Το έδαφος είναι ζωτικής σημασίας για τα τρόφιμα, τη φύση, το κλίμα και την οικονομία μας και θα πρέπει να του αποδίδεται το ίδιο επίπεδο προστασίας με αυτό που αποδίδεται στο νερό, τον αέρα ή το θαλάσσιο περιβάλλον. Η πρόταση νόμου για την υγεία του εδάφους που ανακοινώθηκε στη στρατηγική της ΕΕ για το έδαφος με ορίζοντα το 2030 αποσκοπεί:
- στον προσδιορισμό των προϋποθέσεων για ένα υγιές έδαφος,
- στον καθορισμό των επιλογών για την παρακολούθηση του εδάφους και
- στη θέσπιση κανόνων που ευνοούν τη βιώσιμη χρήση και αποκατάσταση του εδάφους.
Πρόσφατα, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, αναγνωρίζοντας την αυξανόμενη ανάγκη προστασίας του εδάφους, κίνησε διαδικασία για μια νέα Στρατηγική για την Προστασία του Εδάφους, ενώ εκδόθηκε Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου με το οποίο «καλείται η Επιτροπή να σχεδιάσει ένα κοινό νομικό πλαίσια σε επέπεδο ΕΕ, με πλήρη σεβασμό της αρχής της επικουρικότητας, για την προστασία και τη Βιώσιμη χρήση του εδάφους, το οποίο θα εξετάζει όλες τις μείζονες απειλές για το έδαφος».
Η πρόταση μεριμνά για την ενσωμάτωση της προστασίας του εδάφους στις άλλες πολιτικές, τη διατήρηση των λειτουργιών του εδάφους στο πλαίσιο της αειφόρου χρήσης του, την πρόληψη των απειλών που δέχεται το έδαφος, τον μετριασμό των συνεπειών τους, την αποκατάσταση των υποβαθμισμένων εδαφών τουλάχιστον στο επίπεδο λειτουργικότητας που αρμόζει στην υφιστάμενη και στις μελλοντικές χρήσεις του.
Καθώς τα υγιή εδάφη είναι απαραίτητα για την επίτευξη των στόχων για το κλίμα και τη βιοποικιλότητα, βάσει της Ευρωπαϊκής Πράσινης Συμφωνίας, η Ευρ. Επιτροπή ξεκίνησε, τον Φεβρουάριο 2021, δημόσια διαβούλευση με θέμα «Υγιή εδάφη – Νέα Στρατηγική της ΕΕ για την προστασία του εδάφους» η οποία ολοκληρ’ώθηκε τον Οκτώβριο 2022.
Στο πλαίσιο της Στρατηγικής της ΕΕ για τη βιοποικιλότητα με ορίζοντα το 2030, η πρωτοβουλία αυτή θα επικαιροποιήσει την τρέχουσα Στρατηγική για την αντιμετώπιση της υποβάθμισης του εδάφους και τη διατήρηση των χερσαίων πόρων «ουδετερότητα ως προς την υποΒάιμιση του εδάφους».
Οι στόχοι της είναι οι εξής:
• Προστασία της γονιμότητας του εδάφους.
• Μείωση της διάβρωσης και της στεγανοποίησης.
• Αύξηση της οργανικής ύλης.
• Προσδιορισμός των ρυπασμένων τόπων.
• Αποκατάσταση υποβαθμισμένων εδαφών.
• Διευκρίνιση της έννοιας «καλή οικολογική κατάσταση» για τα εδάφη.
Ανακοίνωση του κόμματος ΠΡΑΣΙΝΟΙ-ΟΙΚΟΛΟΓΙΑ
Το έδαφος και το νερό αποτελούν πηγές ζωής και όλο και περισσότερο σήμερα προβάλει η αναγκαιότητα να αλλάξει το μοντέλο παραγωγής και κατανάλωσης ώστε να οδηγηθεί ο πλανήτης σε μια βιώσιμη ευημερία.Οι Πράσινοι Οικολογία επισημαίνουν ότι στη χώρα μας δεν λειτουργεί σήμερα η Εθνική Επιτροπή Ερημοποίησης, ένα μόνιμο όργανο που αποτελεί το καθοδηγητικό πλαίσιο για την αντιμετώπιση των προβλημάτων των εδαφών.
