Του Γιάννη Λασκαράκη*
Συμπληρώθηκαν κιόλας 17 χρόνια από την καταψήφιση του σχεδίου Ανάν, όταν οι «υπερπατριώτες» της Κύπρου έβαλαν ταφόπλακα στην επίλυση του Κυπριακού. Ήμουν στην πλατεία της Λευκωσίας εκείνο το βράδυ της 23 Απριλίου του 2004 και έζησα τον εθνικιστικό παραλογισμό του Τάσσου Παπαδόπουλου, όταν πλαισιωμένος από το ελλαδικό διακομματικό λόμπυ των ομοϊδεατών του, διακήρυσσε κλαίγοντας ότι παρέλαβε κράτος και δε θα παραδώσει κοινότητα.
Στο διάγγελμά του ο τότε Πρόεδρος της Κύπρου προσπάθησε να υποβαθμίσει τις συνέπειες της καταψήφισης του σχεδίου, λέγοντας: «Αν ο κυρίαρχος λαός με τη ψήφο του απορρίψει το σχέδιο, σε μία εβδομάδα η Κυπριακή Δημοκρατία θα καταστεί πλήρες και ισότιμο μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Θα πετύχουμε ένα στρατηγικό στόχο που από κοινού θέσαμε για να αναβαθμίσουμε και να θωρακίσουμε πολιτικά την Κυπριακή Δημοκρατία. Είναι δογματισμός και υποδηλεί άγνοια των κανόνων της διεθνούς πολιτικής, η άποψη ότι αυτή θάναι η τελευταία πρωτοβουλία για λύση του Κυπριακού. Οι βασικοί παράμετροι που επέφεραν αυτή την πρωτοβουλία θα συνεχίσουν να υπάρχουν και μετά την 25η Απριλίου. Αντίθετα, εγώ λέω ότι οι πιέσεις για λύση θα είναι μεγαλύτερες και καθημερινές. Η ένταξη της Κυπριακής Δημοκρατίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση θάναι δεδομένη. Η ενταξιακή πορεία της Τουρκίας επίσης θα συνεχιστεί και έτσι η Άγκυρα θα βρίσκεται υπό συνεχή αξιολόγηση για την υιοθέτηση και εφαρμογή του ευρωπαϊκού κεκτημένου κι ένας από τους αξιολογητές θα είναι και η Κύπρος. Το διεθνές ενδιαφέρον για εξομάλυνση και ειρήνευση της περιοχής μας θα συνεχίσει να υπάρχει».
Δυστυχώς, από το παραπάνω απόσπασμα προκύπτει ότι ο Τάσσος Παπαδόπουλος σκόπευε να χρησιμοποίησε την ένταξη της Κύπρου στην Ε.Ε. (την οποία πέτυχε ο Κώστας Σημίτης χωρίς την επίλυση του Κυπριακού προβλήματος), ως «εργαλείο» εκβιασμού για μια λύση φαλκιδευμένης πολιτικής ισότητας για τους Τουρκοκύπριους και ως ένα «εφαλτήριο» για βέτο απέναντι στην ευρωπαϊκή προοπτική της Τουρκίας. Πάνω από 20 κεφάλαια των διαπραγματεύσεων της τουρκικής ένταξης «μπλοκάρισε» έκτοτε η Κυπριακή ηγεσία, ακυρώνοντας στην ουσία την ευρωπαϊκή προοπτική της γειτονικής χώρας, με τη συνέργεια της Γαλλίας.
Ο Τάσσος Παπαδόπουλος στο Μπούργκενστοκ της Ελβετίας το 2004, όχι μόνο δεν διαπραγματεύτηκε το σχέδιο Ανάν, αλλά σηκώθηκε κι έφυγε για να λάβει μέρος σε σύνοδο της Ε.Ε. ως ηγέτης υπό ένταξη χώρας. Το ίδιο έκανε και ο Κώστας Καραμανλής, κρυπτόμενος στο ξενοδοχείο του και τρεφόμενος με room service. Από δίπλα ο ηγέτης του ΑΚΕΛ Χριστόφιας του «ήπιου όχι», διακήρυττε ότι ο Τάσσος θα επαναδιαπραγματευόταν το σχέδιο Ανάν και θα «τσιμέντωνε» το ΝΑΙ!
