Διακυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ (Και ΟΠ): Μια συνολική Πράσινη Αποτίμηση και κριτική

Οι ΠΡΑΣΙΝΟΙ ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗ συμμετέχουμε πλέον, από τον Μάρτιο 2020, μαζί με άλλες δυνάμεις στην δημιουργία ενός αυτόνομου, μαζικού, νέου ΠΡΑΣΙΝΟΥ κόμματος για την αυτόνομη παρουσία και συγκρότηση του πράσινου χώρου στην Ελλάδα. Υποστηρίζουμε ότι οι ΠΡΑΣΙΝΟΙ πρέπει να βασίζονται σε αξίες, πολιτικές που αφορούν την κοινωνία, και απευθύνονται στους πολίτες. Θα είμαστε αυτόνομοι στις εθνικές εκλογές, αποτελώντας μια ευρεία οικολογική πράσινη συμμαχία για την προώθηση πράσινων λύσεων προς όφελος της κοινωνίας, του περιβάλλοντος και της υπεύθυνης οικονομίας. Ένα δημιουργικό πράσινο κύμα που βγάζει από τα αδιέξοδα και οδηγεί σε αλλαγή οικονομίας, θεσμών, πολιτικών, αξιών και πρακτικών για αλλαγή της Ελλάδας και της Ευρώπης. Βοηθήστε να έρθει και στην Ελλάδα το πράσινο κύμα που σαρώνει την Ευρώπη.

Καθώς κάποια στελέχη των Πράσινων Αλληλεγγύη προέρχονταν από τους Οικολόγους Πράσινους από τους οποίους αποχώρησαν τον Μάρτιο 2014 με ένα σοβαρό πολιτικό σκεπτικό κριτικής, ενώ άλλα στελέχη τους δεν συμμετείχαν μέχρι τότε στο σχήμα, έχει σημασία μια αποτίμηση των λαθών κι αποτυχιών του σχήματος των Οικολόγων Πράσινων που πήραν την ριψοκίνδυνη απόφαση να συμμετάσχουν όχι αυτόνομα αλλά μέσα από τις λίστες του ΣΥΡΙΖΑ στις εκλογές αλλά και στην πορεία στην κυβέρνηση ΣΥΡιΖΑ – ΑΝΕΛ – ΟΠ χωρίς να έχουν μια αυτόνομη κοινοβουλευτική ομάδα

Το νέο σχήμα ΠΡΑΣΙΝΟΙ (www.prasinoi.eu) στο οποίο συμμετέχουμε πλέον οι Πράσινοι – Αλληλεγγύη έχει κάνει μια συνολική αποτίμηση της περιόδου 2014-2020 κυρίως για να βγουν χρήσιμα συμπεράσματα τόσο για το νέο, αυτόνομο, πράσινο κόμμα όσο και για το πράσινο κίνημα γενικότερα. Οι Πράσινοι Αλληλεγγύη με τις θέσεις και παρεμβάσεις τους εκείνη την περίοδο ανέδειξαν στο μέτρο των δυνατοτήτων τους μια πράσινη οπτική στα θέματα κλίματος και ενέργειας, διαφορετική από αυτήν ου ακολούθησε το κυβερνητικό σχήμα και ήταν σε εντελώς αντίθετη κατεύθυνση από αυτήν ενός πράσινου πολιτικού σχεδίου. Διαβάστε την σχετική κριτική, λοιπόν, για το που πήγε στραβά η πολιτική επιλογή ΣΥΡΙΖΑ – Οικολόγων Πράσινων στα ενεργειακά και κλιματικά θέματα καθώς και συνολικότερα στην διαχείριση κρίσιμων περιβαλλοντικών, οικονομικών και κοινωνικών θεμάτων. 

Στο 2ο αυτό συλλογικό κείμενο (διαμορφώθηκε μέσα από ευρεία διαβούλευση στο νέο πράσινο κόμμα) που ακολουθεί παρουσιάζεται η κριτική απέναντι σε συνολικότερες πολιτικές που ακολούθησε η συνεργασία ΣΥΡΙΖΑ – Οικολόγων Πράσινων. Είναι σημαντική αυτή η πολιτική κριτική, μια και συχνά ο ΣΥΡΙΖΑ προσπαθεί να ασκήσει αντιπολίτευση στις σημερινές πολιτικές και εμφανίζεται σαν να μην έχει καμία ευθύνη για τις δικές του αποτυχίες ή λάθη! Χωρίς ελάχιστη αυτοκριτική σηκώνει σημαίες “πράσινης κριτικής” χωρίς ντροπή….Περιμένουμε, όμως, και την αυτοκριτική των Οικολόγων Πράσινων για τις αποτυχίες και τα τρομερά λάθη τους για την άνευ όρων συμμετοχή τους σε εκείνη την κυβέρνηση και τις αποφάσεις που έλαβε, μια “παθητική στάση” που εξέθεσε στα μάτια των πολιτών ολόκληρο τον πράσινο /οικολογικό χώρο ασχέτως αν αυτός ήταν στην μεγάλη πλειοψηφία του (όπως μεταξύ άλλων και οι Πράσινοι Αλληλεγγύη, το Οικολογικό Δίκτυο, τοπικά σχήματα, περιβαλλοντικές οργανώσεις και πρωτοβουλίες πολιτών) απέναντι σε παρόμοιες πολιτικές 

Διακυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ (Και ΟΠ): Μια συνολική Πράσινη Αποτίμηση και κριτική

Η αποτίμηση της περιόδου των 4,5 χρόνων της συγκυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ είναι σημαντική για την ελληνική κοινωνία και ακόμη περισσότερο για τον Πράσινο χώρο.

Η συνολική εικόνα είναι ότι, σε μια κυβέρνηση όπου συμμετείχαν, μέσω του ΣΥΡΙΖΑ, και στελέχη των Οικολόγων Πράσινων, έγιναν πολύ μεγάλες υποχωρήσεις στα ζητήματα της πράσινης ατζέντας. Έτσι, αντί να εξασφαλιστεί ευρύτερη αποδοχή των πράσινων ιδεών, έγινε τεράστια ζημιά στην εικόνα της οικολογίας και των πράσινων πολιτικών και υπήρξε συνολική απαξίωσή τους στα μάτια φιλικών ακροατηρίων.

Χωρίς αυτή την κριτική ματιά, δεν θα μπορέσει να ανασυγκροτηθεί ο χώρος και να παίξει ρόλο εφάμιλλο με αυτόν που παίζουν οι Πράσινοι σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Και επιπλέον, δεν θα μπορέσει να βγάλει τα απαραίτητα συμπεράσματα για τις μελλοντικές του επιλογές και συνεργασίες.

Για το θέμα των συνεργασιών

Οι Πράσινοι διεθνώς δεν είναι αντίθετοι από θέση αρχής στις κυβερνητικές συνεργασίες, που γίνονται στη βάση ενός σαφούς και επεξεργασμένου προγραμματικού πλαισίου. Η εμπειρία έχει δείξει ότι προεκλογικές συνεργασίες χωρίς αυτό το πλαίσιο λειτουργούν κατά κανόνα σε βάρος των Πράσινων προτάσεων. Αντίθετα, η αυτόνομη παρουσία στη Βουλή είναι ο κύριος παράγοντας που μπορεί να εξασφαλίσει σεβασμό και υλοποίηση σημαντικών προγραμματικών θέσεων.

Η συμμετοχή των Πράσινων κομμάτων σε κυβερνήσεις συνεργασίας δεν μπορεί παρά να βασίζεται σε μια αξιολόγηση των δυνατοτήτων τους και των δεσμεύσεων των άλλων δυνάμεων (ιδιαίτερα αν έχουν πολύ μεγαλύτερη εκλογική δύναμη από τους Πράσινους) να προωθήσουν ουσιαστικές αλλαγές σε πράσινη κατεύθυνση σε ένα σύνολο θεμάτων, χωρίς να πληγεί παράλληλα η ταυτότητα των Πράσινων μέσα από τους αναπόφευκτους συμβιβασμούς σε πολιτικές που δεν τους εκφράζουν απολύτως.