Αυτή η Επιτροπή μπορεί να παρέχει εξειδίκευση των μέτρων που πρέπει να λαμβάνει η πολιτεία για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής. Σήμερα χρειαζόμαστε όσο ποτέ απαντήσεις και μέτρα για τη διαχείριση των εδαφών, την προστασία της βιοποικιλότητας, το νερό, τις πλημμύρες και τη διαχείρισή τους, τη διάβρωση και την ξηρασία, τις ανθρώπινες δραστηριότητες και τις αναπροσαρμογές που απαιτούνται.
Η Εθνική Επιτροπή Ερημοποίησης είχε επιτελέσει σημαντικό έργο όταν πρόεδρος ήταν ο Ν. Γιάσογλου, αλλά σταμάτησε να λειτουργεί το 2003. Μετά από παρεμβάσεις και εκδηλώσεις του οικολογικού χώρου με αίτημα την επαναλειτουργία της Επιτροπής, το ΥΠΑΑΤ την επανασύστησε και επαναλειτούργησε είκοσι χρόνια μετά, το 2022-23, υπό την προεδρία της αείμνηστης Ελένης Καπετανάκη Μπριασούλη, αλλά για ένα μόνο χρόνο.
Καλούμε την κυβέρνηση να σταματήσει το υποκριτικό ενδιαφέρον της για την κλιματική αλλαγή και να ανασυστήσει την Εθνική Επιτροπή Ερημοποίησης σε μόνιμη βάση, ώστε να υπάρχει αποτελεσματική επιστημονική συμβολή στα κρίσιμα προβλήματα της εποχής μας, όπως έχει προβλεφθεί από τον Νόμο 2468/97.
Με την ευκαιρία, καλούμε την κυβέρνηση να αναθεωρήσει και να επικαιροποιήσει τα ήδη υπάρχοντα Περιφερειακά Σχέδια Προσαρμογής στην Κλιματική Αλλαγή, και να χρηματοδοτήσει για όλους τους Δήμους τη συγκρότηση Δημοτικών Σχεδίων για την Αντιμετώπιση της Κλιματικής Αλλαγής, με τη συμμετοχή της κοινωνίας των πολιτών. Δεν αρκούν οι επιτελικές δράσεις και οι τεχνοκρατικές και εργολαβικές λύσεις. Η κοινωνία χρειάζεται διακυβέρνηση και ενεργούς πολίτες.
Η Πολιτική Γραμματεία
Περισσότερα:
Η Σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών για την Καταπολέμηση της Ερημοποίησης που κυρώθηκε από την Βουλή των Ελλήνων στις 28 Φεβρουαρίου 1997 και κατέστη Νόμος του Κράτους (Ν. 2468/97), επιβάλλει την σύνταξη Εθνικού Προγράμματος Δράσης για την αντιμετώπιση του φαινομένου στην Χώρα, και παρακολούθηση.
Γιατί είναι σημαντική η υγεία και προστασία του εδάφους
Το έδαφος αποτελεί ζωτικό, περιορισμένο, μη ανανεώσιμο και αναντικατάστατο πόρο. Τα υγιή εδάφη αποτελούν την κύρια βάση για την οικονομία, την κοινωνία και το περιβάλλον μας, καθώς παράγουν τρόφιμα, αυξάνουν την ανθεκτικότητά μας στην κλιματική αλλαγή, στα ακραία καιρικά φαινόμενα, στην ξηρασία και τις πλημμύρες, και στηρίζουν την ευημερία μας. Τα υγιή εδάφη αποθηκεύουν άνθρακα, έχουν μεγαλύτερη ικανότητα απορρόφησης, αποθήκευσης και διήθησης νερού, και παρέχουν ζωτικές υπηρεσίες, όπως ασφαλή και θρεπτικά τρόφιμα και βιομάζα για τομείς της βιοοικονομίας εκτός των τροφίμων.
Τα επιστημονικά στοιχεία1 δείχνουν ότι επί του παρόντος ποσοστό 60 έως 70 % των εδαφών στην ΕΕ βρίσκονται σε μη υγιή κατάσταση. Όλα τα κράτη μέλη βρίσκονται αντιμέτωπα με το πρόβλημα της υποβάθμισης του εδάφους. Οι διεργασίες υποβάθμισης συνεχίζονται και επιδεινώνονται. Οι παράγοντες και οι επιπτώσεις του προβλήματος υπερβαίνουν τα σύνορα
των χωρών, με αποτέλεσμα να μειώνεται η ικανότητα του εδάφους να παρέχει αυτές τις ζωτικής σημασίας υπηρεσίες σε ολόκληρη την ΕΕ και τις γειτονικές χώρες. Αυτό δημιουργεί κινδύνους για την ανθρώπινη υγεία, το περιβάλλον, το κλίμα, την οικονομία και την κοινωνία, μεταξύ άλλων κινδύνους για την επισιτιστική ασφάλεια, την ποιότητα των υδάτων, μεγαλύτερες επιπτώσεις από πλημμύρες και ξηρασίες, την παραγωγή βιομάζας, τις εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα και την απώλεια βιοποικιλότητας.
