Οι ΠΡΑΣΙΝΟΙ – ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗ θεωρούμε ότι η υπογραφή του μνημονίου συνεργασίας μεταξύ ΔΕΗ και της κινέζικης CMEC για την κατασκευή και 2ης λιγνιτικής μονάδας στη Μελίτη Φλώρινας και την επέκταση στα Βαλκάνια είναι μια από τις πιο άστοχες επιλογές της κυβέρνησης όχι μόνο από περιβαλλοντική-κλιματική άποψη αλλά και από άποψη οικονομική. Ο πρωθυπουργός μιλούσε πριν λίγες μέρες για δίκαιη και βιώσιμη ανάπτυξη και τελικά αποκαλύπτει ότι εννοεί βρώμικη και άδικη ανάπτυξη αφού η επένδυση στον λιγνίτη και στα ορυκτά καύσιμα όχι μόνο πλήττει το κλίμα και το περιβάλλον αλλά και προκαλεί μεγάλες οικολογικές και οικονομικές καταστροφές σε ολόκληρες περιοχές και πληθυσμούς λόγω της κλιματικής αλλαγής (πρόσφατες είναι αυτές στην Ηλεία, στην Πελοπόννησο και στη Β. Ελλάδα).
Από τις πιο προκλητικές πολιτικές επιλογές της σημερινής κυβέρνησης είναι αυτές που αφορούν το ενεργειακό. Υποτίθεται η κυβέρνηση δεσμεύεται από την Συμφωνία του Παρισιού για την σταδιακή έξοδο από τα ορυκτά καύσιμα. Στην πραγματικότητα, όμως, προωθεί την αύξηση της συμμετοχής του λιγνίτη και των ορυκτών καυσίμων στο ενεργειακό μείγμα της χώρας: προχωράει με δανεισμό στην κατασκευή της Πτολεμαΐδας 5, σε μια νέα λιγνιτική μονάδα, δανείζεται για νέες πετρελαϊκές μονάδες στα νησιά, υποστηρίζει μια διπλωματία των «ενεργειακών αγωγών», σχέδια εξόρυξης πετρελαίου και φυσικού αερίου, ενώ τώρα έρχεται η συμφωνία με τους Κινέζους για 2η νέα λιγνιτική μονάδα Μελίτη 2, στην περιοχή της Φλώρινας. Κι όχι μόνο αυτό, ΔΕΗ και κινέζοι της CMEC δημιουργούν εταιρία για να προωθήσουν από κοινού νέες λιγνιτικές μονάδες στα βαλκάνια.
Μετά από «συστηματική προετοιμασία» – όπως αποκάλυψαν οι κινέζοι υπήρχε μεταξύ της ΔΕΗ και της CMEC μια πολύμηνη συνεργασία, ειδικότερα για το project Μελίτη – υπεγράφη στις 14/9/2016 το μνημόνιο συνεργασίας μεταξύ της ΔΕΗ και της κινεζικής CMEC για την κατασκευή δεύτερης λιγνιτικής μονάδας στην περιοχή της Φλώρινας.
Ο υπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας Πάνος Σκουρλέτης έδωσε το “παρών”, μαζί με τους εκπροσώπους των δύο εταιρειών και τον Κινέζο πρέσβη Ζου-Ξιαολί. Μάλιστα αποκαλυπτικός ο υπουργός, δήλωσε: «Η συνεργασία αυτή αποτελεί μέρος μιας νέας στρατηγικής για τη δημόσια εταιρεία ηλεκτρισμού, στρατηγικής συμπράξεων με αξιόπιστους εταίρους που μπορούν να δώσουν νέα δυναμική στον αντίποδα των επιλογών που ήθελαν τη ΔΕΗ συρρικνωμένη». Ο υπουργός αναφέρθηκε «με έμφαση στην προστασία του περιβάλλοντος σε συνδυασμό με την αδιατάρακτη πορεία της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας και τη σταθερότητα του συστήματος», ενώ χαρακτήρισε τη συμφωνία «ως πρώτο βήμα που μπορεί να επεκταθεί και σε άλλα πεδία». Ούτε ακροβάτης δεν θα τα κατάφερνε καλύτερα, να προσπαθεί να πείσει ότι η νέα μονάδα είναι προς όφελος του περιβάλλοντος: «Τώρα κάνουμε ένα βήμα προσαρμογής σε μια νέα πραγματικότητα ξεπερνώντας τις δυσκολίες το οποίο ανοίγει μια λαμπρή προοπτική για την αγορά ηλεκτρικής ενέργειας στη χώρα μας, για τη ΔΕΗ, αλλά και για τη συνεργασία των δυο χωρών μας. Ταυτόχρονα η δημιουργία μιας σύγχρονης μονάδας αποτελεί και μια κίνηση υπέρ του περιβάλλοντος. Διότι είναι αρκετοί οι οποίοι ασκούνε μια ίσως εν μέρει δικαιολογημένη κριτική, η οποία, όμως, δεν επιβεβαιώνεται από τα πράγματα σε σχέση με τη χρήση ενός εθνικού καυσίμου, όπως είναι ο λιγνίτης για την Ελλάδα.
Αυτή η νέα μονάδα θα είναι πιο αποδοτική και πιο φιλική στο περιβάλλον και αυτό είναι πάρα πολύ σημαντικό και πρέπει να στείλουμε αυτό το μήνυμα σε όλη την Ευρώπη, σε όλο τον κόσμο, ότι μπορούμε με ένα σύγχρονο τρόπο να αξιοποιούμε το λιγνίτη της χώρας μας. Βεβαίως γνωρίζετε ότι η Ελλάδα ως μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης έχει μια συνολικότερη εθνική στρατηγική γύρω από την ενέργεια. Σε αυτή τη στρατηγική θέλουμε να συνδυάζουμε την αξιοποίηση των ορυκτών καυσίμων με τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, οι οποίες είναι το μέλλον, αλλά προφανώς με ένα τρόπο ο οποίος να εγγυάται την αδιατάρακτη πορεία της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας, να εξασφαλίζει την ασφάλεια και τη σταθερότητα του συστήματος και να κινείται ακριβώς με μια περιβαλλοντική λογική».
