του Ηλία Ευθυμιόπουλου*
Τον Απρίλιο του 1986, μερικές μέρες αφότου έσκασε το Τσερνομπίλ, ο τότε πρόεδρος του Δημόκριτου ονόματι Παπαθανασόπουλος, βγήκε στην τηλεόραση τρώγοντας επιδεικτικά ακτινοβολημένες φράουλες και παραμένοντας – ώ του θαύματος – ζωντανός. Έτσι, καθησύχασε το καταπτοημένο κοινό και παρήχε μια διατεταγμένη υπηρεσία στην κυβέρνηση η οποία δεν ήταν διατεθειμένη να πάρει μέτρα (π.χ καταστροφή των κηπευτικών και των κτηνοτροφικών προϊόντων, όπως έκαναν αλλού στην πολιτισμένη Ευρώπη). Βοηθούσης και της βροχής, όλο το Καίσιο και τα λοιπά ραδιενεργά κατέληξαν στην τροφική αλυσίδα. Το αποτέλεσμα ήταν, ότι μεταξύ θανάτων, καρκίνων, τερατογενέσεων κ.α αυξήθηκαν εκθετικά και οι ασθένειες του θυροειδούς στα άτομα που τότε ήταν νήπια και που με τον ένα ή με τον άλλο τρόπο εκτέθηκαν στη ρύπανση (www.who.int/ionizing_radiation/chernobyl). Μεταξύ αυτών και το δικό μου το παιδί. Το αδίκημα της ηθικής αυτουργίας σε έγκλημα εναντίον του περιβάλλοντος και της ανθρωπότητας δεν διερευνήθηκε ποτέ.
Τηρουμένων των αναλογιών, ο βουλευτής που έκανε το μπάνιο του λίγο μετά το πρόσφατο συμβάν με το πετρέλαιο στο Σαρωνικό, όπως και όσοι εκ των κυβερνητικών διατείνονται ότι η αποκατάσταση είναι θέμα 25 ημερών(!) ενεργούν παραπλανητικά για να μειώσουν το μέγεθος της καταστροφής και επομένως το ποσοστό της καταλογιστέας ευθύνης. Τι λέει το Ελληνικό Κέντρο Θαλασσίων Ερευνών – ΕΛΚΕΘΕ (δυστυχώς δια του συνδικαλιστικού οργάνου των επιστημόνων που εργάζονται σ’αυτό και όχι δια της διοικήσεως): “Είναι φανερό πως οι διαστάσεις του ατυχήματος ήταν αρκετά μεγαλύτερες από αυτές που παρουσιάστηκαν αρχικά και το πλήγμα για το θαλάσσιο περιβάλλον της ευρύτερης περιοχής είναι πλέον ανυπολόγιστο. Το αφήγημα του «ένας μήνας αρκεί μέχρι την πλήρη αποκατάσταση» είναι στην καλύτερη περίπτωση υπεραπλουστευμένο και αφελές. Η καταβύθιση των πετρελαιοειδών και η εναπόθεσή τους στα ιζήματα θα ρυπάνουν το θαλάσσιο πυθμένα για πολλά χρόνια…
Και διευκρινίζει η περιβαλλοντική επιστήμη: από τη στιγμή που το πετρέλαιο θα βρεθεί στη θάλασσα, ένα μέρος (τα πτητικά συστατικά) εξατμίζεται, ένα μέρος υφίσταται οξείδωση και εν τέλει διάσπαση από μικροοργανισμούς και ένα άλλο (η υδρόφοβη πίσσα και το υδρόφιλο γαλάκτωμα) καθιζάνουν στο βυθό όπου και παραμένει για μήνες ή και χρόνια, ανάλογα με την γεωγραφία και τις ωκεανογραφικές συνθήκες. Τέλος, τα κατακόρυφα θαλάσσια ρεύματα, επαναφέρουν κατά καιρούς τη ρύπανση στην επιφάνεια, μια ρύπανση την οποία η πονηρή φύση και οι ασκούντες εξουσία πολιτικοί είχαν επιμελώς προσπαθήσει να κρύψουν κάτω από το χαλί (ότι δεν είναι ορατό δεν υπάρχει) ή να υποβαθμίσουν τη σημασία της (περασμένα – ξεχασμένα).
Αφελείς και παραπλανητικές είναι επίσης οι “αυστηρές” διαβεβαιώσεις ότι οι ένοχοι θα αποκαλυφθούν και θα πληρώσουν, αφού αυτό είναι άλλου παππά ευαγγέλιο (της δικαιοσύνης). Η οποία δικαιοσύνη, με τον χαρακτηριστικό ζήλο που διακρίνει τα όργανά της όταν πρόκειται για περιπτώσεις ήσσονος σημασίας όπως είναι η προσβολή του φυσικού περιβάλλοντος, θα ακολουθήσει την πεπατημένη και μάλιστα αυτήν την οποία έχει υποδείξει η επισπεύδουσα ανακριτική αρχή (το Λιμενικό) που είναι ταυτόχρονα κριτής και υπόλογος. Στο τέλος αυτής της διαδικασίας, που μπορεί να κρατήσει χρόνια, η βαριεστημάρα είναι μεγαλύτερη από τη θέληση για την απόδοση δικαιοσύνης.
