Του Χάρη Κουγιουμτζόπουλου
Δημοσιογράφου Τοπικής Αυτοδιοίκησης
Λιγότερο από ένας χρόνος μας χωρίζει από τις περιφερειακές εκλογές της Αττικής και οι πολίτες θα κληθούν να εκλέξουν την νέα ηγεσία για έναν θεσμό καθοριστικό για την ζωή τους, αλλά θεσμό σχεδόν άγνωστο γι αυτούς.
Και εντωμεταξύ εν αγνοία τους, εδώ και πολλά χρόνια η Αττική αναπτύσσεται λανθασμένα και καταστροφικά για την ζωή τους. Οι κάτοικοι δεν συναποφασίζουν ποτέ στους σχεδιασμούς. Απλά διαπιστώνουν τις παθογένειες μέσα από την καθημερινότητά τους και εκ των υστέρων.
Ενας παραδείγματος χάριν από τους βασικούς αναπτυξιακούς σχεδιασμούς που προγραμματίζονται είναι η αναβάθμιση του ρόλου της Περιφέρειας Αττικής στους διευρωπαϊκούς άξονες μεταφορών μέσω επενδύσεων στον Πειραιά, το Λαύριο και την Ραφήνα. Συμφωνούν οι κάτοικοι της Αττικής στο σύνολό τους με αυτόν τον σχεδιασμό; Τον γνωρίζουν; Μήπως βάζουν άλλες προτεραιότητες όπως η δημιουργία υπόγειων θέσεων στάθμευσης;
Στην Αττική καταγράφεται ο μεγαλύτερος δείκτης ατυχημάτων με αύξηση 80,1% την διετία 2020-2021 εν μέσω covid. Μήπως αυτό απασχολεί περισσότερο τους κατοίκους της Αττικής;
Η νέα ηγεσία θα κληθεί να συγκεκριμενοποιήσει το Περιφερειακό Επιχειρησιακό Πρόγραμμα της Αττικής και να διαθέσει 1,6 δις για την αντιμετώπιση των προβλημάτων της. Προγραμματίζεται (πάλι ως παράδειγμα το παραθέτω) προς το παρόν να αφιερωθούν 6,7 εκατομμύρια για τις αστικές συγκοινωνίες και 50,9 εκατομμύρια για τις Ευρωπαϊκές μεταφορές μεγάλων αξόνων. Συμφωνούν οι κάτοικοι με αυτήν την αναλογία ή θα επιθυμούσαν να είναι αντίστροφη;
Πρέπει να τονίσουμε ότι ένα πολύ μεγάλο μέρος των υποδομών που φτιάχνουν οι δήμοι, όπως δρόμοι, πεζοδρόμια, σχολεία, πολιτιστικά κέντρα, δημαρχεία, θέσεις στάθμευσης κλπ χρηματοδοτείται, άρα εγκρίνεται από την Περιφέρεια. Ετσι η Περιφέρεια ελέγχει κατά απόλυτο τρόπο τις μεγάλες υποδομές των δήμων και το Επιχειρησιακό της Πρόγραμμα είναι καθοριστικό.
Το μεγάλο πρόβλημα είναι ότι αν και από την δεκαετία του ’80 έχουν πέσει πάνω από 20 δισεκατομμύρια στην Περιφέρεια Αττικής για να λυθούν συγκεκριμένα ζητήματα, απολογιστικά κάθε 5-7 χρόνια, διαπιστώνεται ότι τα προβλήματα αυτά αυξάνονται και εντείνονται:
Η Αττική αντιμετωπίζει βασικό πρόβλημα στο θέμα της μετακίνησης και των μεταφορών με άμεσες επιπτώσεις στο περιβάλλον, την ψυχική υγεία των κατοίκων, την λειτουργία της Περιφέρειας, τον μαρασμό των τοπικών αγορών, την καθημερινότητα, τον ταξικό χωροταξικό διαχωρισμό και τις ανισότητες.
Το Ι.Χ. είναι και παραμένει το μόνο αξιόπιστο μέσο για όλους τους προορισμούς και η πιο ελκυστική επιλογή για τους κατοίκους, την ίδια όμως στιγμή που δεν μπορεί πια να εξυπηρετήσει την μετακίνηση και δεν χωράνε άλλα τα Ι.Χ. στους υπάρχοντες αλλά και στους σχεδιαζόμενους δρόμους.
Οι πολιτικές αυτές δημιουργούν ένα τεράστιο πρόβλημα στάθμευσης του Ι.Χ. με επιπτώσεις στην διαμόρφωση του δημόσιου χώρου σε όλες τις γειτονιές της Αττικής. Το κάθε Ι.Χ. ως βασικό μέσω μετακίνησης απαιτεί δημόσιο χώρο, στην κατοικία, στην αγορά και στην εργασία, δηλαδή 36 τ.μ. την ίδια ημέρα. Ετσι καταλαμβάνει το χώρο που απαιτείται για πεζοδρόμια, ασφαλείς μετακινήσεις πεζών, διαδρομές μέσων μαζικής μεταφοράς, πράσινο και χώρους συνεύρεσης και κοινωνικότητας για τους κατοίκους.
