τρεις κοπέλες και ένας νεαρός με εναλλασσόμενες βάρδιες. Ο νεαρός και η μία από τις κοπέλες κάνουν μισές (πεντάωρες) βάρδιες και ταυτόχρονα παραδίδουν παραγγελίες στα σπίτια, ενώ οι άλλες δύο κάνουν κανονικές (δεκάωρες) βάρδιες. Κάποιες σπάνιες φορές, κυρίως όταν αυτά που ψωνίζω είναι περισσότερα και βαριά και δεν μπορώ να τα μεταφέρω με το καρότσι της λαϊκής, ζητώ να μου τα φέρουν στο σπίτι. (Μια-δυο φορές αυτή που μου έφερε τα ψώνια ήταν η κοπέλα και ομολογώ ότι καταντράπηκα έτσι φορτωμένη που την είδα. Από τότε ρωτάω πότε θα είναι ο Γ., που είναι και γεροδεμένος, και κανονίζω ανάλογα).
Καθώς πλησίαζα στην είσοδο του σούπερ μάρκετ, βλέπω και βγαίνει ένας ψηλός άντρας κοντά στα σαράντα. Δεν ξέρω γιατί, αλλά έτσι όπως τον είδα από κοντά, μου φάνηκε πως είχε κατεβασμένα τ’ αυτιά του και ύφος δυστυχισμένο. Κάνει δεν κάνει πέντε μέτρα και από πίσω του έρχεται η μία από τις κοπέλες (που είναι και η προϊσταμένη) με μία σακούλα με ψώνια, την τείνει και του λέει, έλα Π. σε παρακαλώ πάρτην. Αυτός στην αρχή αρνείται, τελικά όμως συναινεί, ευχαριστεί, και φεύγει με τη σακούλα. Μπαίνω στο μαγαζί. Εκτός από την προϊσταμένη, είναι και η κοπελίτσα που κάνει τις διανομές. Μου εξηγούν λοιπόν πως ο πελάτης αυτός αγόρασε ένα κοτόπουλο και λίγη φέτα, και για να πληρώσει έδωσε μια κάρτα. Ο λογαριασμός ήταν 5.5 ευρώ. Όμως το μηχάνημα απέρριψε επανειλημμένα την κάρτα του (μάλλον χρεωστική), παρά το γεγονός ότι όπως εκείνος ισχυρίστηκε είχε στην κάρτα του ένα υπόλοιπο 6.5 ευρώ. Πάνω του δεν είχε άλλα χρήματα. Φανερά απογοητευμένος, άφησε τα ψώνια στον πάγκο και βγήκε από το μαγαζί με άδεια χέρια.
Όπως μου είπαν οι δυο κοπέλες, συνεννοήθηκαν με μια ματιά, συμφώνησαν, η μία πήρε τη σακούλα στα χέρια της και έτρεξε πίσω του, και έτσι είδα τη σκηνή που περιέγραψα πιο πάνω. Συμφώνησαν να μοιραστούν μεταξύ τους το κόστος των 5.5 ευρώ. Ο πελάτης Π. είχε ξαναεμφανιστεί μια δυο φορές στο μαγαζί τους. Είχε ψωνίσει από λίγα πράγματα, είχε πληρώσει και είχε φύγει. Τώρα όμως τον πρόδωσε η κάρτα του.
Με εντυπωσίασε η γενναιόδωρη πράξη των δύο αυτών κοριτσιών που δουλεύουν τόσο σκληρά για, ποιος ξέρει, τι μισθό. Είμαι απόλυτα βέβαιος ότι και η τρίτη κοπέλα να ήταν, το αποτέλεσμα θα ήταν το ίδιο. Το κατάστημα ανοίγει το πρωί στις 8, αλλά αυτές πηγαίνουν από τις 6 για να στήσουν τα διάφορα στα ράφια τους, και κλείνει στις 9 το βράδυ αλλά δεν φεύγουν πριν το 10.30 για να τα ξαναμαζέψουν. Κουβαλήματα και τοποθετήσεις στα ράφια όταν έρχεται το φορτηγό τροφοδοσίας. Η μία είναι πρώην δασκάλα, η άλλη έχει κάνει σπουδές λογιστικής και η τρίτη είναι πτυχιούχος μηχανολόγος-ηλεκτρολόγος από το ΤΕΙ Αθηνών! Πάντα ευγενέστατες και πάντα με γνήσιο χαμόγελο.
Εννοείται ότι τις κέρασα καφέ από την καφετέρια. Φρέντο καπουτσίνο μέτριο με κανέλλα, όπως μου είπαν! Η χαρά μου πολύ μεγάλη γι’ αυτό που μου χάρισαν.
Όταν μου τυχαίνουν τέτοια περιστατικά ανθρωπιάς, διερωτώμαι αν αυτά τα δημιούργησε η κρίση, ή αν αυτά πάντα υπήρχαν αλλά εγώ δεν τα έβλεπα…