Στην Ελλάδα δεν υπάρχει σχετική παράδοση. Διεθνώς, η συμμετοχή Πράσινων σε κυβερνητικά σχήματα προϋποθέτει αναλυτική προγραμματική συμφωνία που αποτυπώνεται σε αναλυτικό κυβερνητικό πρόγραμμα για όλες τις πολιτικές που θα προωθήσει η κυβέρνηση συνεργασίας, όπως γίνεται απολύτως φυσιολογικά σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες, κυρίως στην κεντρική και βόρεια Ευρώπη. Η ελληνική πρακτική των συνεργασιών χωρίς αναλυτική προγραμματική δέσμευση δεν διευκολύνει τις συνεργασίες, μια και συχνά άλλα συμφωνούνται και άλλα γίνονται στο τέλος.

Σημαντικό ρόλο στη διασφάλιση του σημαντικού ρόλου που καλείται να παίξει ένα πράσινο σχήμα μέσα σε μια κυβέρνηση συνεργασίας έχουν:

(α) ο ρυθμιστικός και όχι διακοσμητικός ρόλος των εκλεγμένων βουλευτών,

(β) η δέσμευση και η ικανότητα των Πράσινων που συμμετέχουν σε μια κυβέρνηση να προωθήσουν σταθερά τις πράσινες θέσεις που έχουν συμφωνηθεί,

(γ) η στήριξη σε ένα ισχυρό κίνημα πολιτών, που θα πιέζει για τις αλλαγές που απαιτούνται,

(δ) στην περίπτωση μη τήρησης του συμφωνημένου προγράμματος, θα πρέπει να υπάρχει η επιλογή της αποχώρησης των Πράσινων από την κυβέρνηση.

Ο ελληνικός οικολογικός, εναλλακτικός και πράσινος χώρος είχε βρεθεί και άλλοτε μπροστά σε προκλήσεις κυβερνητικών συμμαχιών και μάλιστα με υποσχέσεις για υιοθέτηση θέσεων και ανάληψη υπουργείων:

– Στις εκλογές της 5ης Νοεμβρίου 1989, η ΝΔ εξασφαλίζει 148 έδρες, οι Οικολόγοι Εναλλακτικοί συγκεντρώνουν 0,58% και εκλέγουν μία βουλευτή. Λόγω του ρυθμιστικού ρόλου της έδρας, ασκούνται έντονες πιέσεις για σχηματισμό κυβέρνησης μαζί με το ΠΑΣΟΚ και τον Συνασπισμό. Καθώς το σχήμα είναι πολύ νέο, ανομοιογενές και χωρίς αναλυτικό πρόγραμμα, οι Οικολόγοι Εναλλακτικοί απορρίπτουν την πρόταση, παρά τις υποσχέσεις ότι θα γινόταν δεκτές όποιες προτάσεις κατέθεταν και θα μπορούσαν να αναλάβουν υπουργεία. Σχηματίζεται τελικά “οικουμενική κυβέρνηση”.

– Μετά τις εκλογές της 9ης Απριλίου 2000 διορίζεται ως υφυπουργός ΠΕΧΩΔΕ στην κυβέρνηση Κ. Σημίτη ο πρώην διευθυντής της Greenpeace Ηλίας Ευθυμιόπουλος, που θα παυτεί με τον ανασχηματισμό τον Οκτώβριο 2001, χωρίς να έχει να επιδείξει ορατό έργο, αφού η συμμετοχή του ήταν μια προσωπική του επιλογή.

– Στις εκλογές της 4ης Οκτωβρίου 2009 οι Οικολόγοι Πράσινοι, που έχουν μείνει οριακά εκτός Βουλής για 32.000 ψήφους (ποσοστό 2,53%), απορρίπτουν πρόταση του Γ. Α. Παπανδρέου για θέση υφυπουργού Περιβάλλοντος, με αρμοδιότητες τα δάση. Είχε προηγηθεί προεκλογική απόφαση των ΟΠ ότι δεν θα συμμετείχαν σε κυβέρνηση αν δεν εκλέγονταν αυτόνομα στη Βουλή και χωρίς να υπάρξει δέσμευση σε προγραμματικές θέσεις που θα υλοποιηθούν. Από την πλευρά του ΠΑΣΟΚ δεν υπήρξε καμία διάθεση συμφωνίας σε προγραμματική βάση για συμμετοχή στην αυτοδύναμη -άλλωστε- κυβέρνησή του.

Το 2015 και η συμπόρευση με τον ΣΥΡΙΖΑ

Πριν από τις εκλογές του Ιανουαρίου 2015 παγιωνόταν στην ελληνική κοινωνία ένα ισχυρό ρεύμα υπέρ του ΣΥΡΙΖΑ, ως εναλλακτικής λύσης απέναντι στην αποτυχημένη και αυταρχική κυβέρνηση Σαμαρά-Βενιζέλου. Το ανερχόμενο αυτό ρεύμα επηρέαζε και σημαντικό μέρος του χώρου της πολιτικής οικολογίας και των άμεσων ακροατηρίων του. Απογοητευμένη από δύο συνεχόμενες εκλογικές ήττες (επαναληπτικές εκλογές 2012 και ευρωεκλογές 2014), εξουθενωμένη από σκληρές εσωκομματικές συγκρούσεις και τραυματισμένη από τις αποχωρήσεις βασικών στελεχών, η πλειοψηφία των Οικολόγων Πράσινων (ΟΠ) αποδέχθηκε την πρόταση για δημόσια εκλογική υποστήριξη προς τον ΣΥΡΙΖΑ, με διακριτή συμμετοχή στελεχών τους στα ψηφοδέλτιά του. Στη συνέχεια, η υποστήριξη αυτή οδήγησε σε συμμετοχή στην Κοινοβουλευτική του Ομάδα και στην κυβέρνηση, συμμετοχή που ανανεώθηκε και στις εκλογές του Σεπτεμβρίου 2015.

Προηγουμένως, στο συνέδριο των ΟΠ στις 15/16-11-2014, είχε υιοθετηθεί ένα κείμενο γενικών προγραμματικών προτάσεων «για ένα νέο οικολογικό παραγωγικό πρότυπο και μια πράσινη ευρωπαϊκή πολιτική», στη βάση του οποίου αποφασίστηκε η εκλογική σύμπραξη με τον ΣΥΡΙΖΑ, όταν ο τελευταίος απάντησε ότι το έκανε δεκτό. Ολόκληρο το κείμενο με τα «22 σημεία», όπως επικράτησε να αναφέρεται, είναι αναρτημένο ΕΔΩ, καθώς από την ιστοσελίδα των ΟΠ έχουν αφαιρεθεί όλες οι ανακοινώσεις πριν τον Ιανουάριο του 2015.

Στις δύο εκλογικές διαδικασίες του 2015 οι ΟΠ συμμετείχαν στα ψηφοδέλτια του ΣΥΡΙΖΑ, εκλέγοντας στις 25.1.2015 τον Γ. Δημαρά ενώ στις 10.9.2015 ορίστηκε με λίστα ως βουλευτής και ο Γ. Τσιρώνης, ο οποίος είχε οριστεί στην κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ ως αναπληρωτής υπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας αρχικά και Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων στη συνέχεια. Τον Αύγουστο του 2018 τον αντικατέστησε στην κυβέρνηση ο Γ. Δημαράς, ως υφυπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας.

5 χρόνια μετά είναι φανερό ότι, από τα «22 σημεία», ελάχιστα προωθήθηκαν έστω και λίγο κατά τη διακυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ. Κάποιες μάλιστα από τις πολιτικές που εφαρμόστηκαν, έρχονταν σε ευθεία αντίθεση. Παρά τη συμμετοχή των Ο.Π., ο κυβερνητικός απολογισμός των ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ δεν είχε τελικά πράσινο πρόσημο.