Η απόλυτη κυριαρχία του Ι.Χ. και η σχεδόν υποχρεωτική χρήση του έχει τεράστιες ενεργειακές και οικονομικές επιπτώσεις στα νοικοκυριά και αποτελεί μια υποχρεωτική κατανάλωση που επιτείνει τις κοινωνικές ανισότητες.
Οι εναλλακτικές μετακινήσεις προωθούνται με πολύ αργούς ρυθμούς και αντιφατικά, μέσα από το πρίσμα της κερδοφορίας και των «βιώσιμων επενδύσεων» που έχουν έναν τεράστιο χρόνο επώασης και όταν γίνονται μετά από πολλά χρόνια σχεδιασμού, τα δεδομένα έχουν αλλάξει.
Η Αττική χρειάζεται τολμηρές πολιτικές περιορισμού της χρήσης του Ι.Χ. και άμεσης ανάπτυξης ενός πλήρους και συνδυαστικού δικτύου εναλλακτικών μετακινήσεων που θα απελευθερώσει τον δημόσιο χώρο και τον ζωτικό χώρο των ανθρώπων.
Δεύτερο μεγάλο πρόβλημα της Αττικής είναι η έλλειψη πρασίνου. Με ελάχιστο αποδεκτό όριο του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας τα 9 τ.μ./κάτοικο η Αττική έχει 5,76. Όμως υπάρχουν και ταξικά χαρακτηριστικά και εδώ, αφού ο Β. Τομέας έχει 8,56 και ο Πειραιάς 3,39 τ.μ./κάτοικο.
Το πρόβλημα γίνεται πολύ πιο έντονο αν μπει κανείς στις γειτονιές όπου το Ι.Χ που χρειάζεται θέσεις στάθμευσης, έχει διώξει εντελώς τα δέντρα και καταργήσει τα πεζοδρόμια.
Στην Αττική δεν ασκείται πολιτική διαχείρισης του Πρασίνου, με τεράστιες επιπτώσεις στην ποιότητα της ατμόσφαιρας, τις ενεργειακές απαιτήσεις, τον θόρυβο, την διάβρωση του εδάφους, την βιοποικιλότητα, το κλίμα, την ψυχική υγεία των κατοίκων κλπ.
Εχουμε και έντονο το φαινόμενο των αστικών θερμικών νησίδων με αποτέλεσμα την αύξηση των θανάτων και των παθήσεων.
Η Αττική πρέπει να μπει στην διεθνή προσπάθεια ανάταξης της αστικής βιοποικιλότητας και σε επίπεδο περιαστικού πρασίνου, αλλά και στις γειτονιές.
Το τρίτο πρόβλημα που αντιμετωπίζει η Αττική είναι η ταξική ανάπτυξη των χωροταξικού σχεδιασμού. Υπάρχει σαφής και συνεπής πολιτική εγκατάστασης των οχλουσών χρήσεων στην Δυτική Αθήνα, τουριστικής ανάπτυξης στην Νότια Αθήνα, μη επέκτασης προς τα Μεσόγεια και τα Βόρεια και ανάλογης υπερσυγκέντρωσης πληθυσμών σημειακά. Αυτό έχει τεράστιες επιπτώσεις στις κοινωνικές ανισότητες, την εγκληματικότητα, την γκετοποίηση, στην περιθωριοποίηση και στο επίπεδο διαβίωσης όλων των κατοίκων. Με αυτό το μοντέλο, περισσότεροι κάτοικοι αναζητούν κατοικία πολύ μακρυά από την εργασία τους με τεράστιες ψυχολογικές, περιβαλλοντικές και οικονομικές επιπτώσεις.
Τέταρτο πρόβλημα που αντιμετωπίζει η Αττική είναι η διαχείριση των απορριμμάτων. Οι αδιέξοδες και αναβλητικές πολιτικές που ακολουθήθηκαν μέχρι σήμερα, οδηγούν στην καύση με τεράστιες περιβαλλοντικές και οικονομικές επιπτώσεις για τους κατοίκους.
Η διαχείριση, όμως, με εμπορευματικά κριτήρια, έχει οδηγήσει και στην κατάληψη των δημόσιων χώρων από εκατοντάδες χιλιάδες ακατάλληλους και μη ανακυκλώσιμους κάδους που δημιουργούν ένα υπερβολικά κοστοβόρο σύστημα αποκομιδής. Οι κάτοικοι δεν το γνωρίζουν αλλά η Περιφέρεια τους ετοιμάζει μια τεράστια επιβάρυνση στα δημοτικά τέλη με την καύση και την ενεργειακή αξιοποίηση των σκουπιδιών σε τεράστιες μονάδες επεξεργασίας.
