Η αποθήκευση διοξειδίου του άνθρακα (CO2) στον βυθό της θάλασσας ανάμεσα στην Καβάλα και τη Θάσο δεν είναι τοπικό αλλά εθνικής εμβέλειας ζήτημα, τονίζουν οι ΠΡΑΣΙΝΟΙ -Οικολογία και στηρίζουν τους αγώνες των κατοίκων και των φορέων της περιοχής απέναντι στο έργο CCS, το οποίο μπορεί να αποβεί καταστροφικό, χωρίς να λύνει το ζήτημα της αντιμετώπισης της κλιματικής κρίσης.
Τη θέση αυτή εξέφρασαν ο συμπρόεδρος του κόμματος Κώστας Παπακωνσταντίνου, ο συντονιστής Μιχάλης Τρεμόπουλος και ο πρώην περιφερειακός σύμβουλος Ανατ. Μακεδονίας -Θράκης Θανάσης Μακρής σε συνάντησή τους στην Καβάλα με εκπροσώπους κινήσεων πολιτών και επιστήμονες.
Συμμετείχαν η Ειρήνη Κοντογεωργίου από την Κίνηση «Θάσος Νερό ΣΟΣ», οι Παναγιώτης Λιονταράκης, Ευαγγελία Οικονομίδου, Ηλίας Ιωαννίδης από την Πρωτοβουλία ενάντια στην αποθήκευση CO2, ο πρώην δημοτικός σύμβουλος Θάσου Δημήτρης Θεοδωρίδης, ο Δρ. Γρηγόρης Κρέη, Διευθυντής Ερευνών του Ινστιτούτου Αλιευτικής Έρευνας -ΙΝΑΛΕ, ο Λάζαρος Βασιλειάδης, δρ. πολιτικός μηχανικός, αφυπ. αν. καθηγητής ΔΠΘ και πρ. πρόεδρος του ΤΕΕ Ανατ. Μακεδονίας, ο Δημήτρης Μπραστιανός, πρόεδρος του Νησιωτικού Περιβαλλοντικού Συλλόγου Θάσου και η Αλεξάνδρα Τσανάκα, αγρονόμος τοπογράφος μηχανικός, μέλος του ΤΕΕ.
Τι σημαίνει η αποθήκευση CO2 στον Κόλπο της Καβάλας
Το CO2 που θα δεσμεύεται από τις ρυπογόνες βιομηχανικές δραστηριότητες της χώρας και του εξωτερικού, θα εισάγεται στην Καβάλα οδικώς ή με πλοία και θα διοχετεύεται στον βυθό της θάλασσας, στον χώρο των κοιτασμάτων από όπου έχει αντληθεί το πετρέλαιο. Ταυτόχρονα, το νερό που βρίσκεται αυτή τη στιγμή μέσα στα κοιτάσματα, μαζί με το μη εκμεταλλεύσιμο πετρέλαιο, θα αντλούνται και θα απορρίπτονται στη θάλασσα μετά από «επεξεργασία». Πρόκειται για μια μέθοδο που θεωρητικά συντελεί στο να μειωθούν οι εκπομπές CO2 στη βαριά βιομηχανία, τις θαλάσσιες και αεροπορικές μεταφορές και τη γεωργία, και έχει εφαρμοστεί με περιορισμένη επιτυχία, πολλές αποτυχίες, ατυχήματα και διαρροές κατά τη δέσμευση, τη μεταφορά και την αποθήκευση, και πάντα σε περιοχές που απέχουν πολύ από τις ακτές, τους κλειστούς κόλπους και κατοικημένες περιοχές.
Η αποθήκευση του CO2 στον Κόλπο της Καβάλας, με δυναμικότητα από 1 έως 3 εκατ. τόνους CO2 ετησίως για 25 έτη, έρχεται σε αντίθεση με τον χωροταξικό σχεδιασμό της περιοχής και αποτελεί μια επιχειρηματική ευκαιρία που στηρίζεται στην ευνοϊκή νομοθεσία και τις χαλαρές περιβαλλοντικές δεσμεύσεις. Δεν παρέχει καμία εγγύηση για το μέλλον της περιοχής ούτε για:
- το πώς θα συμπεριφερθούν οι χιλιάδες τόνοι υπό πίεση CO2 στον βυθό της θάλασσας
- την πιθανότητα μιας ξαφνικής και ραγδαίας διαφυγής, πέρα από τις διαρροές
- την καταστροφή στα σημαντικά, παραγωγικά και προστατευόμενα θαλάσσια οικοσυστήματα από τις αναπόφευκτες διαρροές
- το αν αυτό που θα εισάγεται από τις βιομηχανίες θα είναι μόνο CO2 ή και άλλοι ρύποι
- το αν υπάρξουν και εκπομπές άλλων ρύπων, όπως διοξείδιο του θείου, οξείδια του αζώτου και αμμωνία
- το πώς θα συμπεριφερθεί η υποθαλάσσια αποθήκη σε περίπτωση σεισμών, με πιθανότητα διαρροής CO2 μέσω παλαιών γεωτρήσεων ή από φυσικά ρήγματα
- την προσθετική επιβάρυνση στην περιοχή της Καβάλας από τα κατασκευαστικά έργα
- την αύξηση της τρωτότητας της περιοχής.
Η τεχνολογία CCS, που θα χρηματοδοτηθεί με δημόσιους ευρωπαϊκούς πόρους συνολικού ύψους 270 εκατ., δεν είναι γνήσια «πράσινη λύση», δεν μπορεί να δεσμεύσει άλλα αέρια του θερμοκηπίου ενώ απαιτεί τεράστιες ποσότητες ενέργειας και νερού για τη σύλληψη του CO2. Περισσότερο λειτουργεί ως άλλοθι στις βιομηχανίες και αποτρέπει αντί να επιταχύνει την αποδέσμευση από τα ορυκτά καύσιμα. Άλλωστε η ίδια, ως τεχνολογία, είναι ακριβή, ενεργοβόρος και ρυπογόνος, που στοχεύει στην εδραίωση του αντιπεριβαλλοντικού παραγωγικού μοντέλου, επιτρέποντας στις βιομηχανίες να συνεχίσουν τη λειτουργία τους με την εκμετάλλευση της κλιματικής κρίσης, χωρίς μείωση των εκπομπών και ενεργειακό μετασχηματισμό τους.
Οι ΠΡΑΣΙΝΟΙ -Οικολογία παραμένουν σταθεροί στις πολιτικές περιορισμού των ορυκτών καυσίμων και όχι σε δήθεν ευφυείς τεχνικές που ενθαρρύνουν και αποενοχοποιούν τη χρήση τους και αποσπούν πόρους από την εφαρμογή αποδεδειγμένα βιώσιμων πολιτικών, όπως οι ήπιες ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, η προστασία των δασών και η εξοικονόμηση.
Οι κάτοικοι και οι φορείς της Καβάλας και της Θάσου, που ανησυχούν για το μέλλον της περιοχής, προσεγγίζουν συστηματικά το πρόβλημα και δεν εντυπωσιάζονται από υποσχόμενες θέσεις εργασίας, έχουν δικαίωμα να ακουστούν στον δημόσιο διάλογο και να παρθούν σοβαρά υπόψη.