Στην πρόσφατη ομιλία του στον ΣΕΤΕ στις 23 Ιουνίου 2021, ο Πρωθυπουργός κ. Κυριάκος Μητσοτάκης εξέφρασε τη δέσμευσή του για βιώσιμο τουρισμό που συνδυάζει την οικονομική ανάπτυξη με την περιβαλλοντική αειφορία. Τόνισε την ανάγκη να προωθηθεί η ποιότητα της ελληνικής εμπειρίας και του φυσικού κάλλους της χώρας έναντι ποσοτικών κριτηρίων («για να απαλλαγούμε από την τυραννία των αριθμών» των αφίξεων). Αυτή την προσέγγιση, τη μόνη συμβατή με την προστασία του περιβάλλοντος στην Ελλάδα, την Ευρώπη και διεθνώς, συμμερίζονται οι περισσότεροι φωτισμένοι παρατηρητές (βλ. επιφυλλίδα του αρχισυντάκτη της Καθημερινής Α. Παπαχελά στο φύλλο της 30ης Ιουνίου) που παρακολουθούν τις επιπτώσεις του μαζικού τουρισμού («με το βραχιολάκι» all inclusive) στο περιβάλλον, την τοπική κοινωνία και οικονομία στις περιοχές που τον δοκίμασαν (είτε στις ακτές της Ισπανίας είτε στη Σαντορίνη και τη Μύκονο).
Σε αντίθεση προς την κυβερνητική πολιτική, το σχέδιο επέκτασης του αεροδρομίου και ο υπό εξέλιξη διαγωνισμός εμφανίζονται επικίνδυνα ζημιογόνα. Υπενθυμίζεται ότι το υπάρχον αεροδρόμιο, μετά το κλείσιμο του μικρότερου παρακείμενου στην Αλυκή, εγκαινιάστηκε μόλις το 2016 (με αεροδιάδρομο 1400 μ.) και επιτρέπει σε ελικοφόρα αεροσκάφη να συνδέουν το νησί με την ηπειρωτική χώρα (Αθήνα ή και Θεσσαλονίκη) περισσότερες φορές την ημέρα, ικανοποιώντας έτσι τις ανάγκες του τοπικού πληθυσμού για πρόσβαση στην πρωτεύουσα για λόγους υγείας, εκπαίδευσης ή άλλους κοινωνικούς. Μόνο ευκαιριακά διενεργούνται πτήσεις από το εξωτερικό (Αυστρία). Ωστόσο, το αρμόδιο υπουργείο αποφάσισε πρόσφατα να μετατρέψει το αεροδρόμιο αυτό σε εντελώς διεθνές, με αεροδιάδρομο 1800μ, που εύκολα θα φθάσει τα 2000μ, αν συνυπολογισθούν οι χώροι στάθμευσης αεροσκαφών που προβλέπονται εκατέρωθεν του αεροδιαδρόμου, που «προστέθηκαν» για να επιτρέψουν την προσγείωση ακόμη μεγαλύτερων και περισσότερο ρυπογόνων αεριωθουμένων (jets). Επιπλέον προβλέπεται ο πολλαπλασιασμός των κτιριακών εγκαταστάσεων (από 750 σε 12000 τμ), που θα περιλαμβάνουν μεγάλα καταστήματα αδασμολογήτων ειδών (duty free). Πρόκειται προφανώς για μεγάλο «ποιοτικό άλμα» σε σχέση με την παρούσα κατάσταση.
Σημειωτέον ότι κατά τη διαδικασία εκδόσεως των περιβαλλοντικών αδειών του 2019 και 2020 για την επέκταση του αεροδρομίου δεν τηρήθηκε το ελληνικό και το ευρωπαϊκό δίκαιο, όχι μόνο γιατί δεν ρωτήθηκε δεόντως ο τοπικός πληθυσμός, αλλά, ακόμη σημαντικότερο, επειδή κατά την εξέταση των περιβαλλοντικών επιπτώσεων δεν καθορίστηκε ο σκοπός του έργου, έτσι ώστε να μην είναι δυνατό να προσδιοριστεί ποιο δημόσιο συμφέρον εξυπηρετεί. Ελλείψει ειδικού σκοπού, η ανάγκη για το έργο (νέα αύξηση του αριθμού των επισκεπτών?) θεωρήθηκε αυθαίρετα δεδομένη και δεν εξετάστηκε καμιά εναλλακτική. Το επιδιωκόμενο δημόσιο συμφέρον δεν είναι έτσι αναγνωρίσιμο.