Η Αττική χρειάζεται τολμηρές πολιτικές ανακύκλωσης και διαχωρισμού στην πηγή, σε συνδυασμό με υπόγειους κάδους και πράσινα σημεία ανταποδοτικής ανακύκλωσης. Και ενώ χρειαζόμαστε μοντέλα αποκέντρωσης επενδύουμε συνεχώς στην υπερσυγκέντρωση με υπερμεγέθεις μονάδες που υποβαθμίζουνε μεγάλες περιοχές και δημιουργούν και ανάλογα μη βιώσιμα κόστη.
Το πέμπτο πρόβλημα που αντιμετωπίζει η Αττική είναι ο αναπτυξιακός της προσανατολισμός με την υιοθέτηση ενός ρόλου πανευρωπαϊκού διακομιστικού κέντρου και υπερθνικών υπηρεσιών.
Αυτό σημαίνει μεγάλες εγκαταστάσεις Λιμανιών, Logistics, υποδομών μεταφοράς, ενέργειας, αποβλήτων κλπ και προσέλευση κι άλλου πληθυσμού. Η υπερσυγκέντρωση είναι ραγδαία και παραπέμπει σε δραστηριότητες μεγάλης έντασης με παράλληλη αύξηση όλων των προβλημάτων.
Το φαινόμενο αυτό επιφέρει και φτωχοποίηση μεγάλης μερίδας ανθρώπων καθώς οι τιμές των ακινήτων ανεβαίνουν με την συνεχή αύξηση της ζήτησης. Παράλληλα ανεβαίνει συνολικά το κόστος διαβίωσης σε σύγκριση με την επαρχία. Ο κόσμος στην Αττική φτωχαίνει, ενώ η Αττική αυξάνει την συμμετοχή στο ΑΕΠ.
Το έκτο πρόβλημα που αντιμετωπίζει η Αττική είναι η συνεχής επέκταση των ανθρώπινων δραστηριοτήτων σε μη αστικούς χώρους. Θάλασσες, παραλίες, δάση, ρέματα, βουνά, αγροτικές περιοχές κλπ. Οι ανθρώπινες δραστηριότητες επεκτείνονται συνεχώς με «αναπτυξιακό χαρακτήρα», αλλοιώνουν το φυσικό περιβάλλον και απομακρύνουν την φύση από την πόλη. Οι κάτοικοι της Αττικής αναγκάζονται να διανύσουν όλο και μεγαλύτερες αποστάσεις για να έρθουν πραγματικά σε επαφή με την φύση. Ο Υμηττός την Κυριακή το πρωί δεν διαφέρει σε τίποτα από το Σύνταγμα, όπως το καλοκαίρι μικρή είναι η διαφορά μεταξύ Φαλήρου και Αναβύσσου.
Το έβδομο πρόβλημα που αντιμετωπίζει η Αττική είναι η τρωτότητα. Η Αττική έχει γίνει μια ευάλωτη περιοχή σε κάθε είδους απειλή. Διατροφική, Υγειονομική, Κλιματική, Οικονομική, Ψηφιακή κλπ. Η Αττική δεν έχει την παραμικρή θωράκιση αυτονομίας σε καμία λειτουργίας της. Οποιαδήποτε κρίση θα την φέρει σε τραγική κατάσταση. Ολο το μοντέλο λειτουργίας και διαβίωσης βασίζεται σε κεντρικά διαμετακομιστικά μέσα που αν προσβληθούν, θα καταρρεύσει καθολικά και θα μπλοκάρει με σοβαρό κίνδυνο επιβίωσης για τους κατοίκους της.
Το όγδοο πρόβλημα που αντιμετωπίζει η Αττική είναι οι υποδομές παιδείας. Τεράστια μπετονένια κτίρια, με μεγάλους πληθυσμούς μαθητών, εχθρικά επισφαλή και αφιλόξενα. Ακόμη και το χειρότερο σχολείο της επαρχίας, είναι πιο ευχάριστο από το καλύτερο της Αττικής. Η έλλειψη πρασίνου είναι παντελής, ενώ συμβάλει τα μέγιστα στην ενεργειακή κατανάλωση και στο φαινόμενο των αστικών θερμικών νησίδων.
