Οι ΠΡΑΣΙΝΟΙ ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗ θεωρούμε απαράδεκτη άλλη μια προσπάθεια της κυβέρνησης μέσα από την εκ νέου προσπάθειά της (τώρα με έγγραφο του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους, μετά την αποτυχία της με την Πράξη Νομοθετικού Περιεχομένου του 2015) να συγκεντρώσει τα ταμειακά διαθέσιμα των δήμων στην Τράπεζα της Ελλάδας περιορίζοντας με αυτόν τον τρόπο – την ίδια στιγμή που υποτίθεται προσπαθεί να ενισχύσει – τις αρμοδιότητες των δήμων να σχεδιάζουν και να υλοποιούν επιλογές που θα κάνουν τη ζωή των δημοτών καλύτερη. Οι Δήμοι σύμφωνα με το ισχύον θεσμικό πλαίσιο, έχουν τη δυνατότητα να διασφαλίζουν, μέσα από σχετικές διαγωνιστικές διαδικασίες, τους πιο συμφέροντες όρους στα επιτόκιά τους. Για ποιο λόγο πρέπει να υποχρεώσει η κυβέρνηση τους Δήμους να μεταφέρουν τα ταμειακά διαθέσιμά τους στην ΤτΕ χωρίς να λαμβάνεται υπόψη το ύψος των επιτοκίων; Η κυβέρνηση προσπαθεί να καλύψει το γεγονός ότι δεν έχει αποδώσει πόρους που όφειλε στην αυτοδιοίκηση για τεχνικά έργα και υποδομές, καθώς και παρακρατηθέντες πόρους της περιόδου 2010- 2016, ύψους 13 δις ευρώ, ενώ προσπαθεί να εμφανίσει πρωτογενές πλεόνασμα για τους ΟΤΑ ύψους 271 εκατ. ευρώ για το 2017.
Οι ΠΡΑΣΙΝΟΙ ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗ συμφωνούμε με τη θέση της Κεντρικής Ένωσης Δήμων Ελλάδας αλλά και του Δήμου Αθηναίων ότι δεν μπορεί η κυβέρνηση να δεσμεύει τα αποθεματικά των Δήμων για να δημιουργεί την εικόνα των υψηλών πρωτογενών πλεονασμάτων ή να τα χρησιμοποιεί για να πληρώνει τα τοκοχρεολύσια και τα δάνεια. Αντιθέτως, οι Δήμοι πρέπει να εξοφλήσουν τις υποχρεώσεις τους, κάτι που έχει σταματήσει να κάνει η κεντρική διοίκηση, συνεχίζοντας την ασφυξία στην αγορά.
Αυτό που χρειάζεται η αυτοδιοίκηση είναι να έχει το δικαίωμα αλλά και την ικανότητα να αξιοποιεί τους πόρους της και τα ταμειακά διαθέσιμα με τρόπο ανταποδοτικό προς την κοινωνία και τους δημότες, δηλαδή με τρόπο που ενισχύει τις κοινωνικές και πράσινες επενδύσεις που παράγουν έργα και υπηρεσίες που βελτιώνουν την ποιότητα ζωής, δημιουργούν βιώσιμες κι αξιοπρεπείς θέσεις εργασίας, αλλάζουν το συνολικό οικονομικό και παραγωγικό μοντέλο προς της κατεύθυνση της κοινωνικής και οικολογικής βιωσιμότητας. Η αυτοδιοίκηση πρέπει να υποστηριχθεί ώστε να απαλλαγεί από φαινόμενα και καταστάσεις του παρελθόντος που έχουν υποβαθμίσει το ρόλο της στην κοινωνική και οικονομική αλλαγή που απαιτείται για να επιβιώσουμε ως χώρα. Η αυτοδιοίκηση χρειάζεται μεταφορά τεχνογνωσίας και ενίσχυση, ώστε κάθε ευρώ που δαπανάται να έχει βέλτιστη απόδοση σε οικονομικό, κοινωνικό και οικολογικό επίπεδο.
Είναι εντελώς απαράδεκτο να επιβάλει η Κυβέρνηση την δέσμευση των ταμειακών διαθεσίμων την ίδια στιγμή που οι κυβερνήσεις έχουν περικόψει κατά 60% τις κρατικές ενισχύσεις προς την αυτοδιοίκηση τα τελευταία χρόνια κι έχουν μεταφέρει υπηρεσίες από το κεντρικό κράτος προς την αυτοδιοίκηση, χωρίς αυτό να συνοδεύεται από αντίστοιχες χρηματοδοτήσεις. Το αστείο είναι ότι σύμφωνα με τις εξαγγελίες της κυβέρνησης, “η ελληνική οικονομία έχει πλέον ξεπεράσει τις συνθήκες δημοσιονομικής ασφυξίας που αντιμετώπιζε το καλοκαίρι του 2015 και πλέον βρισκόμαστε στο δρόμο της ανάπτυξης” και «τα έσοδα του Κράτους αυξάνονται».
Η κυβέρνηση συνεχίζει να κάνει ότι δεν καταλαβαίνει τι επιπτώσεις έχουν αυτές οι πρακτικές της τόσο στο γενικότερο επίπεδο (πλασματική εικόνα πρωτογενών πλεονασμάτων, αυτοδιάψευση για έξοδο από κρίση) όσο και σε αυτό της ανάληψης ευθυνών από τους Δήμους για την αλλαγή του παραγωγικού και οικονομικού μοντέλου. Η κυβέρνηση επιδιώκει αδύναμους δήμους, που ασφυκτιούν και δεν μπορούν να έχουν “οξυγόνο” για να σχεδιάσουν και υλοποιήσουν πολιτικές για την κοινωνική συνοχή, την προστασία του κλίματος, την οικολογική και ενεργειακή μετάβαση, την εξάλειψη της φτώχειας και της ενεργειακής φτώχειας, την ενίσχυση της ποιότητας ζωής. Δεν θα βγούμε από την κρίση όμως χωρίς μεταρρυθμίσεις και βαθιές αλλαγές στους τομείς αυτούς.