17 χρόνια μετά οι εκλιπόντες Παπαδόπουλος και Χριστόφιας διαψεύστηκαν. Μία μόνο πρωτοβουλία λήφθηκε έκτοτε για την λύση του κυπριακού, το 2017 στον Κράν Μοντανά, η οποία απέτυχε και πάλι. Το διπλωματικό κεφάλαιο που ξοδεύτηκε στο κυπριακό εξαντλείται, η διεθνής κοινότητα κουράστηκε λόγω των συνεχών αρνήσεων των Ελληνοκυπρίων.
Σήμερα οι ίδιοι οι Κύπριοι απαριθμούν τι έχασαν με το ΟΧΙ στο σχέδιο Ανάν:
- Θα είχαν αμέσως παραχωρηθεί στην Ελληνοκυπριακή κυριαρχία τα Βαρώσια και τα Κόκκινα. Οι κατεχόμενες περιοχές Αθηένου, Μάμμαρι, Πύλας και Τρούλλων. Ο Άγιος Νικόλαος, το Πετροφάνι, το Σελέμανι, τα Βαρίσεια. Η Άχνα, η Πέτρα, ο Άγιος Γεώργιος Λεύκας, η Γαληνή, το Λουτρό, το Πυρόι και το Τύμπου.
- Από 1η Μαΐου 2006, θα άρχιζε η επιστροφή των ελληνοκυπρίων στις περιοχές Αχερίτου, Αμμαδιών, Αυλώνας, Καλοψίδας, Κοντέας, Λιμνήτη, Λύσης, Μακράσυκας και Ξερόβουνου.
- Από την 1η Οκτωβρίου 2006, θα επέστρεφαν οι κάτοικοι Γερόλακκου, Κάτω και Πάνω Ζώδιας, Μιας Μηλιάς και του βορειοδυτικού τμήματος των Βαρωσίων.
- Από την πρωτοχρονιά του 2007, θα επέστρεφαν οι κάτοικοι Μόρφου και των χωριών, Αγία Μαρίνα, Άγιος Ερμόλαος, Άγιος Βασίλειος, Αγριδάκι, Αργάκι, Άσσια, Ασώματος, Βατυλή, Φιλιά, Γαϊδουράς, Καλό Χωριό, Καραβοστάσι, Καρπάσια, Κατωκοπιά, Κοντεμένος, Κορμακίτης, Κυρά, Λάρνακας Λαπήθου, Μύρτου, Νικήτας, Πεντάγυα, Ποταμός του Κάμπου, Πραστειό Μόρφου, Πραστειό Αμμοχώστου, Πυργά, Σύσκλυπος και Σκυλλούρα.
- Επίσης οι Καρπασίτες θα επέστρεφαν υπό καθεστώς αυτονομίας και ανακτώντας όλες τις περιουσίες τους.
- Ακόμα μέχρι τον Οκτώβριο του 2006, θα είχαν φύγει 34.000 Τούρκοι στρατιώτες και θα παρέμειναν δύο αγήματα, με 950 Έλληνες και 650 Τούρκους, που θα έφευγαν εντελώς το 2019. Σήμερα δηλαδή δεν θα υπήρχε ξένος στρατιώτης στην Κύπρο!
- Για την πολιτική ισότητα, Τουρκοκύπριος θα ασκούσε την Προεδρία της Ομοσπονδίας για τους 20 μήνες της πενταετούς θητείας και τους υπόλοιπου 40 Ελληνοκύπριος. Αντιπρόεδρος θα αναλάμβανε αντιστοίχως Ελληνοκύπριος και Τουρκοκύπριος. Επίσης υπήρχε ο όρος να υπάρχει στις αποφάσεις του εξαμελούς Προεδρικού Συμβουλίου ,έστω και μια θετική τουρκοκυπριακή ψήφος και έξι ή δέκα τουρκοκυπριακές ψήφοι (για ειδικά θέματα) στην 48μελή Γερουσία.
