Του Νίκου Χρυσόγελου
πρώην ευρωβουλευτή ΠΡΑΣΙΝΩΝ
(Greens/EFA)
@chrysogelos
Η κινεζική ηγεσία αυξάνει την ένταση στις Ευρω-Κινεζικές σχέσεις επιβάλλοντας κυρώσεις εναντίον ευρωβουλευτών, βουλευτών και θεσμικών φορέων που επικρίνουν το καθεστώς για σοβαρές παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Το Κινεζικό Κομμουνιστικό Κόμμα περιέλαβε ένα σύνολο 4 θεσμικών φορέων και 10 ευρωπαίων πολιτικών, κυρίως πράσινων, σοσιαλδημοκρατών, φιλελευθέρων και χριστιανοδημοκρατών – μεταξύ άλλων του πράσινου ευρωβουλευτού Reinhard Butikofer, προέδρου της Επιτροπής του Ευρωκοινοβουλίου για τις σχέσεις με την Κίνα, σε λίστα κυρώσεων με την δικαιολογία ότι «βλάπτουν την κυριαρχία της Κίνας». Στην πραγματικότητα οι κυρώσεις επιβάλλονται διότι οι πολιτικοί και οι θεσμικοί φορείς επικρίνουν τις σοβαρές παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων στη χώρα αυτή. Οι ευρωπαίοι πολιτικοί, και οι οικογένειες τους, καθώς και θεσμικοί ή άλλοι φορείς με τους οποίους συνδέονται «απαγορεύεται να εισέλθουν στην Κίνα».
Οι πολιτικοί και οι φορείς είναι: ο Reinhard Butikofer (ευρωβουλευτής, Πράσινοι, Γερμανία), ο Michael Gahler (ευρωβουλευτής, ΕΛΚ, Γερμανία), ο Raphaël Glucksmann (ευρωβουλευτής Σ&Δ, Γαλλία), πρόεδρος της Ειδικής Επιτροπής για ξένες επεμβάσεις στις δημοκρατικές διαδικασίες στην ΕΕ, ο Ilhan Kyuchyuk (ευρωβουλευτής, Renew Europe, Βουλγαρία), η Miriam Lexmann (ευρωβουλευτής, χριστιανοδημοκράτες, Σλοβενία), ο Sjoerd Wiemer Sjoerdsma (βουλευτής, κεντρoαριστερά D66, Ολλανδία), ο Samuel Cogolati (βουλευτής, Πράσινοι, Βέλγιο), η Dovile Sakaliene (βουλευτής, σοσιαλιστές, Δημοκρατία της Λιθουανίας), ο Adrian Zenz, γερμανός ανθρωπολόγος, ερευνητής των «στρατοπέδων αναμόρφωσης της μειονότητας Uyghur στην Xinjiang, ο Σουηδός ερευνητής Björn Jerdén, διευθυντής του Swedish National China Centre, η Επιτροπή Πολιτικών και Ασφάλειας του Συμβουλίου της ΕΕ (Political and Security Committee of the Council of the European Union, η Υποεπιτροπή Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου (Subcommittee on Human Rights of the European Parliament), το ινστιτούτο Mercator Institute for China Studies (Γερμανία), και η Alliance of Democracies Foundation (Δανία).
Η κίνηση των κινεζικών αρχών ακολουθεί την πρόσφατη απόφαση της ΕΕ να επιβάλλει κυρώσεις στην Κίνα εξαιτίας σοβαρών παραβιάσεων των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και να συμπεριλάβει ορισμένους Κινέζους αξιωματούχους στον κατάλογο αυτών των κυρώσεων. Μεταξύ των σοβαρών παραβιάσεων των ανθρωπίνων δικαιωμάτων τις οποίες επικαλείται η απόφαση είναι αυτές της καταπίεσης της μειονότητας Uyghur στην Xinjiang και των περιορισμών στην ελευθερία έκφρασης στο Χονγκ Κονγκ. Όμως πολλές διεθνείς εκθέσεις περιγράφουν αναλυτικότερα τις παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στην Κίνα, μεταξύ άλλων τη χρησιμοποίηση στην παραγωγική διαδικασία «εργασίας ως αποτέλεσμα εξαναγκασμού» (forced labor) που περιγράφεται ως ένα σύστημα σύγχρονης σκλαβιάς (περιλαμβάνει μεταξύ άλλων και φυλακισμένους και παιδιά). Το 2020 μια σειρά κυβερνήσεων, οργανώσεων ανθρωπίνων δικαιωμάτων, το Ευρωπαϊκό και εθνικά κοινοβούλια καθώς και το Συμβούλιο της ΕΕ, προσφάτως και ο πρόεδρος των ΗΠΑ, έχουν εκφράσει την αυξανόμενη ανησυχία τους για την κλιμάκωση της παραβίασης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στην Κίνα μέσα στην πανδημία. Οι Αφρικανοί στην Κίνα μπήκαν τον Απρίλιο 2020 στο στόχαστρο των αρχών για τον επιδημία COVID-19, κάτι που προκάλεσε τις διαμαρτυρίες αφρικανικών κυβερνήσεων και της κοινωνίας των πολιτών. Τον Ιούλιο 2020 η κυβέρνηση των ΗΠΑ επέβαλε κυρώσεις σε κορυφαίους κινέζους αξιωματούχους που ήταν «υπεύθυνοι για παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων και κακοποιήσεις στην περιοχή Xinjiang». Μια σειρά 50 «προσωπικοτήτων σχετιζόμενων με τον ΟΗΕ» υπέγραψαν μια διακήρυξη που καλεί για «ανανεωμένη προσοχή στο θέμα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στην Κίνα» ζητώντας και ειδική σύνοδο του Συμβουλίου των Ηνωμένων Εθνών για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα στην Κίνα καθώς και «δημιουργία ενός διεθνούς μηχανισμού για την εξέταση της παραβίασης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στη χώρα».
