του Νίκου Χρυσόγελου
π. ευρωβουλευτή ΠΡΑΣΙΝΟΙ/EFA
Μέλος Συμβουλίου νέου κόμματος ΠΡΑΣΙΝΟΙ
Ο Πούτιν θέλει να τιμωρήσει την ΕΕ που υποστηρίζει την Ουκρανία κόβοντας την προμήθεια φυσικού αερίου, και η Gazprom έχει ήδη μειώσει σημαντικά τη ροή αερίου προς την Ευρώπη! Ο Πούτιν χρησιμοποιεί το αέριο ως εργαλείο συσσώρευσης πλούτου και χρηματοδότησης του πολέμου αλλά και ως μέσο για διχασμό της Ευρώπης και πρόκλησης κοινωνικών αντιπαραθέσεων. Η Ευρώπη πρέπει να απαντήσει σε αυτόν τον εκβιασμό, αλλά ποια πρέπει να είναι η απάντησης
Με δεδομένο ότι η ενεργειακή κρίση δεν σχετίζεται μόνο με την εισβολή του Πούτιν και τον πόλεμο στην Ουκρανία αλλά είναι διαθρωτική, δεν αρκεί να μειωθεί η εισαγωγή αερίου από Ρωσία και να στραφεί η Ευρώπη και η Ελλάδα προς άλλες πηγές αερίου και υγροποιημένου αερίου (ΗΠΑ, Σαουδική Αραβία, Αζερμπαιντζάν κ.α), αλλά πρέπει να μειώουμε συνολικά την κατανάλωση ορυκτών καυσίμων, να βελτιώσουμε τη ενεργειακή αποτελεσματικότητα νοικοκυριών επιχειρήσεων και της οικονομίας γενικότερα και να προωθήσουμε μαζικά την στροφή προς τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας αλλά με συμμετοχή των πολιτών τόσο στο σχεδιασμό όσο και στις επενδύσεις, με τρόπο και χωροθετήσεις που θα εξυπηρετούν τον διπλό στόχο: και προστασία του κλίματος και προστασία κι αποκατάσταση της βιοποικιλότητας και της φύσης. Λύσεις υπάρχουν, αλλά απαιτείται πολιτική βούληση. Η επένδυση σε ηλιακά συστήματα στις πόλεις και κατά προτεραιότητα σε κτίρια, αυτοκινητοδρόμους, σχολεία, νοσοκομεία, κανάλια μεταφοράς νερού, σταθμούς μετρό και τρένων, λιμάνια, πάρκινγκ θα έπρεπε να έχει προτεραιότητα. Ακόμα και αν δεν υπήρχε η ενεργειακή κρίση και ο πόλεμος στην Ουκρανία, θα έπρεπε να επιταχύνουμε την απεξάρτησή μας από τα ορυκτά καύσιμα λόιγω της κλιματικής κρίσης αλλά και του γεγονότος ότι τα ορυκτά καύσιμα δεν θα υπάρχουν για πάντα.
Οι προτάσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και η απόφαση των υπουργών ενέργειας της ΕΕ
Η ΕυρωπαΪκή Επιτροπή συνεχίζει να ανακοινώνει μέτρα για την αντιμετώπιση της ενεργειακής κρίσης, αν και δεν έχουμε μέχρι σήμερα μια ενιαία ενεργειακή πολιτική σε ευρωπαϊκό επίπεδο και κυρίως είναι οι κυβερνήσεις που αντιδρούν σε μια ενιαία ενεργειακή πολιτική που θα επιταχύνει την γρήγορη και δίκαιη έξοδο από τα ορυκτά καύσιμα. Αντιθέτως κάποιες κυβερνήσεις βλέπουν την ενεργειακή κρίση – που είναι κρίση αερίου – ως μια ευκαιρία για επιστροφή σε περισσότερα ουρκτά καύσιμα και πυρηνική ενέργεια.
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή πρότεινε πρόσφατα στα 27 κράτη μέλη της ΕΕ να μειώσουν τη χρήση φυσικού αερίου κατά 15% έως την άνοιξη του 2023. Ο στόχος είναι κατ’ αρχάς εθελοντικός, αλλά η Επιτροπή θα μπορούσε υπό όρους να τον καταστήσει δεσμευτικό σε περίπτωση έκτακτης ανάγκης για την παροχή αερίου.