Και όμως: για την παράκαμψη της λεγόμενης δαιδαλώδους, αποσπασματικής και ακατάλληλης νομοθεσίας πάνω στην οποία αναπαύονται οι παλιομοδίτικες δικαστικές δομές (και εξουσίες) υπήρξαν δύο φωτεινές εξαιρέσεις. Η πρώτη είναι ο Ν. 1650/86 και η δεύτερη το Π.Δ 148/2009 σε εφαρμογή Κοινοτικής Οδηγίας. Η ουσία των δύο αυτών ρυθμίσεων που δεν εφαρμόσθηκαν ποτέ, είναι ότι στις περιπτώσεις κατάδηλης ζημιάς στο περιβάλλον – όπως είναι η πετρελαϊκή ρύπανση – ενεργοποείται αυτομάτως η έννοια της αντικειμενικής ευθύνης η οποία διαφέρει από τις άλλες μορφές ευθύνης που καθιερώνει ο Αστικός Κώδικας και ιδίως από την αδικοπρακτική ευθύνη. Εν προκειμένω, δεν απαιτείται η ύπαρξη παράνομης και υπαίτιας πράξης ή παράλειψης. Η αστική ευθύνη διαμορφώνεται όχι μόνο ανεξαρτήτως υπαιτιότητας αλλά και ανεξαρτήτως παρανομίας ή νομιμότητας της δράσης του φορέα. Δεν ενδιαφέρει δηλαδή εάν η επιχείρηση λειτουργούσε νόμιμα ή αν είχε λάβει όλες τις απαραίτητες διοικητικές άδειες κτλ. Αρκεί να αποδειχθεί ότι επήλθε ζημιά και τότε αυτομάτως ο πλοιοκτήτης καθίσταται υπαίτιος με υποχρέωση πρώτον να επαναφέρει το περιβάλλον στην πρότερη κατάσταση και δεύτερον να αποζημιώσει αυτούς που ενδεχομένως έπληξε το ατύχημα. Σε περίπτωση αδυναμίας του υπαίτιου, το βάρος των ανωτέρω αναλαμβάνει το κράτος (και η δημόσια διοίκηση γενικότερα) με την υποχρέωση να ανακτήσει το κόστος όπως και όποτε μπορεί.
Για την υποστήριξη μάλιστα του νόμου, που ήταν με μια έννοια επαναστατικός αφού ανέτρεπε μια αναχρονιστική τάξη, δημιουργήθηκε το 2010 στο ΥΠΕΚΑ (και πάλι κατ εφαρμογήν της Οδηγίας) μια ειδική υπηρεσία το Συντονιστικό Γραφείο Αντιμετώπισης Περιβαλλοντικών Ζημιών (ΣΥΓΑΠΕΖ) που “ως αρμόδια αρχή σε κεντρικό επίπεδο, έχει την υποχρέωση αυτενέργειας προκειμένου να επιτυγχάνεται αποτελεσματικά ο βασικός στόχος της πρόληψης και αποκατάστασης της περιβαλλοντικής ζημιάς. Ως εκ του ρόλου του συντονίζει και κατευθύνει το έργο της Αποκεντρωμένης Διοίκησης η οποία έχει αρμοδιότητα για την εφαρμογή της περιβαλλοντικής ευθύνης, μέσω των Περιφερειακών Επιτροπών Αντιμετώπισης Περιβαλλοντικών Ζημιών (ΠΕΑΠΖ), ώστε να εφαρμόσει επιτυχώς τις διατάξεις του σχετικού Προεδρικού Διατάγματος, όταν η ζημία συμβαίνει στα διοικητικά τους όρια”. Περιττό να πούμε βέβαια ότι ούτε το Π.Δ ούτε η υπηρεσία αυτή επιστρατεύθηκαν στην προκειμένη περίπτωση. Ο πόλεμος άλλωστε μεταξύ των συναρμόδιων υπουργείων, υπουργών, υφυπουργών και λοιπών εμπλεκομένων για τον έλεγχο του τομέα της ναυτιλιακής δραστηριότητας, και η δημοσιότητα (έστω και αρνητική) που οι κατέχοντες την καρέκλα απολαμβάνουν, δεν θα επέτρεπε κάτι τέτοιο. Γι αυτό και η αγωνία των υπολοίπων (όπως ο υφυπουργός και “πράσινος” Τσιρώνης) να μπουν κάπως στο κάδρο. Έστω και πυροβολώντας στον αέρα, σκοπεύοντας δήθεν την οικονομία των ορυκτών καυσίμων και την κερδώα αγορά.
Το μήνυμα είναι: αφού ο βασικός στόχος – η οικολογία στην εξουσία- επετεύχθη, μένει ένα μικρό εμπόδιο, ο καπιταλισμός.
Το άρθρο πρωτο-δημοσιεύθηκε στην Μεταρρύθμιση
*τ. υφυπουργός ΠΕΧΩΔΕ, και μεταξύ άλλων συγγραφέας των βιβλίων ΠΑΡΑΘΥΡΟ ΣΤΗΝ ΚΡΙΣΗ (Μεταίχμιο) και ΤΟ ΔΙΛΗΜΜΑ ΤΗΣ ΠΕΤΑΛΟΥΔΑΣ (Ακαδημία Αθηνών).