Ο απρόκλητος και αδικαιολόγητος επιθετικός πόλεμος της Ρωσίας κατά της Ουκρανίας έχει αποσταθεροποιήσει τα παγκόσμια συστήματα τροφίμων, έχει εντείνει τους κινδύνους και τα τρωτά σημεία για την επισιτιστική ασφάλεια σε ολόκληρο τον κόσμο και έχει επιτείνει την ανάγκη της ΕΕ να καταστήσει τα συστήματα τροφίμων της βιώσιμα για τους επόμενους αιώνες. Με τις τάσεις και τον συνδυασμό των διαφόρων παραγόντων που επηρεάζουν την επισιτιστική ασφάλεια εφιστάται η προσοχή στο γεγονός ότι η διαθεσιμότητα, η πρόσβαση (οικονομική προσιτότητα), η χρήση και η σταθερότητα δεν μπορούν να θεωρηθούν δεδομένες βραχυπρόθεσμα ή μακροπρόθεσμα.
Στο πλαίσιο αυτό, τα γόνιμα εδάφη έχουν γεωστρατηγική σημασία για τη μακροπρόθεσμη διασφάλιση της πρόσβασής μας σε επαρκή, θρεπτικά και οικονομικώς προσιτά τρόφιμα. Υπάρχει μεγάλος βαθμός διασύνδεσης και εξάρτησης της αλυσίδας εφοδιασμού τροφίμων σε παγκόσμιο επίπεδο και η ΕΕ αποτελεί σημαντικό παγκόσμιο παράγοντα στις διεθνείς αγορές τροφίμων. Για την παραγωγή επαρκών τροφίμων για έναν παγκόσμιο πληθυσμό που αναμένεται να αυξηθεί σε 9 με 10 δισεκατομμύρια το 2050, τα γόνιμα εδάφη αποτελούν βασικό πλεονέκτημα. Δεδομένου ότι το 95 % των τροφίμων μας παράγεται άμεσα ή έμμεσα σε αυτόν τον πολύτιμο πεπερασμένο φυσικό πόρο, η υποβάθμιση του εδάφους έχει άμεσο αντίκτυπο στην επισιτιστική ασφάλεια και στις διασυνοριακές αγορές τροφίμων.
Οι πιέσεις στο έδαφος και τη γη αυξάνονται παγκοσμίως. Στην ΕΕ, το 4,2 % του εδάφους έχει μετατραπεί σε τεχνητό μέσω της δέσμευσης γης· η δέσμευση γης και η σφράγιση του εδάφους συνεχίζονται κυρίως εις βάρος των γεωργικών εκτάσεων. Επιπλέον, η υποβάθμιση του εδάφους επηρεάζει τη δυνητική μακροπρόθεσμη γονιμότητα των γεωργικών εδαφών. Εκτιμάται ότι το 61 % με 73 % των γεωργικών εδαφών στην ΕΕ επηρεάζεται από διάβρωση, απώλεια οργανικού άνθρακα, περίσσεια θρεπτικών συστατικών (άζωτο), συμπίεση ή δευτερογενή αλάτωση (ή συνδυασμό των εν λόγω απειλών). Για παράδειγμα, η συμπύκνωση του εδάφους μπορεί να μειώσει τις αποδόσεις των καλλιεργειών κατά 2,5 έως 15 %. Χωρίς βιώσιμη διαχείριση και δράση για την αναγέννηση των εδαφών, η επιδείνωση της υγείας του εδάφους θα αποτελέσει κεντρικό παράγοντα σε μελλοντικές κρίσεις επισιτιστικής ασφάλειας.