Το χειρότερο είναι ότι με το έργο αυτό δεν απειλείται μόνο η ποιότητα ζωής στις γειτονικές ιδιοκτησίες, λόγω του θορύβου και της ατμοσφαιρικής ρύπανσης, αλλά και η σοβαρή υποβάθμιση του συνολικού περιβάλλοντος της Πάρου που θα χάσει ανεπανόρθωτα την ελκυστικότητά της. Δεν απειλούνται μόνο η πανίδα και η χλωρίδα του νησιού. Η Πάρος (και η Αντίπαρος) πάσχουν ήδη από υπερπληθυσμό κατά τη θερινή περίοδο, όπως εύκολα διαπιστώνει κάθε επισκέπτης του νησιού. Περίπου 1 εκατομμύριο αφίξεων ετησίως, από τις οποίες οι 90.000 αεροπορικώς το 2018, ένας αριθμός που διπλασιάστηκε το 2019! Οι προβλέψεις της σχετικής μελέτης έδειχναν βέβαια νέα αύξηση, αλλά οι παραδοχές της ήδη ξεπεράστηκαν από τα γεγονότα. Ο αριθμός των αφίξεων αυξάνεται πολύ γρηγορότερα από τις προβλέψεις. Με τον ρυθμό αυτό και ένα μεγαλύτερο αεροδρόμιο που θα λειτουργεί καθημερινά κι ολόκληρο το 24ωρο ο αριθμός των επισκεπτών θα αυξηθεί εκθετικά κατά την επόμενη δεκαετία. Αυτή είναι η κατεύθυνση που παίρνει η Πάρος με το νέο αεροδρόμιο. Πώς θα μπορέσει να ανταποκριθεί το νησί σε μια τέτοια εξέλιξη με εκατοντάδες χιλιάδων τουριστών επιπλέον;
Ο Πρωθυπουργός δήλωσε την προηγούμενη εβδομάδα ότι για τους κορεσμένους προορισμούς απαιτούνται ορισμένες δύσκολες αποφάσεις ώστε ο τουρισμός να σέβεται το περιβάλλον. Αυτό φαίνεται να ισχύει ιδίως για την Πάρο και την Αντίπαρο, όπου, εκτός του ότι η στέγαση σπανίζει το καλοκαίρι, ανεπαρκείς εμφανίζονται και η διαχείριση των απορριμμάτων, των λυμάτων, της ύδρευσης/άρδευσης και της κυκλοφορίας, χωρίς να μιλήσει κανείς για τις υπηρεσίες υγείας. Η μελέτη περιβαλλοντικών επιπτώσεων δεν περιλαμβάνει τίποτε για τα ζητήματα αυτά, και αυτό που μπορεί κανείς να αναμένει είναι –τουλάχιστον- περισσότερα σκουπίδια, λειψυδρία και συμφόρηση στο νησί τα επόμενα χρόνια. Η προσέλκυση επιπλέον τουριστών στην Πάρο θα έχει ως αποτέλεσμα την αλλαγή της φυσιογνωμίας και τη δυσφήμιση του νησιού, που θα πέσει θύμα της φήμης του και της ομορφιάς του.
Επιπλέον, το έργο είναι αντίθετο προς τον ισχύοντα χωροταξικό σχεδιασμό, που δεν προβλέπει τέτοιο αεροδρόμιο, αφού ο ίδιος ο νομός Κυκλάδων διαθέτει ήδη 2 πλήρως διεθνή αεροδρόμια στη Μύκονο και Σαντορίνη, που αύξησαν μάλιστα την ικανότητά τους κατά το ήμισυ (χωρίς να μιλήσουμε γι’ αυτό της Νάξου), και υποφέροντας από ασφυξία κατέστησαν αβίωτες για τους κατοίκους τους.