Εξίσου αποκαλυπτικός ήταν ο πρόεδρος της ΔΕΗ Εμμανουήλ Παναγιωτάκης που «εξέφρασε την ελπίδα η μονάδα της Μελίτης να αποτελέσει την αρχή για τη στρατηγική συνεργασία των δύο πλευρών». Τόνισε ότι «η ΔΕΗ φιλοδοξεί να παίξει πρωταγωνιστικό ρόλο στην αγορά ενέργειας των Βαλκανίων (χθες εγκρίθηκε από το ΔΣ η ίδρυση θυγατρικής εταιρείας στην Αλβανία) και στην κατεύθυνση αυτή η συνεργασία με την CMEC θα είναι καθοριστική».
Το μνημόνιο συνεργασίας που υπεγράφη ανοίγει το δρόμο ώστε να ξεκινήσουν οι συζητήσεις για τη δημιουργία μιας εταιρείας η οποία θα κατασκευάσει τη δεύτερη μονάδα στη Μελίτη Φλώρινας “με κόστος που θα καλυφθεί από την κινεζική εταιρεία, με τη ΔΕΗ να εισφέρει τα δικά της ορυχεία καθώς και τη μονάδα 1 που ήδη βρίσκεται σε λειτουργία”. Επίσης, στο σχήμα έχουν προσκληθεί να μετάσχουν οι ιδιωτικές εταιρείες που έχουν συμμετοχή σε άλλα ορυχεία της περιοχής και στην εκδήλωση παρέστησαν οι Δ. Κούτρας του Άκτωρα και Γ. Περιστέρης της ΓΕΚ-ΤΕΡΝΑ. Με αυτό τον τρόπο η κυβέρνηση «περνάει» και το θέμα της ιδιωτικοποίησης μέρους της ΔΕΗ, αν και δεν έχουν αποφασιστεί τα μερίδια, τα οποία θα προκύψουν με βάση την αποτίμηση των στοιχείων που θα εισφέρει στο κοινό σχήμα η κάθε πλευρά, η ΔΕΗ είναι ανοιχτή στο να έχει μειοψηφική συμμετοχή στο νέο σχήμα. Ο σχεδιασμός προβλέπει την κατασκευή μονάδας ισχύος 450MW, κόστους 750 εκατ. ευρώ, που μαζί με τις απαραίτητες εργασίες στα ορυχεία θα φτάσει το 1 δισ. ευρώ.
Σύμφωνα με το χρονοδιάγραμμα η εταιρεία μπορεί να συσταθεί το 2017 ενώ η κατασκευή της μονάδας θα απαιτήσει τουλάχιστον 4-5 χρόνια, δηλαδή στην καλύτερη περίπτωση θα είναι έτοιμη το 2022-2023, όταν υποτίθεται θα πρέπει να κορυφώνεται η προσπάθεια εξόδου από τα ορυκτά καύσιμα που θα ολοκληρώνεται μέχρι το αργότερο το 2050. Αρα η μονάδα θα έχει στην “καλύτερη περίπτωση” 25-27 χρόνια ζωής.
Η ελληνική κυβέρνηση επιλέγει να στραφεί στο παρελθόν σε μια εποχή που σε πλανητικό επίπεδο γίνεται προσπάθεια να επιταχυνθεί η έξοδος από τα ορυκτά καύσιμα όχι μόνο για λόγους προστασίας του κλίματος και μείωσης των αυξανόμενων καταστροφών ως αποτέλεσμα της κλιματικής αλλαγής αλλά και για λόγους οικονομικούς.
Η Ελλάδα θα επενδύσει δις στον λιγνίτη και στα ορυκτά καύσιμα, αντί να επενδύσει – όπως γίνεται σε ολόκληρο τον πλανήτη – σε μια ταχέως αναπτυσσόμενη πράσινη οικονομία, στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και στην ενεργειακή αποδοτικότητα. Ακόμα και οι κινέζοι που στη χώρα τους κλείνουν τα ορυχεία κάρβουνου και επενδύουν γιγαντιαία ποσά στην πράσινη ενέργεια, έρχονται να συνεργαστούν με την Ελλάδα για την προώθηση νέων λιγνιτικών μονάδων.
Το σημερινό πολιτικό σύστημα αδυνατεί να στραφεί σε μια σύγχρονη οικονομική, κοινωνική και περιβαλλοντική πολιτική που θα οδηγήσει σε υπεύθυνες επενδύσεις και στη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας που σχετίζονται με το μέλλον, τους πολίτες, την βιωσιμότητα. Μόλις πριν λίγες μέρες ο πρωθυπουργός από τη Θεσσαλονίκη μιλούσε για «δίκαιη και βιώσιμη ανάπτυξη», κι έρχεται αμέσως μετά να προωθήσει την πιο καταστροφική και ξεπερασμένη επένδυση στα ορυκτά καύσιμα, πριονίζοντας το κλαδί πάνω στο οποίο καθόμαστε όλοι. Η δε αντιπολίτευση, ιδιαίτερα η αξιωματική, όχι μόνο συμφωνεί αλλά και ζητάει παραχώρηση δωρεάν δικαιωμάτων εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου από τις λιγνιτικές μονάδες την ίδια στιγμή που υποτίθεται μιλάει για την ανάγκη προστασίας του κλίματος. Τόσο άσχετοι…