Η κυβερνητική συνεργασία των Οικολόγων Πράσινων με τους ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ

Η συμμετοχή των ΟΠ στην κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ απέτυχε να προωθήσει βασικές πράσινες πολιτικές. Ακόμα και δευτερεύουσες επιτυχίες χάθηκαν μέσα στη συνολικά απογοητευτική επίδοση. Η αποτυχία να συμβάλουν σε αυτή την κατεύθυνση, αφορά καίριους τομείς πολιτικής:

– Τη διαμόρφωση εναλλακτικού σχεδίου για τη χώρα, που θα αντιμετώπιζε τόσο την άστοχη και άδικη λιτότητα και τις οριζόντιες περικοπές όσο και τις ψευδαισθήσεις και την απουσία σχεδίου διακυβέρνησης από τον ΣΥΡΙΖΑ. Αν και ήδη από το 2009-12 οι Πράσινοι αντιπροτείναν “ΠΡΑΣΙΝΗ ΛΥΣΗ ΑΠΕΝΑΝΤΙ ΣΤΗΝ ΚΡΙΣΗ” και οι ΟΠ είχαν αναλυτικές σχετικές προτάσεις στο πρόγραμμά τους του 2012, όταν ανέλαβαν ρόλο στην κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, άφησαν στην άκρη παρόμοιες θέσεις. Χάθηκε, έτσι, μια ευκαιρία για τη συμμετοχική διαμόρφωση σχεδίου πράσινης και κοινωνικής μετάβασης, που θα προωθούσε την αλλαγή του παραγωγικού μοντέλου αλλά και εξορθολογισμό των οικονομικών της χώρας, όπως μείωση της μεγάλης εξάρτησης από τα ορυκτά καύσιμα, υιοθέτηση γενναίου προγράμματος ενεργειακής αναβάθμισης ώστε να μειωθούν και οι δαπάνες του δημοσίου σε σχολεία και δημόσια κτίρια, μείωση γραφειοκρατίας, αναδιοργάνωση του συστήματος υγείας με έμφαση στην πρόληψη της ασθένειας και τη βελτίωση των κοινωνικών και περιβαλλοντικών παραγόντων που οδηγούν σε αυτή, οικολογική αναγέννηση των πόλεων, βελτίωση δημόσιων συγκοινωνιών για να μειωθεί η χρήση ΙΧ, οικολογική διαχείριση φυσικών και παράκτιων περιοχών, διαμόρφωση θαλάσσιας στρατηγικής για προστασία και βιώσιμη διαχείριση του θαλάσσιου πλούτου (αντί για παραχώρηση για εξορύξεις) .

– Οικονομική και φορολογική πολιτική που να θέτει τις βάσεις για πράσινη στροφή του παραγωγικού και καταναλωτικού μοντέλου. Η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, που διαφήμισε ότι ενδιαφέρονταν για τους πιο ευάλωτους, στην πραγματικότητα – πέρα από κάποια επιδόματα- δεν παρουσίασε κανένα σχέδιο ούτε υλοποίησε δράσεις για δημιουργία νέων θέσεων εργασίας σε πράσινους και κοινωνικά σημαντικούς τομείς. Συνέχισε μια πολιτική επιδότησης των ορυκτών καυσίμων (επίδομα θέρμανσης, επιδότηση ενεργειακού κόστους για ενεργοβόρες βιομηχανίες και αγρότες), αντί να ενισχύσει την ενεργειακή αποτελεσματικότητα σε κτίρια, βιομηχανία, γεωργία, τουρισμό και μεταφορές, την πράσινη και κοινωνική καινοτομία για αντιμετώπιση της ενεργειακής φτώχειας. Δεν τόλμησε να προωθήσει την κυκλική οικονομία και την ενεργειακή μετάβαση.

– Μείωση της φορολογικής και ασφαλιστικής επιβάρυνσης της εργασίας με μεταφορά φορολογικών βαρών σε επιβαρυντικές για την κοινωνία και το περιβάλλον δραστηριότητες όπως βραχυχρόνιες χρηματιστηριακές συναλλαγές, στη φορολόγηση της μεγάλης περιουσίας και την αντιμετώπιση της θεσμικής φορο-αποφυγής μεγάλων κολοσσών. Αντί για αυτά, αυξήθηκαν οι ασφαλιστικές εισφορές και η φορολογία της “μεσαίας τάξης”, ως εργαλείο για τη δημιουργία πρωτογενών υπερπλεονασμάτων.

Η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ αποτέλεσε μια αδιανόητη σε άλλες εποχές συνεργασία της Αριστεράς με τη λαϊκίστικη ή και ακραία Δεξιά. Η ανοχή ή και δικαιολόγηση ρατσιστικών θέσεων των κυβερνητικών συμμάχων δημιούργησε ευρύτερη αποδοχή παρόμοιων θέσεων, φθάνοντας να φωτογραφίζονται χρυσαυγίτες μαζί με τον υπουργό Άμυνας σε ακριτικά νησιά και να εμφανίζονται ως υπερασπιστές της πατρίδας. Προβληματική ήταν και η διαχείριση της Χρυσής Αυγής, όταν μια τόσο σοβαρή υπόθεση αντιμετωπίστηκε υποτονικά, αντί να βρεθούν αποτελεσματικές λύσεις για διευκόλυνση της διεξαγωγής της δίκης σε λογικό χρονικό διάστημα.

Τι εμπόδισε μια ουσιαστική πράσινη συμβολή;

Κάποια από τα εμπόδια οφείλονταν σε στρατηγικές επιλογές του ΣΥΡΙΖΑ:

  • Ο ρυθμιστικός ρόλος των (ακροδεξιών) ΑΝΕΛ και η στρατηγική Τσίπρα για άνοιγμα στην «καραμανλική δεξιά», κληρονόμο των αντιοικολογικών πολιτικών της ΝΔ το 2004-2009.
  • Ο ρόλος Παυλόπουλου ως ΠτΔ (τον οποίο απαραδέκτως υπερψήφισαν οι ΟΠ) και οι προσπάθειες ανατροπής του Άρθρου 24, έμμεσα από την Επιτροπή Κατρούγκαλου-Βερναρδάκη το 2017 και άμεσα από τις υπογραφές βουλευτών του ΣΥΡΙΖΑ στην πρωτοβουλία Κυρίτση το 2019, με πρόσχημα την προστασία των ζώων.
  • Το δημοψήφισμα του 2015 ως θέαμα αντίστασης και ως παιχνίδι εξουσίας, για να απαλλαγεί ο ΣΥΡΙΖΑ από την «πλευρά Λαφαζάνη» χωρίς να θυσιάσει ψήφους.
  • Η επιλογή της αναπτυξιακής «φυγής προς τα εμπρός», ως διαχείριση του 3ου Μνημονίου, αντί για ένα ισορροπημένο σχέδιο αλλαγών που θα άλλαζαν το παραγωγικό, καταναλωτικό, κοινωνικό, διοικητικό και οικονομικό μοντέλο, συμβάλλοντας μέσα από αυτές τις αλλαγές στην αντιμετώπιση των δημοσιονομικών και οικονομικών προβλημάτων. Προτάσεις προς αυτή την κατεύθυνση είχαν επεξεργαστεί οι δύο ευρωβουλευτές τους σε συνεργασία με την ομάδα των Πράσινων στο Ευρωκοινοβούλιο, που όμως αγνοήθηκαν στο πλαίσιο της κυβερνητικής συνεργασίας.

Πρόσθετα εμπόδια προέρχονταν, όμως, και από την πλευρά των ΟΠ:

  • Η απουσία διακριτής πράσινης αφήγησης στο εγχείρημα στήριξης στον ΣΥΡΙΖΑ και κυβερνητικής συμμετοχής των ΟΠ.
  • Τα εγγενή αδιέξοδα από τη συμμετοχή σε ψηφοδέλτια άλλου κόμματος: χωρίς δικές τους ψήφους, οι ΟΠ χρειάζονταν να διατηρούν ανά πάσα στιγμή την εμπιστοσύνη του Τσίπρα, χωρίς αυτός να χρειάζεται ιδιαίτερα τη δική τους. Συχνά μάλιστα οι ΟΠ επεδίωκαν την εμπιστοσύνη ακόμη και των πιο αντιοικολογικών δυνάμεων της κυβέρνησης.
  • Ο χαλαρός χαρακτήρας των «22 σημείων» της συμμετοχής των ΟΠ στα ψηφοδέλτια του ΣΥΡΙΖΑ, καθώς αποτύπωναν γενικές κατευθύνσεις πολιτικής, παρά απτές προγραμματικές δεσμεύσεις. Από την πλευρά άλλωστε του ΣΥΡΙΖΑ, η συμφωνία τους για τα 22 σημεία δεν δηλώθηκε ποτέ δημόσια.
  • Στην αναδιαπραγμάτευση με τους δανειστές, η αφωνία των ΟΠ ακόμη και για τις σχετικές ομόφωνες προτάσεις τους του 2012.
  • Η κομματική «αυτάρκεια» των ΟΠ στη διαχείριση των κρατικών θέσεων που τους δόθηκε η δυνατότητα να στελεχώσουν, και η αποκοπή από τις κοινωνικές δυνάμεις που αγωνίζονται για πράσινες πολιτικές.
  • Η απόλυτη οικονομική εξάρτηση από τον ΣΥΡΙΖΑ.