Ως πρόεδρος της Επιτροπής του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου για τις σχέσεις ΕΕ-Κίνας, ο Reinhard Bütikofer έχει επικρίνει πολλές φορές την καταστολή της ελευθερίας έκφρασης καθώς και την παραβίαση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στην Κίνα, ενώ ο Samuel Cogolati κατέθεσε στο Βελγικό κοινοβούλιο ψήφισμα όπου η κατάσταση στην περιοχή όπου κατοικούν οι Uyghur, στην Xinjiang, χαρακτηρίζεται ως απόπειρα «γενοκτονίας».
Συχνά στο πλαίσιο των οικονομικών σχέσεων αγνοούνται οι διαστάσεις «περιβάλλον» όπως και «ανθρώπινα δικαιώματα». Όμως ο σεβασμός των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, η ελευθερία του λόγου, η περιβαλλοντική προστασία και η δημοκρατία δεν είναι μόνο αξίες για τις οποίες πρέπει να αγωνιζόμαστε συνεχώς. Η παραβίασή τους τόσο μέσα στην ΕΕ όσο και σε τρίτες χώρες, με τις οποίες η ΕΕ ή μια χώρα όπως η Ελλάδα έχει οικονομικές σχέσεις, μπορεί να έχουν σοβαρές επιπτώσεις στο δικό μας οικονομικό και κοινωνικό μοντέλο.
Θα πρέπει να είμαστε υπέρ των πολυμερών σχέσεις της ΕΕ αλλά και της δικής μας χώρας με τρίτες χώρες, όπως η Κίνα ή η Ρωσία, αλλά αυτές οι σχέσεις πρέπει να βασίζονται σε μια στερεή βάση που περιλαμβάνει τον σεβασμό των ανθρωπίνων, κοινωνικών και εργασιακών δικαιωμάτων, την προστασία του περιβάλλοντος και του κλίματος, την αποφυγή ενθάρρυνσης εμπορίου ανθρώπων και παιδικής εργασίας, την διασφάλιση της ελευθερίας έκφρασης. Οι εμπορικές και οικονομικές σχέσεις με τρίτες χώρες – συμπεριλαμβανομένης της Κίνας και της Ρωσίας – δεν μπορεί να αποσυνδέονται από τις βασικές αυτές αρχές που πρέπει να ενσωματώνονται στις εμπορικές συμβάσεις και στις επενδυτικές συνεργασίες ΕΕ και Ελλάδας με τρίτες χώρες. Στο όνομα των επενδύσεων και των οικονομικών σχέσεων δεν είναι νοητό να παραδίδονται όλες οι σημαντικές υποδομές μιας χώρας όπως η δική μας σε επενδυτικά σχήματα που ελάχιστα διασφαλίζουν τις αρχές αυτές. Σε τελευταία ανάλυση η προστασία του ευρωπαϊκού κοινωνικού μοντέλου αλλά και η βιωσιμότητα του πλανήτη εξαρτώνται (και) από την εφαρμογή της κοινωνικής και περιβαλλοντικής υπευθυνότητας σε όλες τις χώρες (περιλαμβανομένων και αυτών εκτός της ΕΕ, όπως η Κίνα). Η κατανάλωση προϊόντων και υπηρεσιών από τους Ευρωπαίους πολίτες πρέπει να ενισχύουν αντί να αποδομούν δίκαιες και υπεύθυνες διαδικασίες παραγωγής προϊόντων και παροχής υπηρεσιών σε όλη την αλυσίδα αξιών (πρώτες ύλες, επεξεργασία, παραγωγή, διάθεση, ανάκτηση), ανεξαρτήτως αν οι επιχειρήσεις αυτές έχουν την έδρα τους σε ευρωπαϊκό έδαφος ή εκτός.
Είναι ελπιδοφόρο ότι το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο θέτει το θέμα σε μια νέα διάσταση προωθώντας νομοθεσία ώστε οι επιχειρήσεις να είναι υπεύθυνες για τις περιβαλλοντικές (και κοινωνικές επιδόσεις) αγαθών και υπηρεσιών σε όλη την αλυσίδα παραγωγής. Δεν μπορεί οι μεγάλες ιδιαίτερα επιχειρήσεις να κρύβονται πλέον πίσω από την «άγνοια» για το τι κάνουν οι προμηθευτές τους (πρώτων υλών, αγαθών, υπηρεσιών) σε άλλες χώρες. Όλο και περισσότερο τα θέματα αυτά μπαίνουν στο κέντρο της πολιτικής συζήτησης όσο του κοινωνικού ενδιαφέροντος. Η Ελλάδα δεν μπορεί να μείνει έξω από αυτήν τη συζήτηση.
*το άρθρο αυτό πρωτο-δημοσιεύθηκε στο δημοσιογραφικό site policalbank.gr εδώ