Αλλού “βγαίνουν” από το κάρβουνο, εδώ πιεζόμαστε για να το κρατήσουμε στη ζωή!

H Γερμανία έλαβε μια ιστορική απόφαση, να κλείσει οριστικά όλους τους (ρυπογόνους) σταθμούς κάρβουνου το αργότερο μέχρι το 2038 (αν είναι δυνατόν και πιο νωρίς, το 2035). Η απόφαση αυτή θα παίξει καθοριστικό ρόλο στην προσπάθεια της Ευρώπης να πετύχει τους στόχους για τους οποίους έχει δεσμευτεί σε σχέση με την προστασία του κλίματος. Το σημαντικό είναι ότι αυτή η απόφαση είναι αποτέλεσμα μιας ευρείας διαβούλευσης αλλά και συμφωνίας που επιτεύχθηκε μέσα από μια 28μελή «Επιτροπή Εξόδου από το Κάρβουνο» (German coal exit commission) που είχε συγκροτηθεί από το περασμένο καλοκαίρι και η οποία επεξεργάστηκε όλες τις διαστάσεις του θέματος. Σε αυτήν συμμετείχαν εκπρόσωποι της βιομηχανίας, των κομμάτων και μη κυβερνητικών οργανώσεων.

Η Γερμανία είχε δηλώσει ότι είχε μεν την δυνατότητα και την τεχνογνωσία να κλείσει τους σταθμούς παραγωγής ενέργειας που χρησιμοποιούν κάρβουνο, την ίδια στιγμή που μειώνει δραστικά την εξάρτησή της από άλλες πηγές ορυκτών καυσίμων και κλείνει όλα τα πυρηνικά της εργοστάσια (μέχρι το 2022). Καθυστερούσε, όμως, το κλείσιμο για λόγους απασχόλησης, για να μην δημιουργηθούν κοινωνικά προβλήματα, αν και ήδη στην Γερμανία περιοχές που ήταν εξαρτημένες από το κάρβουνο είχαν αναπτύξει άλλες οικονομικές δραστηριότητες και είχαν αντιμετωπίσει τις κοινωνικές προκλήσεις που συνδέονται με το κλείσιμο ενός τεράστιου οικονομικού τομέα όπως αυτός του κάρβουνου, που στήριξε για πολλές δεκαετίες την βιομηχανική παραγωγή και την σημαντικό τμήμα της οικονομίας πολλών χωρών. Μέχρι πρόσφατα, παρά την μεγάλη προσπάθεια στροφής της χώρας στην ενεργειακή αποτελεσματικότητα και τις Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας, η παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας από κάρβουνο συνεισέφερε το 40% της συνολικής παραγωγής. Η Γερμανία είναι από τις τελευταίες μεγάλες βιομηχανικές χώρες που ανακοινώνει την έξοδό της από το κάρβουνο. Η Βρετανία που ήταν κι αυτή συνδεδεμένη με το κάρβουνο, σήμερα παράγει μόλις το 5% της ηλεκτρικής ενέργειας με καύση κάρβουνου, ενώ έχει ανακοινώσει ότι θα κλείσει τις υπόλοιπες μονάδες κάρβουνου μέχρι το 2025.

Αντιθέτως, η Ελλάδα και υπό την πίεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και των «θεσμών», στο πλαίσιο της λεγόμενης απελευθέρωσης των αγορών ενέργειας, παρατείνει την εξάρτησή της από τον λιγνίτη. Η πολιτική που προωθεί η Κομισιόν και οι θεσμοί στα ενεργειακά θέματα με δικαιολογία την κρίση έρχεται σε αντίθεση με την ευρωπαϊκή πολιτική και την Συμφωνία του Παρισιού για το Κλίμα μια και παρατείνει την εξάρτηση της χώρας από τον βρώμικο άνθρακα.