Αξίζει επίσης να σημειωθεί ότι η βασική πηγή χρηματοδότησης του έργου (43 εκ. ευρώ) υποτίθεται ότι θα εξασφαλιστεί από το πρόγραμμα «Υποδομές μεταφορών, Περιβάλλοντος και Αειφόρου Ανάπτυξης» της Ευρωπαϊκής Επιτροπής (περιόδου 2014-2020), που σκόπευε ήδη να «προωθήσει την προσαρμογή στην κλιματική αλλαγή, την πρόληψη και διαχείριση κινδύνων, τη διατήρηση και προστασία του περιβάλλοντος και την αύξηση της αποτελεσματικότητας των πόρων , την προώθηση των βιώσιμων μεταφορών και την εξάλειψη των σημείων συμφόρησης στα βασικά δίκτυα υποδομών», επιμένοντας στις οδικές και σιδηροδρομικές μεταφορές, ενώ προβλέπει μόνο «στοχευμένες παρεμβάσεις στα λιμάνια και τα αεροδρόμια». Ουδεμία αναφορά σε οποιαδήποτε επέκταση αεροδρομίου, κι αυτό για ένα πολύ βασικό λόγο. Μετά τη συμφωνία του Παρισιού για το κλίμα, τόσο η Ελλάδα όσο και η ΕΕ έχουν αναλάβει τη δέσμευση να παγώσουν για το μέλλον τις εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα στις αερομεταφορές στα επίπεδα του 2020 και –με απλή διατύπωση- να αντισταθμίσουν κάθε αύξηση τέτοιων εκπομπών από πτήσεις με αντίστοιχη μείωση των εκπομπών σε άλλες δραστηριότητες- με στόχο τη μείωση των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου από τις μεταφορές κατά 90% μέχρι το 2050 (σε σχέση με τα επίπεδα του 1990). Είναι προφανές ότι η αύξηση των αερομεταφορών με ορυκτά καύσιμα από και προς την Πάρο είναι αντίθετη στις δεσμεύσεις αυτές και θα απαιτήσει επιπλέον προσπάθειες από άλλους τομείς δραστηριότητας, εφόσον αυτό είναι δυνατό, ένα ζήτημα που έχει τελείως παραβλεφθεί στις περιβαλλοντικές αδειοδοτήσεις που υπάγονται, πλέον στην Eυρωπαϊκή Πράσινη Συμφωνία.
Συμπεραίνοντας, μολονότι αναγνωρίζεται ότι οι υπάρχουσες εγκαταστάσεις του αεροδρομίου χρήζουν βελτίωσης, η επέκταση της δυναμικότητας του αεροδρομίου για να δέχεται μεγάλα αεριωθούμενα αεροσκάφη (jets) για διεθνείς πτήσεις θα αποτελέσει με βεβαιότητα δραματικό ιστορικό σφάλμα και σημαντική διασπάθιση δημόσιου χρήματος που θα έχει σοβαρές επιπτώσεις στο περιβάλλον της Πάρου και στη βιωσιμότητα του τουρισμού της.
Και μια τελευταία παρατήρηση: το έργο του αεροδρομίου δεν πρέπει να αντιμετωπισθεί απομονωμένα, αλλά σε συνδυασμό με το συναφές έργο του δευτέρου λιμανιού στο Πίσω Λιβάδι. Το λεγόμενο αυτό «εμπορικό» λιμάνι, που υποτίθεται ότι θα αποσυμφορήσει το βασικό λιμάνι της Παροικιάς, θα εξυπηρετήσει ωστόσο και τη θαλάσσια σύνδεση με τη Νάξο και τις μικρές Κυκλάδες (Κουφονήσια κλπ) και όχι μόνο. Αυτό δείχνει ότι η Πάρος, σύμφωνα με κάποιον κεντρικό σχεδιασμό, μετατρέπεται σε σταθμό μετεπιβίβασης (hub) για τους ξένους επισκέπτες, που θα προσγειώνονται στην Πάρο για να προσεγγίσουν στη συνέχεια άλλους λιγότερο βεβαρημένους προορισμούς. Το πεπρωμένο αυτό αποκρύπτεται επιμελώς από τον τοπικό πληθυσμό, που ίσως είναι ευτυχής επειδή θα βρεθεί στο «κέντρο του κόσμου», χωρίς να έχει συνειδητοποιήσει το τίμημα που θα πληρώσει μακροπρόθεσμα για την «εξέλιξη» αυτή και χωρίς να ανησυχεί για το τι αυτή σημαίνει για το νησί και τους κατοίκους του…