Του Αλέξανδρου Λασκαράτου
Γεν. Γραμματέα των ΠΡΑΣΙΝΩΝ-ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗ
Μετά τη μετάβαση του Ρετσέπ Ταγίπ Ερντογάν στην Άγκυρα, από την Κωνσταντινούπολη στην οποία είχε καταφύγει από το βράδυ που ξέσπασε το πραξικόπημα εναντίον του και εναντίον της κυβέρνησής του, και τη συνεδρίαση την Τετάρτη υπό την προεδρεία του, των δύο βασικότερων οργάνων της κυβέρνησης δηλαδή του Εθνικού Συμβουλίου Ασφάλειας και του Υπουργικού Συμβουλίου, φαίνεται ότι ο πρόεδρος της Τουρκίας εδραίωσε τη θέση του, παρά τους πιθανούς εναπομείναντες μικρούς θύλακες αντίστασης του αποτυχημένου πραξικοπήματος. Η κήρυξη της χώρας σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης, για τρεις μήνες, του λύνει τα χέρια για να ολοκληρώσει το έργο της “αποκατάστασης της τάξης“, όπως εκείνος το επιθυμεί. Με αυτόν τον τρόπο κλείνει η πρώτη πράξη του δράματος που έζησε η Τουρκία από το περασμένο Σάββατο το βράδυ.
Μια νέα πραγματικότητα ανατέλλει λοιπόν στην Τουρκία και σε όλη την γύρω περιοχή. Ήδη, έχει εκδηλωθεί προγκρόμ διώξεων κατά αντιφρονούντων κυρίως στο στράτευμα, αλλά και στη δημόσια διοίκηση γενικότερα, καθώς και στα πανεπιστήμια, με απολύσεις, απαγόρευση εξόδου από τη χώρα, ανάκληση αδειών όσων δημόσιων υπαλλήλων βρίσκονται στο εξωτερικό και άλλα μέτρα, τα οποία προβλέπεται να ενταθούν στο προσεχές διάστημα. Η κατά κράτος ήττα της κεμαλικής και της κοσμικής συνιστώσας της τουρκικής κοινωνίας και ο εξισλαμισμός της δημόσιας διοίκησης και του κράτους είναι πια γεγονός. Η ευφορία των συγκεντρώσεων στήριξης του προέδρου από χιλιάδες απλούς πολίτες στις πλατείες μεγάλων πόλεων είναι χαρακτηριστική. Οι οπαδοί του Ερντογάν, είναι στην πλειοψηφία τους νέοι, μέτριου έως χαμηλού μορφωτικού επιπέδου με ισχυρό θρησκευτικό φανατισμό (στον αντίποδα του μετριοπαθούς ισλάμ που πρεσβεύει ο ιμάμης Γκιουλέν), με χαρακτηριστικά “όχλου”, και ρίζες στα βάθη της ανατολικής Τουρκίας, όπου η πλειοψηφία του πληθυσμού, είναι νέοι κάτω των 30. Οι κραυγές για επαναφορά της θανατικής ποινής, και οι εικόνες ευτελισμού των στασιαστών που είδαμε, όλα αυτά δείχνουν έναν βαθύ διχασμό της τουρκικής κοινωνίας, που τίποτε το θετικό δεν προμηνύει. Εκτιμάται ότι ένα 40-45 % του πληθυσμού, κυρίως μέση αστική τάξη, μπαίνει στο περιθώριο και στο στόχαστρο του νέου αυταρχικού καθεστώτος.
Όμως, όπως πάντοτε συμβαίνει, μετά την αρχική ευφορία, έρχονται οι δύσκολες (συνήθως οικονομικές) μέρες, και με την ίδια ευκολία που ο όχλος υποστηρίζει σήμερα τον Ερντογάν, μπορεί να στραφεί εναντίον του αλλά και ενάντια στην υπόλοιπη κοινωνία, βυθίζοντας τη χώρα, αλλά και τις γειτονικές (με την κλασσική μέθοδο της εξαγωγής της κρίσης) σε μεγάλες περιπέτειες.
Μόνη εγγύηση για το μέλλον της Τουρκίας αποτελούν οι δημοκρατικές αρχές, η ανεκτικότητα και η συμφιλίωση, και όχι ο φανατισμός, η εκδικητικότητα και ο αυταρχισμός τα οποία κινδυνεύουν να μετατρέψουν, σύντομα, την σημερινή νίκη του Ρ. Τ. Ερντογάν, σε πύρρειο νίκη..