Στις 28.7, οι υπουργοί Ενέργειας της ΕΕ, συμπεριλαμβανομένων των Πρασίνων υπουργών
Tinne Van der Straeten (Βέλγιο), Robert Habeck (Γερμανία),
Eamon Ryan (Ιρλανδία),
Claude Turmes (Λουξεμβούργο) και
Leonore Gewessler (Αυστρία), κατέληξαν σε πολιτική συμφωνία για
εθελοντική μείωση της χρήσης φυσικού αερίου από τα κράτη μέλη κατά 15% μέχρι την ερχόμενη άνοιξη, η οποία θα μπορούσε να γίνει υποχρεωτική σε περίπτωση κρίσης προμήθειας. Είναι ένα βήμα αλληλεγγύης στην ΕΕ: οι χώρες συμφώνησαν να συνεργαστούν για να μειώσουν τη χρήση φυσικού αερίου και να υποστηρίξουν χώρες που πλήττονται. Αλλά αυτό δεν αρκεί, Πρέπει να προχωρήσουμε πέρα από τα έκτακτα μέτρα για την αντιμετώπιση των συνεχιζόμενων κλιματικών και ενεργειακών κρίσεων. Μια δίκαιη πράσινη μετάβαση, βασισμένη στην ενεργειακή απόδοση και τις καθαρές ανανεώσιμες πηγές ενέργειας είναι ο μόνος τρόπος για να βεβαιωθούμε ότι το μέλλον μας είναι βιώσιμο για όλους και όλες.
Οι ανακοινώσεις της κυβέρνησης και των εταιριών ενέργειας
Η ελληνική κυβέρνηση επαναλαμβάνει συνεχώς ότι υπάρχει επάρκεια ενέργειας και δεν θα αντιμετωπίσουμε πρόβλημα, αντιδρώντας στα μέτρα και σε πολιτικές μείωσης της χρήσης αερίου. Αντιθέτως συνεχίζει να χρηματοδοτεί έργα επέκτασης της χρήσης αερίου και των υποδομών αερίου σαν να μην συμβαίνει τίποτα! Την ίδια ώρα η ελληνική κυβέρνηση δηλώνει πως είναι εξασφαλισμένη η ενεργειακή επάρκεια της χώρας. Με βάση τα σημερινά δεδομένα δεν είναι εξασφαλισμένα φορτία LNG για όλη την κατανάλωση, ενώ η Ελλάδα προσανατολίζεται σε λύση αποθήκευσης αερίου και LNG στην Ιταλία. Όμως ακόμα και αν υπάρχει επάρκεια – κάτι που είναι πολύ αμφίβολο – εισαγώμενου αερίου και υγροποιημενου αερίου LNG, οι τιμές της ενέργειας θα είναι καταστροφικές.
Για άλλη μια φορά η κυβέρνηση επαναλαμβάνει τα λάθη των κυβερνήσεων που αν και έρχονταν η καταιγίδα της χρεοκοπίας επέμεναν να διαβεβαιώνουν ότι η ελληνική οικονομία ήταν θωρακισμένη και δεν κινδύνευε. Βέβαια αυτή η έλλειψη προετοιμασίας και οι λάθος στρατηγικές οδήγησαν στην χρεοκοπία της χώρας, την δημοσιονομική και οικονομική κρίση που κράτησε μια ολόκληρη δεκαετία. Όλα μοιάζουν να επαναλαμβάνονται ως προε τις αστοχίες, όχι με τον ίδιο ακριβώς τρόπο.
Τώρα δεν έχουμε – προς το παρόν – εκρηκτικά άνοδο των επιτοκίων δανεισμού, γιατί το μεγαλύτερο ποσοστό χρέους είναι “ασφαλές” χάρη στην ευρωπαϊκή στήριξη. Όμως η Ελλάδα έχει μια τεράστια έκθεση στο κόστος ενέργειας, κυρίως λόγω του μοντέλου που έχει εφαρμοστεί και συνδέει το 100% των τιμών ενέργειας με το κόστος του αερίου στο χρηματιστήριο ενέργειας. Και το δεύτερο τραγικό είναι η εμμονή της ελληνικής κυβέρνησης να ενεργεί ως λόμπι των εταιριών ορυκτών καυσίμων.