Οι ΠΡΑΣΙΝΟΙ ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗ είναι ο μόνος πολιτικός χώρος που ξεκάθαρα υποστηρίζει μια στρατηγική που θα οδηγούσε σε μια γρήγορη αλλά δίκαιη – για τις τοπικές κοινωνίες και τους νυν εργαζόμενους στα λιγνιτορυχεία και τις λιγνιτικές μονάδες – έξοδο από το λιγνίτη. Επισημαίνουμε σταθερά την ανάγκη να στηριχθεί με πολιτικές και πόρους η μεταλιγνιτική εποχή, η μετάβαση σε μια νέα οικονομία στις περιοχές με λιγνίτη και το σταδιακό κλείσιμο των λιγνιτικών μονάδων. Χαιρετίζουμε, λοιπόν, την πρωτοβουλία των δύο περιβαλλοντικών οργανώσεων, GREENPEACE και WWF που με επιστολή τους προ τους Ευρωπαίους Επιτρόπους θέτουν το θέμα του ανοίγματος της αγοράς λιγνίτη στην Ελλάδα καταγγέλλοντας ότι στο όνομα «των αντιμονοπωλιακών κανόνων της ΕΕ, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή πιέζει την Ελλάδα να ρυθμίσει την πώληση λιγνιτικών μονάδων και ορυχείων της ΔΕΗ, μια διαδικασία που βρίσκεται τώρα στα τελικά της στάδια, αντί να επιτρέπει άλλες βιώσιμες επιλογές που οδηγούν σε σταδιακή εξάλειψη του άνθρακα/λιγνίτη». Επίσης, τονίζουν οι οργανώσεις, ότι στην πραγματικότητα η θέση της Επιτροπής οδηγεί σε νέο βρώμικο άνθρακα, με όρους μάλιστα ιδιαίτερα ελκυστικούς για τους επενδυτές: άδεια για μια νέα μονάδα παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας λιγνίτη 450 MW (Meliti II), κι ευνοϊκές συνθήκες αδειοδότησης σε εγκαταστάσεις παραγωγής που συνεχίζουν να λειτουργούν αν και είναι από τις πιο ρυπογόνες (Μεγαλόπολη, με χρήση ρυπογόνων καυσίμων και Μελίτη Ι)»

Οι ΠΡΑΣΙΝΟΙ ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗ καλούμε την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, τους «θεσμούς» αλλά και την ελληνική κυβέρνηση να ενισχύουν την ενεργειακή μετάβαση και πολιτικές προστασίας του κλίματος, αλλά και να συμβάλλουν στην βελτίωση των δημοσιονομικών της χώρας μέσω της πράσινης καινοτομίας, της ενεργειακής αποτελεσματικότητας, της στήριξης της ενεργειακής μετάβασης. Η δημιουργία ευνοϊκού περιβάλλοντος για επενδύσεις σε βρώμικες μορφές ενέργειας απλώς μεταφέρουν ένα μεγάλο περιβαλλοντικό και οικονομικό κόστος στους πολίτες και στην κοινωνία.

Οι ΠΡΑΣΙΝΟΙ ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗ συμφωνούμε απολύτως με τα αιτήματα που θέτουν οι δύο οργανώσεις στους Επιτρόπους:

  • επείγουσα κλιματική αξιολόγηση της πώλησης του 40% των ενεργειακών πόρων της ΔΕΗ,
  • ενδελεχή επανεξέταση της πώλησης, ενόψει του στόχου να επιτευχθούν μηδενικές εκπομπές μέχρι το 2040 και να επιτευχθούν οι στόχοι της συμφωνίας για το κλίμα της Παρισιού.

Ο κρίσιμος παράγοντας για τις μεγάλες αλλαγές που απαιτούνται είναι η συνείδηση και η ενεργοποίηση των πολιτών. Χωρίς αυτή δεν θα μπορέσουμε να προστατέψουμε το κλίμα αλλά και να δημιουργήσουμε μια νέα οικολογική και κοινωνικά υπεύθυνη οικονομία. Χαιρετίζουμε για αυτό την μεγάλη κινητοποίηση των πολιτών σε πολλές χώρες Επίσης, όπως για παράδειγμα αυτή στις Βρυξέλλες, στις 27.1.2019, όταν για άλλη μια φορά 70.000 πολίτες διαδήλωσαν με αίτημα να επιταχύνουν οι πολιτικοί την λήψη των αποφάσεων και την εφαρμογή μέτρων που απαιτούνται για την προστασία του κλίματος, για να γίνουν πράξη οι δεσμεύσεις των κυβερνήσεων στο πλαίσιο της Συμφωνίας του Παρισιού για το Κλίμα.

 

Posted on 29/01/2019 in Δελτία Τύπου

Share the Story

Back to Top