Τα υγιή εδάφη είναι απαραίτητα για τους γεωργούς και το γεωργικό οικοσύστημα συνολικά. Η διατήρηση ή η αύξηση της γονιμότητας του εδάφους μακροπρόθεσμα συμβάλλει στη σταθερή ή ακόμη και υψηλότερη απόδοση των καλλιεργειών, των ζωοτροφών και της βιομάζας που απαιτούνται για τους τομείς της μη διατροφικής βιοοικονομίας, συμβάλλοντας στην απαλλαγή από τα ορυκτά καύσιμα της οικονομίας μας και παρέχει στους γεωργούς μακροπρόθεσμη ασφάλεια παραγωγής και επιχειρηματικές προοπτικές. Η διαθεσιμότητα υγιών και γόνιμων εδαφών και γης είναι ζωτικής σημασίας για τη μετάβαση προς μια βιώσιμη βιοοικονομία και, ως εκ τούτου, μπορεί να συμβάλει στην αύξηση και τη διατήρηση της αξίας της γης. Τα μέτρα για την αύξηση της γονιμότητας του εδάφους μπορούν επίσης να μειώσουν το λειτουργικό κόστος των γεωργικών εκμεταλλεύσεων, όπως το κόστος των εισροών ή των μηχανημάτων. Οι γεωργοί μπορούν να λάβουν χρηματοδοτική στήριξη για ορισμένες πρακτικές, π.χ. στο πλαίσιο της κοινής γεωργικής πολιτικής (στο εξής: ΚΓΠ) ή της πρότασης για ένα ενωσιακό πλαίσιο πιστοποίησης για τις απορροφήσεις άνθρακα.
- Η υποβάθμιση του εδάφους βλάπτει επίσης την ανθρώπινη υγεία. Τα αιωρούμενα σωματίδια που παράγονται από την αιολική διάβρωση προκαλούν ή επιδεινώνουν αναπνευστικές και καρδιαγγειακές παθήσεις.
- Τα σφραγισμένα εδάφη παρατείνουν τη διάρκεια των υψηλών θερμοκρασιών κατά τη διάρκεια των κυμάτων καύσωνα και έχουν μικρότερη ικανότητα να λειτουργούν ως καταβόθρες ρύπων.
- Τα μολυσμένα εδάφη επηρεάζουν επίσης την ασφάλεια των τροφίμων. Για παράδειγμα, περίπου το 21 % των γεωργικών εδαφών στην ΕΕ περιέχουν συγκεντρώσεις καδμίου στο επιφανειακό έδαφος που υπερβαίνουν το όριο για τα υπόγεια ύδατα.
- Η ψυχαγωγική αξία του περιβάλλοντος και της φύσης, που συνδέεται με τη σωματική και ψυχική μας υγεία, υποστηρίζεται επίσης από υγιή εδάφη που υπόκεινται σε βιώσιμη διαχείριση. Αυτό είναι πολύτιμο τόσο στην ύπαιθρο όσο και ιδίως στις αστικές περιοχές όπου η υιοθέτηση πρακτικών βιώσιμης διαχείρισης μπορεί να συμβάλει στη δημιουργία υγιών χώρων πρασίνου και στη μείωση των θερμικών νησίδων, στη βελτίωση της ποιότητας του αέρα και των συνθηκών στέγασης.
- Η βελτίωση της υγείας του εδάφους είναι καίριας σημασίας για την αύξηση της ανθεκτικότητας της ΕΕ σε αντιξοότητες και την προσαρμογή στην κλιματική αλλαγή.
- Η ανθεκτικότητα της Ευρώπης στην κλιματική αλλαγή εξαρτάται από το επίπεδο της οργανικής ύλης του εδάφους και τη γονιμότητα, την κατακράτηση των υδάτων και την ικανότητα διήθησης, καθώς και από την αντοχή στη διάβρωση. Οι πρακτικές ανθρακοδεσμευτικής γεωργίας συμβάλλουν στην αποθήκευση CO2 στο έδαφος και συμβάλλουν στον μετριασμό της κλιματικής αλλαγής.
- Η ικανότητα των εδαφών να κατακρατούν νερό συμβάλλει τόσο στην πρόληψη όσο και στην αντιμετώπιση των κινδύνων καταστροφών. Όταν τα εδάφη μπορούν να απορροφήσουν περισσότερες βροχοπτώσεις, μειώνουν την ένταση των πλημμυρών και μετριάζουν τις αρνητικές επιπτώσεις των περιόδων ξηρασίας.
- Ορισμένα βακτήρια του εδάφους, τα οποία αποτελούν μέρος της βιοποικιλότητας υγιών εδαφών, μπορούν επίσης να βοηθήσουν τα φυτά να αντέξουν την ξηρασία.