Οι εξορύξεις πετρελαίου και φυσικού αερίου

Τέλη 2015 υπογράφεται η Συμφωνία του Παρισιού για το Κλίμα που στην πραγματικότητα δρομολογεί το τέλος της εποχής των ορυκτών καυσίμων / υδρογονανθράκων μέχρι το αργότερο το 2050, όπως προβλέπει και η ευρωπαϊκή στρατηγική για μια κλιματικά ουδέτερη Ευρώπη. Σε Γαλλία, Ισπανία, Πορτογαλία, Ιταλία, Κροατία, τα τελευταία χρόνια έχουμε είτε εγκατάλειψη μεμονωμένων ερευνών για νέα κοιτάσματα πετρελαίου και αερίου, ή είτε και ολικά μορατόριουμ.

Αντίθετα, στην Ελλάδα ξεκινά τον Σεπτέμβριο του 2018 η διαδικασία εντοπισμού πετρελαίου και φυσικού αερίου από τις πετρελαϊκές εταιρίες ΕΛΠΕ-Total-Edison-ExoonMobil-REPSOIL σε συνολικά 20 «οικόπεδα» (Κρήτη, Πελοπόννησος, Ιόνιο), ενώ στην Ήπειρο δεσμεύονται για τον λόγο αυτό 4.187 τετραγωνικά χιλιόμετρα (πάνω από το 3% της ελληνικής επικράτειας, ακόμη και μέσα σε Natura, προστατευόμενες και εθνικά πάρκα -εδώ οι ΟΠ αγνοήθηκαν από τον ΣΥΡΙΖΑ («Οι περιοχές Natura 2000 δεν εξαιρούνται από τις έρευνες για τις εξορύξεις. Κατέθεσα σχέδιο τροπολογίας, ζητώντας από τον υπουργό Περιβάλλοντος και Ενέργειας να εξαιρέσει αυτές τις προστατευόμενες περιοχές από τις έρευνες για υδρογονάνθρακες. Η απάντηση του υπουργείου ήταν αρνητική» – Γιώργος Δημαράς, βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ, μέλος των ΟΠ, μετέπειτα υφυπουργός Περιβάλλοντος [1]).

Η παραχώρηση σε μεγάλες πετρελαϊκές μέσω συμβάσεων 50.000 τετραγωνικών χιλιομέτρων ξηράς και θάλασσας για πολλές δεκαετίες και η πρόσδεση στην πετρελαϊκή βιομηχανία, σε μια εποχή που αυτή καταρρέει, γίνεται με δικαιολογία την προσπάθεια ισχυροποίησης του γεωστρατηγικού ρόλου της Ελλάδας στην περιοχή [2]. Το οικονομικό όφελος φαίνεται ότι θα είναι πενιχρό (πχ για το κοίτασμα του δυτικού Πατραϊκού κόλπου, σε βάθος 25ετίας, το Δημόσιο θα λάβει συνολικά 892 εκατ. Ευρώ, δηλαδή 35 εκατ. το χρόνο [3], συχνά με λειψή πληροφόρηση του τοπικού πληθυσμού [4] και με εξαιρετικά επιβαρυντικές για το περιβάλλον επιπτώσεις, για τις οποίες οι εξορυκτικές εταιρείες δεν υποχρεούνται να καταθέσουν Μελέτες Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων [5]. Η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ δεν απαγόρευσε ούτε καν το καταστροφικό fracking, που απαγορεύεται ήδη σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες από τη Γαλλία και τη Γερμανία μέχρι τη γειτονική μας Βουλγαρία. Επιπλέον, ήταν ίσως η πρώτη παγκοσμίως κυβέρνηση της Αριστεράς, που προέβαλε προεκλογικά την έλευση της … EXXONMOBIL στη χώρα της.

Επίσης η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ άνοιξε τον δρόμο για να εισέλθει στην Ευρώπη το αμερικάνικο υγροποιημένο σχιστολιθικό αέριο (fracking) μέσω της Αλεξανδρούπολης και των συνδέσεων μέσω αγωγών με γειτονικές χώρες.

Στις περιοδείες του Τσίπρα για τις ευρωεκλογές, η αστυνομική του φρουρά έφθασε να κάνει παράνομες προσαγωγές περιβαλλοντικών ακτιβιστών και στελεχών των ΟΠ για να σταματήσει ή να «προλάβει» νόμιμες ειρηνικές διαμαρτυρίες για τους υδρογονάνθρακες. Οι ΟΠ περιορίστηκαν σε χλιαρές αντιδράσεις.

Το ζήτημα είναι εξαιρετικά σοβαρό για τους Πράσινους και αναλύεται ΕΔΩ σε όλες τις διαστάσεις του (κλιματικές, περιβαλλοντικές, γεωπολιτικές, οικονομικές).

Οι λιγνίτες και η μονάδα “Πτολεμαΐδα 5”

Η ενεργειακή πολιτική της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ αντιμετώπιζε τον λιγνίτη ως εθνικό καύσιμο και το λόμπι του λιγνίτη ως κρίσιμο πολιτικό της στήριγμα. Την ίδια εποχή, στην Ε.Ε. αποφασίζονταν πολιτικές δραστικής μείωσης της χρήσης ορυκτών καυσίμων και υιοθετούνταν ως στόχος για το 2050 μείωση των εκπομπών κατά 85-95%, με χρήση ΑΠΕ και εφαρμογή μέτρων εξοικονόμησης. Ενώ ταυτόχρονα θεσμίζονται σημαντικά φορολογικά και οικονομικά εργαλεία ώστε τουλάχιστον 20% του προϋπολογισμού της ΕΕ για το διάστημα 2014-2020, να χρηματοδοτήσουν την προστασία του κλίματος. Επίσης, το ευρωπαϊκό σύστημα εμπορίας εκπομπών θεσμίστηκε ως οικονομικό εργαλείο για τη μείωση των βιομηχανικά εκπεμπόμενων αερίων θερμοκηπίου, κάτι που σήμαινε ότι η συνέχιση της στήριξης στα ορυκτά καύσιμα επιβάρυνε σημαντικά τους καταναλωτές με το κόστος από τις εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου.

Στην Ελλάδα, την ίδια περίοδο, η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ συνέχιζε την προσπάθεια για τη λιγνιτική μονάδα Πτολεμαΐδα 5, με κόστος 1,4 δισεκατομμύρια ευρώ, ισχύ 660 MW, με κατασκευή από την ΤΕΡΝΑ. Σε οικονομικό επίπεδο υπολογίζεται ότι οι εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου από τη μονάδα, μετά το 2022 που θα λειτουργήσει, θα επιβαρύνουν με ένα επιπλέον κόστος γύρω στα 110 με 120 εκατομμύρια [6] την παραγωγή ενέργειας ετησίως, και για το λόγο αυτό δεν χρηματοδοτήθηκε από την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων. Μάλιστα με το πέρασμα του χρόνου η τιμή του τόνου CO2 θα αυξηθεί από τα 20 ευρώ περίπου τώρα (2020) στα 30 ή ίσως και τα 70 ευρώ το 2030 [7]. Επιπλέον, με ΚΥΑ του υπουργού Γ. Σταθάκη, δόθηκε κατά παράβαση της ευρωπαϊκής νομοθεσίας, παράταση στη λειτουργία των μονάδων 3 και 4 του ΑΗΣ Καρδιάς.