Αυτά τα αυτονόητα δεν δέχθηκε ο Τάσσος Παπαδόπουλος, τα οποία βέβαια ανέτρεπαν την ισχύουσα αποκλειστική διοίκηση της Κύπρου από Ελληνοκύπριους με ό,τι αυτό συνεπάγεται στη διαχείριση ισχυρών πολιτικών και οικονομικών συμφερόντων, όχι πάντα με διαφάνεια, όπως απέδειξαν οι σχέσεις της ηγεσίας της Κύπρου με το καθεστώς Μιλόσεβιτς, με το ξέπλυμα των καταθέσεων των Ρώσων ολιγαρχών, με τα «χρυσά διαβατήρια» κλπ.
Υπήρχε και κάτι που δεν μπόρεσαν ποτέ να αξιολογήσουν οι ηγέτες και η πλειοψηφία των Ελληνοκυπρίων: Στην πορεία του χρόνου στο πλαίσιο της Ε.Ε., η οικονομία και η ευημερία σε ένα δημοκρατικό πολίτευμα θα σάρωναν τις εθνοτικές διαφορές. ΟΙ Τουρκοκύπριοι δεν θα είχαν κανένα λόγο να δέχονται την επιρροή της Τουρκίας και θα πολιτεύονταν με βάση τα οικονομικά και τα κοινωνικά τους συμφέροντα, τα οποία θα διασφάλιζε το ευρωπαϊκό τους κεκτημένο. Είναι, επίσης, βέβαιο ότι η πρόνοια του σχεδίου να υπάρξουν στο μέλλον κόμματα κοινά ανεξάρτητα από εθνοτικούς διαχωρισμούς, θα γινόταν πραγματικότητα. Τότε μικρή σημασία θα είχε η πρόβλεψη για ελάχιστες ψήφους των Τουρκοκυπρίων, αφού αυτές θα συνυπήρχαν μέσα στον πολιτικό σχηματισμό που θα αναλάμβανε την διακυβέρνηση της Κυπριακής Ομοσπονδίας.
Το Κυπριακό πρόβλημα συνεχίζει από τη δεκαετία του 1950 να αποτελεί τη «Λυδία Λίθο» των ελληνο-τουρκικών σχέσεων. Το πογκρόμ του 1955 στη Κωνσταντινούπολη και ο διωγμός των ομογενών από την Πόλη το 1960 είχαν αιτία ή αφορμή τις εθνοτικές συγκρούσεις στη Κύπρο. Το δόγμα «η Κύπρος αποφασίζει και η Ελλάδα συμπαραστέκεται» είχε ως αποτέλεσμα τη συνεχή εμπλοκή της Ελλάδος στην εθνικιστική και μισαλλόδοξη αντιμετώπιση της τουρκοκυπριακής κοινότητας από τους ελληνοκύπριους.
Η Πενταμερής που θα συγκληθεί στις 27 Απριλίου δεν έχει ευοίωνες προοπτικές. Η Τουρκική ηγεσία επιδιώκει την ύπαρξη δύο χωριστών κρατών. Καθοριστική ήταν η αποτυχία του κ. Ακιντζί, υπέρμαχου της Ομοσπονδιακής λύσης, να επανεκλεγεί στην ηγεσία των Τουρκοκυπρίων. Ο διάδοχός του κ. Τατάρ συντάσσεται με τον Τούρκο Πρόεδρο.
Από την άλλη πλευρά, ο μόνος υπέρμαχος του ΝΑΙ το 2004, ο Νίκος Αναστασιάδης, «φλερτάρει» με τη λύση δύο κρατών. Φαίνεται ότι η θητεία του ως Προέδρου της Κυπριακής Δημοκρατίας, τον έκανε να ανησυχεί και αυτός αν θα παραδώσει κράτος ή κοινότητα στα παιδιά του. Φοβάμαι όμως ότι τα «υπερήφανα» διαχρονικά ΟΧΙ οδηγούν σε ένα μικρό κράτος που λίγο θα απέχει από Κοινότητα.
*Ο Γιάννης Λασκαράκης είναι Πολιτικός μηχανικός, σύμβουλος έκδοσης της εφημερίδας Η ΓΝΩΜΗ της Αλεξανδρούπολης