Καθώς οι ακραίες καιρικές συνθήκες και οι κίνδυνοι που σχετίζονται με το κλίμα εντείνονται, ο κίνδυνος δασικών πυρκαγιών αυξάνεται σε ολόκληρη την Ευρώπη. Οι συνθήκες που αυξάνουν τον κίνδυνο πυρκαγιάς αναμένεται να αυξηθούν με την κλιματική αλλαγή, ιδίως με τη θερμότητα και την υγρασία των οικοσυστημάτων, συμπεριλαμβανομένων των εδαφών. Τα υγιή εδάφη με λειτουργική ικανότητα κατακράτησης υδάτων στηρίζουν επίσης υγιή δασικά οικοσυστήματα που είναι πιο ανθεκτικά στις δασικές πυρκαγιές. Ταυτόχρονα, οι δασικές πυρκαγιές μπορούν να προκαλέσουν υποβάθμιση του εδάφους, με αποτέλεσμα τους αυξημένους κινδύνους διάβρωσης του εδάφους, κατολισθήσεων και πλημμυρών. Η ενίσχυση του γνωσιακού υπόβαθρου για τα εδάφη μπορεί να συμβάλει στη βελτίωση των εκτιμήσεων κινδύνου καταστροφών που αναγνωρίζουν τις πολύπλευρες λειτουργίες των εδαφών στον μετριασμό των καταστροφών. Τα μέτρα για την ενίσχυση της υγείας του εδάφους βελτιώνουν την ανθεκτικότητα στη μελλοντική πίεση που προκαλεί η κλιματική αλλαγή.
Ορισμένες ευρωπαϊκές και εθνικές πολιτικές έχουν συμβάλει θετικά στη βελτίωση της υγείας του εδάφους. Ωστόσο, δεν αντιμετωπίζουν όλους τους παράγοντες υποβάθμισης του εδάφους και, ως εκ τούτου, εξακολουθούν να υπάρχουν σημαντικά κενά. Τα εδάφη σχηματίζονται πολύ αργά (π.χ. απαιτούνται 500 ή περισσότερα χρόνια για τη δημιουργία 2,5 cm νέου επιφανειακού εδάφους), αλλά η υγεία του εδάφους μπορεί να διατηρηθεί ή να βελτιωθεί, εάν ληφθούν και εφαρμοστούν τα κατάλληλα μέτρα.
Στο πλαίσιο αυτό, η Ευρωπαϊκή Πράσινη Συμφωνία καθορίζει έναν φιλόδοξο χάρτη πορείας για τη μετατροπή της ΕΕ σε δίκαιη και ευημερούσα κοινωνία, με μια σύγχρονη, αποδοτική ως προς τη χρήση των πόρων και ανταγωνιστική οικονομία, με στόχο την προστασία, τη διατήρηση και την ενίσχυση του φυσικού κεφαλαίου της ΕΕ, καθώς και την προστασία της υγείας και της ευημερίας των πολιτών από κινδύνους και επιπτώσεις που σχετίζονται με το περιβάλλον. Στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Πράσινης Συμφωνίας, η Επιτροπή ενέκρινε
- μια στρατηγική της ΕΕ για τη βιοποικιλότητα με ορίζοντα το 2030,
- ένα σχέδιο δράσης για μηδενική ρύπανση,
- μια στρατηγική της ΕΕ για την προσαρμογή στην κλιματική αλλαγή και
- μια στρατηγική της ΕΕ για το έδαφος με ορίζοντα το 2030.
Η στρατηγική της ΕΕ για τη βιοποικιλότητα με ορίζοντα το 2030 ανέφερε ότι είναι σημαντικό να ενταθούν οι προσπάθειες για την προστασία της γονιμότητας του εδάφους, τη μείωση της διάβρωσης του εδάφους και την αύξηση της οργανικής ύλης του εδάφους με την υιοθέτηση βιώσιμων πρακτικών διαχείρισης του εδάφους. Απαιτείται επίσης σημαντική πρόοδος για να εντοπιστούν μολυσμένα εδάφη, να αποκατασταθούν τα υποβαθμισμένα εδάφη, να καθοριστούν οι συνθήκες για την καλή οικολογική τους κατάσταση, να τεθούν στόχοι αποκατάστασης και να βελτιωθεί η παρακολούθηση της ποιότητας του εδάφους. Στη στρατηγική για τη βιοποικιλότητα ανακοινώθηκε επίσης το σχέδιο επικαιροποίησης της θεματικής στρατηγικής του 2006 για το έδαφος με σκοπό την καταπολέμηση της υποβάθμισης του εδάφους και την εκπλήρωση των δεσμεύσεων της ΕΕ και των διεθνών δεσμεύσεων για την ουδετερότητα ως προς την υποβάθμιση της γης.