Η προώθηση της νέας λιγνιτικής μονάδας Πτολεμαΐδα 5, παρά τις εκφρασμένες αντιρρήσεις και για το κόστος της μονάδας και τη σύγκρουση με τις πολιτικές για μείωση αερίων που αλλάζουν το κλίμα, έρχονταν σε πλήρη αντίθεση με τη (βάσει των 22 σημείων) «συμφωνία» με τους ΟΠ για πλήρη απεξάρτηση από τα ορυκτά καύσιμα εντός 20 ετών, θέση που ποτέ δεν αποτυπώθηκε στο κυβερνητικό πρόγραμμα και στις δηλώσεις της κυβέρνησης.

Τελικά, η ακραία πολιτική ΣΥΡΙΖΑ υπέρ του λιγνίτη, έδωσε την ευκαιρία στην επόμενη κυβέρνηση, της ΝΔ, να πλειοδοτήσει σε «πράσινο» προφίλ, επισπεύδοντας κατά αρκετά χρόνια το τέλος του λιγνίτη στην ηλεκτροπαραγωγή: δεν τιμά καθόλου την Αριστερά, «να της βγαίνει από αριστερά» η Δεξιά σε τέτοια κρίσιμα θέματα.

ΑΠΕ και κλιματική κρίση

Η παγκόσμια κοινότητα προβληματίζεται για το φαινόμενο θερμοκηπίου (Συμφωνία του Παρισιού), ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδας Γ. Στουρνάρας δηλώνει ότι «οι επιπτώσεις για την κοινωνία και τη βιώσιμη ανάπτυξη καθιστούν απαγορευτική τη χρήση ορυκτών καυσίμων» και η Τράπεζα της Ελλάδας με μελέτη της ανεβάζει το κόστος των επιπτώσεων αυτών στα 701 δις (ΕΜΕΚΑ (2011), The environmental, economic and social impacts of climate change in Greece, Bank of Greece, σελ. 453-457 [8]).

Ο ΣΥΡΙΖΑ, όμως, που δια στόματος Τσίπρα το 2009 είχε στόχο το 2030 να έχουμε το 50% της ενέργειας από ΑΠΕ κ.λπ. [9], ως κυβέρνηση συναγωνίστηκε τη Ν.Δ. στη διεκδίκηση των πιο προνομιακών δυνατών εξαιρέσεων υπέρ του λιγνίτη, που αποτελούσε μόνος του σχεδόν 30% της ελληνικής «συμβολής» στην κλιματική κρίση.

Το Εθνικό Σχέδιο Ενέργειας και Κλίματος, που προετοίμασε η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, επικρίθηκε ως ανεπαρκές και χωρίς φιλόδοξους στόχους. Η ΝΔ υποχρεώθηκε μάλιστα να αναθεωρήσει τους στόχους και να υποβάλλει ένα σχέδιο με πιο φιλόδοξους στόχους [10]. Το Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια και το Κλίμα (ΕΣΕΚ) αποτελεί μια εθνική υποχρέωση στο πλαίσιο εφαρμογής του Κανονισμού (ΕΕ) 2018/1999, δίνει όμως και μια σημαντική ευκαιρία για τον μετασχηματισμό της ελληνικής οικονομίας σε μία σύγχρονη, καθαρή και ανταγωνιστική οικονομία μηδενικών εκπομπών.

Η αύξηση του αιολικού δυναμικού έχει να κάνει περισσότερο με τη διεθνή τάση υπέρ της καθαρής ενέργειας, και όχι με μέτρα πολιτικής που ελάττωσαν τη γραφειοκρατία, μείωσαν τα κόστη ή βελτίωσαν τις διαδικασίες, όπως ένα νέο και απλοποιημένο χωροταξικό. Επιπλέον, να σημειωθεί η απουσία βιώσιμης αναθεώρησης ενός τέτοιου χωροταξικού των αιολικών, με αποτέλεσμα υπερχωροθέτηση σε σχετικά παρθένους ορεινούς όγκους και σταδιακή ανάπτυξη εκτεταμένων αντιδράσεων κατά των ΑΠΕ. Αρνητική εξέλιξη αποτελεί, τέλος, η απορρόφηση της ΔΕΗ Ανανεώσιμες από τη μητρική ΔΕΗ [11].

Παρά την ψήφιση του νόμου για τις ενεργειακές κοινότητες, τα πολυάριθμα προβλήματα της νομοθετικής αυτής πρωτοβουλίας και η απουσία κατάλληλων υποστηρικτικών εργαλείων άφησε το θέμα των “ενεργειακών κοινοτήτων πολιτών” στο περιθώριο. Τα προγράμματα ΑΠΕ είναι σε υπερβολικό βαθμό έργα μεγάλων παιχτών, σε αντίθεση με την πραγματικότητα σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες όπου οι πολίτες, οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις και οι ενεργειακοί συνεταιρισμοί έχουν σημαντικό ρόλο στις επενδύσεις στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και με αυτό τον τρόπο συμβάλλουν στην ενεργειακή δημοκρατία.

Οι οικιστικές πυκνώσεις

Οι δασικοί χάρτες προχώρησαν με τίμημα την επ’ αόριστο εξαίρεση των λεγόμενων «οικιστικών πυκνώσεων», δηλαδή της παράνομης δόμησης σε δασική γη, που λόγω συνταγματικών επιταγών είχε εξαιρεθεί από τις «τακτοποιήσεις» των υπόλοιπων αυθαιρέτων επί των προηγούμενων κυβερνήσεων. Η ρύθμιση για τις οικιστικές πυκνώσεις δεν οργανώθηκε ως σχέδιο για 2η φάση δασικών χαρτών, αλλά ως άτυπη ασυλία των δασικών αυθαιρέτων (Το νομοσχέδιο για τη νομιμοποίηση των «οικιστικών πυκνώσεων» έφερε 115 Δήμους να δηλώνουν 292.069 στρέμματα, με πρώτη την Αττική (115.873), έναντι προστίμου, ανάλογου με τα αυθαίρετα, τα οποία εξαιρούνται από την κατεδάφιση για 40 χρόνια ή για 25 χρόνια μετά την καταβολή παράβολου και αναλογικού προστίμου).

Στο ίδιο πνεύμα, σταμάτησε η κατεδάφιση ακόμη και δασικών αυθαιρέτων που είχαν κριθεί κατεδαφιστέα με τελεσίδικες δικαστικές αποφάσεις. Στην πράξη τα δάση προστατεύθηκαν μόνο εκεί όπου απειλούνταν λιγότερο ενώ άνοιξε ένας επικίνδυνος δρόμος που ολοκληρώθηκε αργότερα με την οριζόντια αντισυνταγματική «τακτοποίηση» των δασικών αυθαιρέτων από τη ΝΔ και τον Νόμο Χατζηδάκη.

Η Ολομέλεια του ΣτΕ με τις 685-688/2019 αποφάσεις της (πρόεδρος η μετέπειτα πρόεδρος της Δημοκρατίας κ. Αικατερίνη Σακελλαροπούλου, εισηγητής ο κ. Χρήστος Ντουχάνης), αποφάσισε ότι η διάταξη του ν. 4389/16 με την οποία εξαιρέθηκαν από την ανάρτηση του δασικού χάρτη οι «οικιστικές πυκνώσεις» είναι αντίθετη στο άρθρο 24 του Συντάγματος. Η Ολομέλεια του ανώτατου ακυρωτικού δικαστηρίου έκρινε αντισυνταγματικές όλες τις σχετικές ρυθμίσεις, σημειώνοντας ότι η αλλαγή χρήσης μιας δασικής έκτασης μπορεί να επιτραπεί μόνο για λόγους υπέρτερου δημοσίου συμφέροντος, κάτι που δεν ισχύει για περιπτώσεις οικιστικής αξιοποίησής τους [12]. Ήταν πιθανόν η πρώτη φορά, σε διεθνές επίπεδο, που πράξη «πράσινου» υπουργού κρίθηκε δικαστικά ότι παραβίαζε το Σύνταγμα της χώρας και τη συνταγματική προστασία του περιβάλλοντος.

Φυσική συνέπεια μιας τέτοιας πολιτικής, που δεν εξαντλούνταν στις οικιστικές πυκνώσεις, ήταν η αποκοπή από τις περιβαλλοντικές οργανώσεις και τον κόσμο της περιβαλλοντικής προστασίας.