Το ένατο πρόβλημα της Αττική είναι η συνεχής συρρίκνωση της αγροτικής παραγωγής με συνέπεια την απομάκρυνση του κατοίκου από την φύση, την αποξένωση από την καλλιέργεια και κυρίως την διατροφική εξάρτηση από απομακρυσμένες περιοχές με τεράστιο κόστος μεταφοράς. Ο αγροτικός πληθυσμός της Αττικής εξαφανίζεται δημιουργώντας μια τεράστια ανισορροπία στην οικονομία.
Και τέλος η γήρανση του πληθυσμού: Η Αττική είναι από τις πιο γηρασμένες περιφέρεις του κόσμου. Αυτό σημαίνει πολλά νοικοκυριά με μοναχικά άτομα, αδυναμία αυτοεξυπηρέτησης και αύξηση του χρόνου ζωής με ασθένειες. Ούτως ή άλλως η Ελλάδα τα επόμενα χρόνια θα το αντιμετωπίσει ως τεράστιο κοινωνικό πρόβλημα, οι συνθήκες ζωής όμως στην Αττική θα το διαμορφώσουν σε πολύ μεγαλύτερη ένταση.
Όλα τα παραπάνω εντείνουν τις κοινωνικές ανισότητες και την περιθωριοποίηση, βάζοντας με ένταση όλες τις παθογένειες του αστικού περιβάλλοντος. Από την κακή αισθητική των πόλεων μέχρι την εγκληματικότητα.
Η Αττική χρειάζεται ανάπτυξη ήπιας μορφής δραστηριοτήτων, ανακοπή της συσσώρευσης πληθυσμού και άπλωμα στην κατοικία με βασικό χαρακτηριστικό πολιτικές μείωση του Ι.Χ. και ανάπτυξης του πρασίνου.
Η Αττική σήμερα βρίσκεται σε εντελώς λάθος κατεύθυνση «ανάπτυξης». Με βασικό προσανατολισμό την μείωση της ανεργίας και την ανάπτυξη του καταναλωτισμού (δήθεν βιωτικού επιπέδου), επενδύει συνεχώς σε υπερμεγέθεις υποδομές παραγωγής και δημιουργίας θέσεων εργασίας. Cosco, Ελ. Βενιζέλος, Θριάσιο, Ελληνικό, Malls κλπ, τώρα και Κέντρο Microsoft. Αυτή η πολιτική που απορροφά όλο και μεγαλύτερα κομμάτια της αγοράς εργασίας, φέρνει όλο και περισσότερο πληθυσμό της επαρχίας στην Αττική. Η έλευση αυτή δημιουργεί όλο και περισσότερα προβλήματα. Περισσότερες ανάγκες για Ι.Χ., αύξηση της ζήτησης των ακινήτων, χειρότερες μαζικές μεταφορές, πυκνοκατοίκηση, έλλειψη υποδομών υγείας και παιδείας, δημόσιων χώρων, πρασίνου κλπ.
Απόδειξη είναι ότι από την δεκαετία του ’80 πέφτουν όλο και περισσότερα χρήματα στην αντιμετώπιση των προβλημάτων της Αττικής και κάθε φορά οι επιτροπές Παρακολούθησης του ΠΕΠ Αττικής διαπιστώνουν ότι τα προβλήματα που επιχειρήθηκαν να αντιμετωπιστούν εντάθηκαν. Κανένα από τα προβλήματα δεν αμβλύνθηκε. Περιβαλλοντικά, ανεργίας, κοινωνικά, περιθωριοποίησης, μεταφορών, μετακίνησης, εξυπηρέτησης, υγείας, παιδείας κλπ. ενώ και ο βαθμός δυσφορίας των κατοίκων ανεβαίνει ραγδαία.
Τέλος αξιοσημείωτα είναι και δύο προβλήματα λειτουργίας του ίδιου του θεσμού.
Η Περιφέρεια Αττικής σε αντίθεση με όλες τις άλλες Περιφέρειες είναι ένας αποξενωμένος κοινωνικά θεσμός. Κανένας πολίτης δεν αντιλαμβάνεται την λειτουργίας της και τις επιλογές της και κανένας βέβαια ούτε καν οι αιρετοί των δημοτικών συμβουλίων, δεν παίρνει χαμπάρι τις αποφάσεις της. Υπάρχει τεράστιο έλλειμμα δημοκρατίας, λογοδοσίας, διαφάνειας, εγγύτητας κλπ.
Το δεύτερο είναι το χωροταξικό σε σχέση με τους εργαζόμενους, αλλά και της εξυπηρέτησης των πολιτών. Με αδιευκρίνιστες συνθήκες και όρους, νοικιάζονται τεράστια κτήρια με υπέρογκα ποσά, που υποχρεώνουν τους εργαζόμενους και τους πολίτες να μετακινούνται σε μεγάλες αποστάσεις καθημερινά. Δεν υπάρχει κανένας εξορθολογισμός στο χωροταξικό της εργασίας και καμία έννοια αποκέντρωσης.