Η στρατηγική της ΕΕ για το έδαφος με ορίζοντα το 2030 καθορίζει το μακροπρόθεσμο όραμα να βρίσκονται όλα τα εδάφη σε υγιή κατάσταση έως το 2050, να καταστούν κανόνας η προστασία, η βιώσιμη χρήση και η αποκατάσταση των εδαφών και προτείνει έναν συνδυασμό εθελοντικών και νομοθετικών δράσεων για την επίτευξη των εν λόγω στόχων. Στη στρατηγική ανακοινώθηκε ότι η Επιτροπή θα προτείνει νομοθέτημα για την υγεία του εδάφους, το οποίο θα βασίζεται σε εκτίμηση των επιπτώσεων, η οποία θα πρέπει να αναλύει διάφορες πτυχές, όπως δείκτες και τιμές για την υγεία του εδάφους, διατάξεις για την παρακολούθηση των εδαφών και απαιτήσεις για βιώσιμη χρήση των εδαφών.
Το 8ο πρόγραμμα δράσης για το περιβάλλον έθεσε ως στόχο προτεραιότητας, το αργότερο έως το 2050, οι άνθρωποι να ευημερούν εντός των ορίων του πλανήτη, σε μια οικονομία ευμάρειας όπου τίποτα δεν σπαταλιέται, η ανάπτυξη είναι αναγεννητική, έχει επιτευχθεί κλιματική ουδετερότητα εντός της Ένωσης και οι ανισότητες έχουν μειωθεί σημαντικά. Ορισμένες από τις ευνοϊκές συνθήκες που απαιτούνται για την επίτευξη του στόχου αυτού περιλαμβάνουν την καταπολέμηση της υποβάθμισης του εδάφους και τη διασφάλιση της προστασίας και της βιώσιμης χρήσης του εδάφους, μεταξύ άλλων μέσω ειδικής νομοθετικής πρότασης για την υγεία του εδάφους.
Τα θεσμικά ενδιαφερόμενα μέρη ζήτησαν αλλαγές πολιτικής. Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο κάλεσε την Επιτροπή να αναπτύξει ένα ενωσιακό νομικό πλαίσιο για το έδαφος. Θα πρέπει να περιλαμβάνει ορισμούς και κριτήρια για την καλή κατάσταση του εδάφους και την αειφόρο χρήση, στόχους, εναρμονισμένους δείκτες, μεθοδολογία για την παρακολούθηση και την υποβολή εκθέσεων, στόχους, μέτρα και οικονομικούς πόρους. Το Συμβούλιο της ΕΕ 12 υποστήριξε την Επιτροπή στην εντατικοποίηση των προσπαθειών για την καλύτερη προστασία των εδαφών και επιβεβαίωσε τη δέσμευσή του για ουδετερότητα ως προς την υποβάθμιση της γης. Επιπλέον, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή των Περιφερειών, η Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή και το Ευρωπαϊκό Ελεγκτικό Συνέδριο κάλεσαν την Επιτροπή να αναπτύξει ένα νομικό πλαίσιο για τη βιώσιμη χρήση του εδάφους.
Η σημασία της υγείας του εδάφους έχει επίσης αναγνωριστεί σε παγκόσμιο επίπεδο. Η ΕΕ έχει αναλάβει δεσμεύσεις στο διεθνές πλαίσιο των τριών συμβάσεων του Ρίο για την αντιμετώπιση των εδαφών που πλήττονται από την απερήμωση (Σύμβαση του ΟΗΕ για την καταπολέμηση της απερήμωσης), για τη συμβολή στον μετριασμό της κλιματικής αλλαγής (Σύμβαση-πλαίσιο του ΟΗΕ για την κλιματική αλλαγή) και για τη δημιουργία ενός σημαντικού οικοτόπου για τη βιοποικιλότητα (Σύμβαση για τη βιολογική ποικιλότητα). Η αποκατάσταση, η διατήρηση και η βελτίωση της υγείας του εδάφους αποτελούν στόχο του νέου παγκόσμιου πλαισίου για τη βιοποικιλότητα Kunming-Montreal.