Το πρώην αεροδρόμιο στο Ελληνικό και η διαχείριση της ρύπανσης του Σαρωνικού

Η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ-ΟΠ όχι μόνο έκανε στροφή 180 μοιρών στις προεκλογικές τους θέσεις για το πρώην αεροδρόμιο στο Ελληνικό αλλά δεν είχαν καν το θάρρος να κάνουν αυτοκριτική ή να παρουσιάσουν ένα πιο ισορροπημένο σχέδιο για το χώρο. Μια σειρά κοινωνικών πρωτοβουλιών επιχείρησαν να αναδείξουν εναλλακτικές προτάσεις για τον χώρο, όπως π.χ. να μετατρέπονταν σε ένα κέντρο ανάδειξης καλών πρακτικών πράσινων και κοινωνικών εγχειρημάτων, αστικών κήπων, με ανάδειξη και επανάχρηση των υπαρχόντων κτιρίων και με δημιουργία συμμετοχικών σχημάτων διαχείρισης του χώρου [13].

Όχι μόνο στάθηκαν απαξιωτικά απέναντι σε κρατικές υπηρεσίες που προσπάθησαν να τηρήσουν τη νομιμότητα, αλλά έγιναν βασιλικότεροι του βασιλέως για την προώθηση της επένδυσης real estate [14], δημιουργίας casino [15] κ.ά. Μάλιστα, η Στρατηγική Μελέτη Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων 1.332 σελίδων προέβλεπε ότι θα είναι “Περιορισμένες οι περιβαλλοντικές επιπτώσεις της μεγάλης επένδυσης στο Ελληνικό”. Παρόλο που, με βάση τις προβλέψεις, σε μια δεκαπενταετία θα δημιουργηθεί στην ουσία μια νέα πόλη 16 έως και 25 χιλιάδων κατοίκων, 11.000 κατοικίες, ουρανοξύστες, γραφεία εμπορικά κέντρα, καζίνο, χωρίς να συνυπολογίζονται οι εργαζόμενοι, οι επισκέπτες και οι τουρίστες. Το βασικό επιχείρημα γι’ αυτό το συμπέρασμα ήταν ότι “το μητροπολιτικό πάρκο θα έχει θετικές επιπτώσεις στο κλίμα του Λεκανοπεδίου, όπως και η ανάδειξη του παραλιακού μετώπου”. Για τις υπόλοιπες δράσεις η μελέτη υποστηρίζει ότι δεν θα επιδεινώσουν την ατμοσφαιρική ρύπανση, παρά μόνο στη φάση των κατασκευών!

Για το Ελληνικό, το κύριο στοίχημα χάθηκε με τη σύγκρουση για το δημοψήφισμα του 2015, οπότε η ολοκλήρωση της παραχώρησης και η ακύρωση κάθε άλλης πρότασης επιβλήθηκε από τους δανειστές. Η κυβέρνηση φέρει όμως ευθύνη για τους όρους δόμησης (6 παραλιακοί ουρανοξύστες των 200 μ.), την ουσιαστική απαξίωση ακόμη και του προβλεπόμενου μητροπολιτικού πάρκου (ελάχιστο υψηλό πράσινο, κάλυψη τουλάχιστον 15% του πάρκου με… κτίρια [16] και τη χωροθέτηση καζίνο δίπλα στα σπίτια με κατεδάφιση ιστορικού κτιρίου και κοπή του υπάρχοντος μικρού δάσους.

Μεγάλη ζημιά έγινε στην εικόνα του οικολογικού κινήματος και από τις δηλώσεις του τότε αναπληρωτή υφυπουργού περιβάλλοντος ότι για τη “ρύπανση με πετρελαιοειδή στο Σαρωνικό υπεύθυνοι είναι οι πολίτες που επιμένουν στη χρήση πετρελαίου”! Ούτε μια συγνώμη για τα λάθη στη διαχείριση της ρύπανσης, ούτε μια πρόταση ή δράση για τη βελτίωση του μηχανισμού πρόληψης και έγκαιρης αντιμετώπισης ανάλογων περιστατικών.

Πλημμύρες στη Μάνδρα, πυρκαγιά στο Μάτι, μπάζωμα και εγκιβωτισμός ρεμάτων

Η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ αποδείχθηκε απροετοίμαστη απέναντι στις επιπτώσεις της κλιματικής κρίσης και την ανάγκη προσαρμογής στα νέα δεδομένα. Δεν κατάφερε καν να ενσωματώσει στρατηγικές που είναι πλέον μέρος της αντιμετώπισης των ακραίων φαινομένων μέσα στις πόλεις, όπως λύσεις που βασίζονται στη φύση (nature based solution ή πράσινες υποδομές). Αντιθέτως, επέμενε με πείσμα στη συνέχιση πρακτικών που οδηγούν σε μεγαλύτερες καταστροφές την εποχή της κλιματικής αλλαγής και σε επιδείνωση της καταστροφής όσων οικοσυστημάτων άντεξαν μέσα στις πόλεις. Ενδεικτικό είναι ότι, ακόμα και μετά τη νέα πλημμύρα και τη μεγάλη καταστροφή στη Μάνδρα, ως συνέπεια των απερίσκεπτων παρεμβάσεων στους δρόμους του νερού, συνέχισε να προσπαθεί να τσιμεντώσει και εγκιβωτήσει τα εναπομείναντα ρέματα μέσα στην Αττική (Ποδονίφτης, Πικροδάφνη, Ρέμα Ραφήνας κ.ά.) και σε άλλες περιοχές.

Η έλλειψη οικολογικής διαχείρισης των δασών αλλά και η απουσία αποτροπής – πρόληψης και έγκαιρης αντιμετώπισης πυρκαγιών -που πλέον αλλάζουν σε ένταση και χαρακτήρα λόγω της κλιματικής αλλαγής- έφτασαν στην κορύφωση του δράματος στην περίπτωση της πυρκαγιάς στο Μάτι. Η απουσία αποτελεσματικής διαχείρισης της πυρκαγιάς συνδυάστηκε με ένα επικοινωνιακό σώου, ακόμα και την ώρα που ήταν γνωστό ότι υπήρχαν νεκροί και υπήρχαν εντελώς άστοχοι χειρισμοί στην προσπάθεια διάσωσης των κατοίκων και ελέγχου της πυρκαγιάς. Όπως και σε άλλες ανάλογες μεγάλες δασικές καταστροφές στο παρελθόν, και η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ προσπάθησε να μεταθέσει αλλού τις ευθύνες της ίδιας και της περιφερειακής αρχής, που έλεγχε.

Έγκριση μεγάλων τουριστικών επενδύσεων σε ιδιαίτερα σημαντικές περιοχές και το έγκλημα της Ίου

Το σκάνδαλο της νήσου Ίου απέδειξε ότι και με κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ-ΟΠ οι αιγιαλοί και παραλίες του Αιγαίου συνέχιζαν να κακοποιούνται, να ιδιωτικοποιούνται και να πωλούνται, να εξακολουθεί η λειτουργία των μηχανισμών της διαφθοράς στις υπηρεσίες, να χορηγούνται παράνομες οικοδομικές άδειες και εγκρίσεις αρχιτεκτονικών μελετών, να νομιμοποιούνται αυθαίρετα κτίσματα που έχουν κατασκευαστεί μετά το 2011, να εκποιούνται κοινόχρηστοι χώροι, να καταστρέφονται και να παραδίδονται στην κερδοσκοπία τοπία ιδιαιτέρου φυσικού κάλλους και να καταργείται κάθε προσπάθεια χωροταξικού σχεδιασμού και προστασίας του περιβάλλοντος.

Η αγορά από χρηματιστηριακά κεφάλαια του μεγαλύτερου μέρους της Ίου είχε προηγηθεί. Το 2014 οι εργασίες του επιχειρηματία είχαν επικεντρωθεί στην παραλία Κουμπάρα, στο νησάκι Διακοφτό, που συνδέεται με τη στεριά με μια λουρίδα αμμουδιάς. Το νησάκι χαρακτηρίστηκε χερσόνησος για να ενοποιηθούν παράνομα οι ιδιοκτησίες, να οικοδομηθεί και να ξεκοιλιαστεί η επιφάνειά του με παράνομους δρόμους, νταμάρι, σπαστήρα εξόρυξης και παραγωγής αδρανών κτλ. Οι πολεοδομικές αρχές, που ερχόντουσαν για έλεγχο μετά από σειρά επωνύμων καταγγελιών πολιτών, έβρισκαν πάντα το νησάκι περιφραγμένο. Το 2015 o ΕΟΤ επιβραβεύει τον επιχειρηματία εγκρίνοντας την ανέγερση πεντάστερου ξενοδοχείου σε ζώνη απολύτου προστασίας. Τον Δεκέμβριο του 2015 κατασκευάζεται στην αμμουδιά της παραλίας Κουμπάρα μια γέφυρα που θα ένωνε το νησί με τη στεριά, με έγκριση παραχώρησης του αιγιαλού με ΚΥΑ που έφερε τις υπογραφές των υπουργών Γιάννη Τσιρώνη – Τρύφωνα Αλεξιάδη – Θοδωρή Δρίτσα. Είναι η πρώτη φορά, τις τελευταίες δεκαετίες, που ελληνική κυβέρνηση τόλμησε να εγκρίνει την κατασκευή γέφυρας σε πλαζ λουομένων για την εξυπηρέτηση ιδιωτικών συμφερόντων. Οι ΟΠ δηλώνουν τη διαφωνία τους στην ΚΥΑ αλλά η γέφυρα κατασκευάζεται και αρχές του 2016 το περιβαλλοντικό έγκλημα είχε ολοκληρωθεί, παρά την προσφυγή στο ΣΤΕ και την απόφαση διακοπής των εργασιών. Η τελική ετυμηγορία θα δικαιώσει την κοινωνία των πολιτών.

Περιβαλλοντική διαχείριση και προστατευόμενες περιοχές

Τον Απρίλιο του 2016 το ΥΠΕΝ παραχώρησε εν λευκώ τις παράκτιες προστατευόμενες περιοχές της χώρας μας στα συμφέροντα Δήμων και ιδιωτών και ήρθε σε σύγκρουση με τις περιβαλλοντικές οργανώσεις. Παρά την απόφαση του ΣτΕ (3944/2015), σύμφωνα με την οποία η συλλήβδην παραχώρηση του αιγιαλού έρχεται σε ευθεία αντίθεση με τον συνταγματικά κατοχυρωμένο κοινόχρηστο χαρακτήρα του παράκτιου οικοσυστήματος ως δημόσιου αγαθού και δημιουργεί σοβαρό κίνδυνο αλλοίωσης των παραλιών λόγω της υπερεκμετάλλευσης, ψηφίστηκε από τη Βουλή ο νόμος 4384/2016.

Στην συνέχεια, ο Αναπληρωτής Υπουργός Περιβάλλοντος Γ. Τσιρώνης εξέδωσε τη με ΑΠ 23841/664/28-4-2016 Σύμφωνη Γνώμη, με την οποία συμφώνησε εκ των προτέρων με την παραχώρηση χρήσης αιγιαλού, παραλίας, όχθης και παρόχθιας ζώνης του συνόλου των περιοχών που έχουν ενταχθεί στο δίκτυο Natura 2000 και τελούν σε καθεστώς ειδικής προστασίας. Σημειώνεται ότι, έως και το 2015, η παραχώρηση τμημάτων αιγιαλού στις προστατευόμενες περιοχές γινόταν μόνο κατόπιν ελέγχου από πλευράς του ΥΠΕΝ του ειδικού αιτήματος που υπέβαλλε κάθε Δήμος, το οποίο (αίτημα) περιείχε αναλυτικό κατάλογο των σχεδιαζόμενων παραχωρήσεων, το είδος αυτών (δηλ. αν επρόκειτο για καντίνα, έπιπλα θαλάσσης ή θαλάσσια σπορ) και την ακριβή τους θέση (αποτύπωση σε χάρτη με συντεταγμένες), ώστε να είναι δυνατή η εποπτεία των τελούμενων δραστηριοτήτων εντός των παράκτιων προστατευόμενων περιοχών.

Η απόφαση αυτή επιβάρυνε την προδικαστική διαδικασία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής κατά της Ελλάδας για παράβαση των άρθρων 4 και 6 της Οδηγίας 92/43/ΕΟΚ, λόγω της ελλιπούς προστασίας και πλημμελούς διαχείρισης των προστατευόμενων περιοχών του δικτύου Natura 2000 (αριθμός υπόθεσης 2014/2260).

Πολιτική για τα σκουπίδια

Η υιοθέτηση του Εθνικού Σχεδιασμού Διαχείρισης Απορριμμάτων (ΕΣΔΑ) τον Ιούνιο του 2015 ήταν μια θετική εξέλιξη. Υστέρησε όμως η νομική του θωράκιση και υλοποίηση. Προβληματικοί σχεδιασμοί, ελλιπής ενημέρωση των πολιτών, καθώς και κακές πρακτικές στο παρελθόν αναπαρήγαγαν την έλλειψη εμπιστοσύνης του πολίτη προς το κράτος. Η ανακύκλωση έμεινε σε απαράδεκτα χαμηλά ποσοστά, η διαλογή στην πηγή, η κομποστοποίηση και η επανάχρηση δεν προωθήθηκαν. Ο νόμος για την ανακύκλωση υλικών (4496/2017) ουσιαστικά δεν εφαρμόστηκε.

Ο αναπληρωτής υπουργός Περιβάλλοντος Σ. Φάμελλος συνέχισε την εξασφάλιση της δυνατότητας στην τσιμεντοβιομηχανία να καίει ως καύσιμα απόβλητα προερχόμενα από απορρίμματα που είχε δοθεί στις 10-1-2014 με απόφαση του τότε υπουργού Περιβάλλοντος Γιάννη Μανιάτη επί κυβέρνησης ΝΔ -ΠΑΣΟΚ. Το 2017 η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ επέτρεψαν στην ΑΓΕΤ να μεταφέρει προς καύση στην ΑΓΕΤ στον Βόλο 200.000 τόνους σκουπίδια RDF με προέλευση από την Ιταλία, καθώς και 150.000 τόνους πετ κοκ.

Δυο ημέρες πριν τις εκλογές της 7.7.2019 ο υπουργός ΠΕΝ Σ. Φάμελλος υπέγραψε Απόφαση Έγκρισης Περιβαλλοντικών Όρων (ΑΕΠΟ) (Α.Π. ΥΠΕΝ/ΔΙΠΑ/19526/1284/5.7.2019) για μονάδα θερμικής επεξεργασίας 116.000 τόνων απορριμμάτων ετησίως στη Ρόδο με τεχνολογία πλάσματος, υποσκάπτοντας την επίτευξη των εθνικών και ευρωπαϊκών στόχων της Κυκλικής Οικονομίας. Οι περιβαλλοντικές οργανώσεις κατήγγειλαν ότι η μονάδα αυτή θα παίρνει μεγάλες ποσότητες σύμμεικτων απορριμμάτων της Ρόδου, που δεν θα έχουν υποστεί καμία προεπεξεργασία για ανακύκλωση ή κομποστοποίηση υλικών.

Ο ίδιος στις 12 Ιουνίου 2019 ικανοποιεί το αίτημα της τσιμεντοβιομηχανίας στη Θεσσαλονίκη να μετατραπεί σε εργοστάσιο καύσης πετ κοκ – σκουπιδιών – πλαστικών, με την απόφαση έγκρισης περιβαλλοντικών όρων της ΤΙΤΑΝ ΑΕ.

Η εξόρυξη χρυσού

Οι προεκλογικές δεσμεύσεις του ΣΥΡΙΖΑ για «ακύρωση των συμβάσεων για εξορύξεις χρυσού στη Βόρεια Ελλάδα» δεν υλοποιήθηκαν ποτέ ούτε υπήρξε αλλαγή πορείας και πολιτική παρέμβαση που θα σταματούσε την «επένδυση» της Eldorado Gold. Οι διάφορες «μάχες» είτε δεν δόθηκαν ποτέ είτε είχαν επικοινωνιακό χαρακτήρα, με στόχο να παρηγορήσουν έναν ολόκληρο κόσμο που κινητοποιήθηκε δυναμικά και στο τέλος έφτασε να θεωρεί νίκη ότι γλύτωσαν τη φυλακή όσοι αντιστάθηκαν.