Η υγεία του εδάφους συμβάλλει επίσης άμεσα στην επίτευξη διαφόρων Στόχων Βιώσιμης Ανάπτυξης (ΣΒΑ) των Ηνωμένων Εθνών, ιδίως του ΣΒΑ 15.3. Ο εν λόγω στόχος αποσκοπεί στην καταπολέμηση της ερημοποίησης, στην αποκατάσταση της υποβαθμισμένης γης και του εδάφους, συμπεριλαμβανομένων των εκτάσεων που έχουν πληγεί από την ερημοποίηση, την ξηρασία και τις πλημμύρες, και στην προσπάθεια για έναν ουδέτερο από πλευράς υποβάθμισης του εδάφους κόσμο με ορίζοντα το 2030.
Επί του παρόντος υπάρχει έλλειψη ολοκληρωμένων και εναρμονισμένων δεδομένων σχετικά με την υγεία του εδάφους από την παρακολούθηση του εδάφους. Ορισμένα κράτη μέλη διαθέτουν συστήματα παρακολούθησης του εδάφους, αλλά δεν είναι ενιαία, αντιπροσωπευτικά και εναρμονισμένα. Τα κράτη μέλη εφαρμόζουν διαφορετικές μεθόδους δειγματοληψίας, συχνότητες και πυκνότητες, και χρησιμοποιούν διαφορετικές μετρήσεις και αναλυτικές μεθόδους, με αποτέλεσμα την έλλειψη συνέπειας και συγκρισιμότητας σε ολόκληρη την ΕΕ.
Για όλους αυτούς τους λόγους, είναι αναγκαίο να θεσπιστεί ένα σταθερό και συνεκτικό πλαίσιο παρακολούθησης του εδάφους για όλα τα εδάφη σε ολόκληρη την ΕΕ, το οποίο θα αντιμετωπίσει το υφιστάμενο γνωσιακό κενό σε σχέση με τα εδάφη. Θα πρέπει να είναι ένα ολοκληρωμένο σύστημα παρακολούθησης που θα βασίζεται σε δεδομένα επιπέδου ΕΕ, κρατών μελών και ιδιωτών. Τα δεδομένα αυτά θα βασίζονται σε έναν κοινό ορισμό του τι συνιστά υγιές έδαφος και θα στηρίζουν τη βιώσιμη διαχείριση των εδαφών, τη διατήρηση ή τη βελτίωση της υγείας του εδάφους και, ως εκ τούτου, την επίτευξη υγιών και ανθεκτικών εδαφών σε ολόκληρη την ΕΕ έως το 2050.
Το πλαίσιο παρακολούθησης του εδάφους είναι ζωτικής σημασίας για την παροχή των δεδομένων και των πληροφοριών που απαιτούνται για τον καθορισμό των κατάλληλων μέτρων. Τα δεδομένα είναι επίσης πιθανό να οδηγήσουν σε τεχνολογική ανάπτυξη και καινοτομία και να τονώσουν την ακαδημαϊκή και βιομηχανική έρευνα, για παράδειγμα λύσεις τεχνητής νοημοσύνης που βασίζονται σε δεδομένα από συστήματα ανίχνευσης και συστήματα επιτόπιων μετρήσεων. Η ζήτηση για υπηρεσίες ανάλυσης εδάφους θα αυξηθεί επίσης, με αποτέλεσμα την εδραίωση των επιχειρήσεων και της θέσης των εξειδικευμένων ΜΜΕ στην ΕΕ. Θα στηρίξει επίσης την ανάπτυξη της τηλεπισκόπησης για το έδαφος και θα δώσει τη δυνατότητα στην Επιτροπή να συγκεντρώσει πόρους, με βάση τους υφιστάμενους μηχανισμούς και την τεχνολογία (LUCAS, Copernicus) για την παροχή οικονομικά αποδοτικών υπηρεσιών στα ενδιαφερόμενα κράτη μέλη. Αυτή η τεχνολογική πρόοδος αναμένεται να διευκολύνει την πρόσβαση των γεωργών και των δασοπόνων στα δεδομένα για το έδαφος, καθώς και να οδηγήσει σε ευρύτερο φάσμα, καλύτερη διαθεσιμότητα και πιο προσιτή τεχνική υποστήριξη για τη βιώσιμη διαχείριση του εδάφους, συμπεριλαμβανομένων εργαλείων υποστήριξης αποφάσεων.
Τα κράτη μέλη και οι φορείς της ΕΕ θα μπορούν να χρησιμοποιούν δεδομένα για την υγεία του εδάφους με επαρκή βαθμό λεπτομέρειας για να βελτιωθεί η παρακολούθηση και η ανάλυση τάσεων διαχείρισης και ανθεκτικότητας της ξηρασίας και των καταστροφών. Τα δεδομένα αυτά θα ενισχύσουν την πρόληψη και, ως εκ τούτου, θα συμβάλουν στην καλύτερη αντιμετώπιση καταστροφών. Τα αναλυτικά δεδομένα για την υγεία του εδάφους θα αποτελέσουν επίσης χρήσιμο πόρο για τον μετριασμό της κλιματικής αλλαγής και την εφαρμογή της πολιτικής προσαρμογής, μεταξύ άλλων σε σχέση με την επισιτιστική ασφάλεια και τις πιέσεις στην ανθρώπινη υγεία και τη βιοποικιλότητα.
Η εφαρμογή πρακτικών βιώσιμης διαχείρισης θα βοηθήσει τα κράτη μέλη να διασφαλίσουν ότι τα εδάφη θα έχουν την ικανότητα να παρέχουν τις υπηρεσίες πολλαπλών οικοσυστημάτων που είναι ζωτικής σημασίας τόσο για την ανθρώπινη υγεία όσο και για το περιβάλλον. Αυτά αναμένεται να βελτιώσουν την ασφάλεια, την υγεία και τις υποδομές των κοινοτήτων και να διατηρήσουν τα μέσα διαβίωσης στις γύρω περιοχές, π.χ. αγροτουρισμός, αγορές, υποδομές, πολιτισμός και ευημερία.
Οι τρέχουσες μελέτες σχετικά με συγκεκριμένες πρακτικές σε επίπεδο γεωργικής εκμετάλλευσης/μονάδας γης καταλήγουν στο συμπέρασμα ότι το κόστος της βιώσιμης διαχείρισης του εδάφους σε πολλές περιπτώσεις αντισταθμίζεται από τα οικονομικά οφέλη και, σε όλες τις περιπτώσεις, από τα περιβαλλοντικά οφέλη.
Η αποστολή «Μια ευρωπαϊκή συμφωνία για το έδαφος» του προγράμματος έρευνας και καινοτομίας «Ορίζων Ευρώπη» στηρίζει επίσης τις φιλοδοξίες της ΕΕ για βιώσιμη διαχείριση της γης και του εδάφους, παρέχοντας τη γνωσιακή βάση και παρέχοντας λύσεις για ευρύτερη δράση στον τομέα της υγείας του εδάφους.
Με την πρόταση καλύπτεται επίσης η μόλυνση του εδάφους. Τα κράτη μέλη πρέπει να αντιμετωπίσουν τους απαράδεκτους κινδύνους για την ανθρώπινη υγεία και το περιβάλλον οι οποίοι προκαλούνται από τη μόλυνση του εδάφους, προκειμένου να συμβάλουν στη δημιουργία ενός περιβάλλοντος απαλλαγμένου από τοξικές ουσίες έως το 2050. Η προτεινόμενη προσέγγιση με βάση τον κίνδυνο θα καταστήσει δυνατό τον καθορισμό προτύπων σε εθνικό επίπεδο, ώστε τα μέτρα μείωσης του κινδύνου να μπορούν να προσαρμόζονται στις ειδικές συνθήκες μιας τοποθεσίας. Η πρόταση θα βελτιώσει επίσης την εφαρμογή της αρχής «ο ρυπαίνων πληρώνει» και θα ενισχύσει την κοινωνική δικαιοσύνη, ενθαρρύνοντας δράσεις που θα ωφελήσουν τα νοικοκυριά που βρίσκονται σε μειονεκτική θέση και πιο κοντά σε μολυσμένους χώρους. Οι απαιτήσεις για τον εντοπισμό, τη διερεύνηση, την αξιολόγηση και την αποκατάσταση μολυσμένων χώρων θα δημιουργήσουν θέσεις εργασίας και μακροχρόνια απασχόληση (π.χ. αύξηση της ζήτησης για περιβαλλοντικούς συμβούλους, γεωλόγους, μηχανικούς υπεύθυνους για έργα αποκατάστασης κ.λπ.).
Η νομοθεσία προτείνει να υιοθετηθεί μια σταδιακή και αναλογική προσέγγιση, ώστε να δοθεί στα κράτη μέλη επαρκής χρόνος για να δημιουργήσουν το σύστημα διακυβέρνησής τους, να θέσουν σε εφαρμογή το σύστημα παρακολούθησης του εδάφους, να αξιολογήσουν την υγεία του εδάφους και να αρχίσουν να εφαρμόζουν μέτρα που σχετίζονται με τη βιώσιμη διαχείριση του εδάφους.