Εντάχθηκε και το θέμα αυτό στην απουσία πολιτικού σχεδιασμού και αποφασισμένης κεντρικής διοίκησης, που χαρακτηρίστηκε από σημαντικές οπισθοχωρήσεις σε ζητήματα περιβαλλοντικής διακυβέρνησης, από πολιτική απραξία σε επείγοντα ζητήματα περιβαλλοντικής πολιτικής και συνέχιση της διαχρονικά κακής νομοθέτησης και επιβράβευσης παρανομιών.

Προστασία ζώων και νομοσχέδιο για τα αδέσποτα

Το νομοσχέδιο του 2018 για τα αδέσποτα αποτέλεσε δυστυχώς σημείο ρήξης με τον φιλοζωικό χώρο. Η αβάσιμη εμμονή του Γ. Τσιρώνη ως υπουργού ότι στην Ελλάδα δήθεν «υπάρχει εκτεταμένο λαθρεμπόριο αδέσποτων ζώων» και η ρητορική του ότι οι αντιδράσεις φιλοζωικών οργανώσεων υπέκρυπταν υποστήριξη τέτοιων κυκλωμάτων, πυροδότησαν μια άσκοπη και επικίνδυνη αντιπαλότητα με τον κρίσιμο χώρο της προστασίας των ζώων, που τα πράσινα κόμματα διεθνώς θεωρούν φυσικό τους σύμμαχο και όχι αντίπαλο.

Το νομοσχέδιο έθετε πρόσθετα εμπόδια στη φιλοζωική δράση πολιτών και σωματείων, τιμωρώντας με χρηματικό πρόστιμο, ακόμη και φυλάκιση, τη διάσωση, στείρωση, φιλοξενία αδέσποτων ζώων καθώς και κάθε προσπάθειά τους να δοθούν αδέσποτα για υιοθεσία, αναθέτοντας τα καθήκοντα αυτά στις δομές των Δήμων που οι φιλοζωικές οργανώσεις ισχυρίζονται ότι είναι ανέτοιμες (έως και ανύπαρκτες) για το έργο αυτό.

Ταυτόχρονα έθετε αυθαίρετα και ανορθολογικά κριτήρια για τη δυνατότητα συμβίωσης με ζώα συντροφιάς (τα τετραγωνικά του σπιτιού του) και πρόβλεπε πρόστιμα σε κτηνίατρους που περιθάλπουν ζώο χωρίς σήμανση ηλεκτρονική και καταχώρηση στη βάση δεδομένων! Φαινόταν, επίσης, να επιβάλλει υποχρεωτική στείρωση σε όλα τα ζώα συντροφιάς με εξαιρέσεις που ενισχύουν φαινόμενα ιδιωτικής εκτροφής [17], να μειώνει τα πρόστιμα κακοποίησης και να υποχρεώνει τους ιδιοκτήτες να πληρώνουν για διαβατήριο, ετήσιες αιματολογικές εξετάσεις, ειδικό τέλος για εγγραφή στη βάση δεδομένων του Δήμου κ.λπ. [18].

Εν τέλει, μετά από τις μαζικές αντιδράσεις και κατόπιν εντολής του πρωθυπουργού το νομοσχέδιο αποσύρθηκε «προσωρινά» [19] και δεν επανήλθε ποτέ.

Η κοινωνική και αλληλέγγυα οικονομία

Η Κοινωνική και Αλληλέγγυα Οικονομία (Κ.Α.Λ.Ο.) θα μπορούσε να είναι προνομιακό πεδίο για την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ. Στην πραγματικότητα, όμως, η κυβέρνηση αυτή δεν κατάφερε να κάνει έναν ουσιαστικό διάλογο με το πεδίο, αν και αναφέρονταν συνεχώς σε αυτό, ενώ λειτούργησε με υπεροψία, με αποτέλεσμα ο σχετικός νόμος να γίνει με καθυστέρηση, να είναι προβληματικός, να δημιουργεί ένα συγκεντρωτικό μοντέλο και να δημιουργεί περισσότερα εμπόδια παρά να προσφέρει λύσεις για την κοινωνική και αλληλέγγυα οικονομία.

Η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ διατήρησε ή και αύξησε την πανσπερμία διαφορετικών νομοθετικών πλαισίων και δεν κατάφερε να δημιουργήσει ένα κοινό πλαίσιο για τις διάφορες μορφές κοινωνικής οικονομίας, συνεταιρισμών, συνεργατικών σχημάτων, με εξειδίκευση βέβαια σε δεύτερο επίπεδο ανάλογα με τους στόχους και τα αντικείμενα.

Δεν διαβουλεύθηκε επαρκώς για τα κέντρα στήριξης της κοινωνικής και αλληλέγγυας οικονομίας, με αποτέλεσμα να μετατραπεί σε φιάσκο η σχετική πρόσκληση.

Η μεγαλύτερη αποτυχία της ήταν η αδυναμία της να διαμορφώσει έστω και στοιχειώδη χρηματο-οικονομικά εργαλεία για τη στήριξη της ΚΑΛΟ, επέλεξε να μη δημιουργηθεί το Ταμείο Κοινωνικής Οικονομίας και να μεταφερθούν οι πόροι που είχαν προβλεφθεί (500.000.000 ευρώ) σε άλλα ταμεία για την επιχειρηματικότητα, χωρίς έστω να περιλάβει όρους και διατάξεις σε αυτά που δεν θα οδηγούσαν σε αποκλεισμό των φορέων ΚΑΛΟ, ενώ δεν κατάφερε να κάνει έστω και μια πρόσκληση εκδήλωσης ενδιαφέροντος για προγράμματα στήριξης της ΚΑΛΟ που είχαν περιληφθεί στο ΕΣΠΑ μέσω προσκλήσεων είτε της κεντρικής κυβέρνησης είτε των περιφερειών.

Συνολικά, υιοθέτησε τη ρητορική της συνεργατικής οικονομίας και δημιούργησε με πληθώρα υποσχέσεων μια ευφορία στο πεδίο, η οποία οδήγησε στην αύξηση των εγχειρημάτων ΚΑΛΟ. Όμως, η αδυναμία εκπλήρωσης έστω και μιας υπόσχεσης δημιούργησε τεράστια προβλήματα και πολύ περισσότερο απογοήτευση και σημαντική συρρίκνωση του πεδίου.

Μεταφορές και δημόσια έργα

Οι ιδιωτικοί αυτοκινητόδρομοι ολοκληρώθηκαν όλοι στην ώρα τους, με δημόσιο μάλιστα χρήμα και αυτοπρόσωπη παρουσία Τσίπρα στα εγκαίνια.

Αντίθετα, μεγάλες καθυστερήσεις σημειώθηκαν στα έργα σιδηροδρόμου και μαζικών μεταφορών: τρένο Αθήνας-Θεσσαλονίκης, επέκταση μετρό Αθήνας προς Νίκαια, ολοκλήρωση τραμ στον Πειραιά, λειτουργία μετρό Θεσσαλονίκης, έναρξη έργων για τη γραμμή 4 στο μετρό Αθήνας.

Στις αστικές συγκοινωνίες, το 3ο Μνημόνιο επέβαλε βαθιές περικοπές χρηματοδοτήσεων, με αποτέλεσμα να μένει μόνιμα κινητοποιημένο ακόμη μεγαλύτερο μέρος λεωφορείων και συρμών, από έλλειψη οδηγών, ανταλλακτικών και κονδυλίων συντήρησης.

Στην ιδιωτικοποίηση της ΤΡΕΝΟΣΕ, με εξαγορά από την ΤΡΕΝΙΤΑΛΙΑ, δεν φαίνεται να τέθηκε καθόλου ως στόχος η επαναλειτουργία μέρους έστω των γραμμών που είχαν κλείσει το 2010.

Τέλος, η επίσημη αποκάλυψη του διαχρονικού καρτέλ στα δημόσια έργα, με λεηλασίες δημόσιου χρήματος πολλών δεκάδων δις ευρώ, καλύφθηκε με συνολικό πρόστιμο μόλις 30 εκατ. ευρώ (περίπου 1% της λεηλασίας) [20].

 

Posted on 27/11/2020 in Δελτία Τύπου

Share the Story

Back to Top