Η κυβέρνηση – σύνφωνα με όσα δηλώνει η ίδια – έθεσε δύο ζητήματα, τα οποία σύμφωνα με πηγές του Υπουργείου Περιβάλλοντος, έγιναν δεκτά σε ευρωπαϊκό επίπεδο:
- Αποσύνδεση των τιμών του φυσικού αερίου από την ηλεκτροπαραγωγή (!)
- Εξαίρεση της χώρας μας από την υποχρέωση μείωσης κατά 15% της χρήση αερίου. Στην απόφαση των υπουργών ενέργειας υπήρξε ένας αστερίσκος: αντί να υπολογίζεται η κατανάλωση της τελευταίας πενταετίας στη μείωση του αερίου θα γίνεται υπολογισμός με βάση την προηγούμενη χρονιά – και αυτό γιατί η Ελλάδα αύξησε τη χρήση της κατανάλωσης αερίου κατά τουλάχιστον 8-10% την προηγούμενη χρονιά. Με βάση αυτή την πρόβλεψη η κυβέρνηση εκτιμά πως θα εξαιρεθεί από τον κανόνα που προβλέπει μείωση της χρήσης αερίου κατά 15%!
«Η πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για τη μείωση του φυσικού αερίου αντικατοπτρίζει σε μεγάλο βαθμό και το σχέδιο του RepowerEU ενώ θα μπορούσε να θεωρηθεί και σαν μια συνολική προσπάθεια εξοικονόμησης ενέργειας», τονίζει στο iEnergeia.gr ο κ. Βλάσης Οικονόμου, Διευθύνων Σύμβουλος του Ινστιτούτου για την Ευρωπαϊκή Πολιτική για την Ενέργεια και το Κλίμα (IEECP).
Επισημαίνει πως «η Ελληνική πλευρά την απέρριψε με το σκεπτικό ότι η χώρα έχει εξασφαλίσει την επάρκειά της και θα ήταν εν μέρει άδικο. Θα ήταν χρήσιμο βέβαια να υπενθυμίσουμε ότι η επάρκεια της χώρας – κυρίως στο κομμάτι της ηλεκτροπαραγωγής – είναι πολύ ακριβή και ακριβότερη από άλλες χώρες λόγω του φυσικού αερίου. Άραγε η Ελλάδα έχει προβεί σε όλες τις εναλλακτικές όπως στην εξοικονόμηση ενέργειας για να μειώσει την πραγματική της ζήτηση χωρίς να επιβαρύνει τους οικονομικά ασθενέστερους; Απορρίπτοντας το σχέδιο αυτό, δείχνει ότι δεν είναι διατεθειμένη να ακολουθήσει την πορεία της απανθρακοποίησης από το φυσικό αέριο. Ας μην ξεχνάμε ότι και την επόμενη μέρα από την παρουσίαση του σχεδίου από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, η Ελληνική κυβέρνηση άνοιξε πρόγραμμα μέσω ΕΣΠΑ 2014-2020 για την επιδότηση καυστήρων φυσικού αερίου στην Μεγαλόπολη, κάτι που δείχνει πόσο μακριά βρίσκεται η εθνική πολιτική από την νέα Ευρωπαϊκή πραγματικότητα και τις επικείμενες νομοθεσίες – όπως την νέα Οδηγία για την Ενεργειακή Αποδοτικότητα που ρητά αναφέρεται στη μη χρηματοδότηση αντικατάστασης συστημάτων θέρμανσης από ένα ορυκτό σε άλλο ορυκτό καύσιμο».
Οι επιδοτήσεις και η “κατάργηση” της ρήτρας αναπροσαρμογής που αύξησαν την τιμή της κιλοβατώρας αντί να τη μειώσουν
Η κυβέρνηση ανακοίνωσε μέτρα για την επιδότηση της χρήσης ορυκτών καυσίμων, υποσχόμενη ότι θα πλησιάσουμε τιμές προ κρίσης. Η πραγματικότητα την διαψεύδει. Με την επιδότηση που ανακοινώθηκε το τελικό κόστος της κιλοβατώρας έφτασε τώρα για τους καταναλωτές στο …6πλασιο των προηγούμενων τιμών, αφού …10πλασιάστηκε η τιμή (χωρίς ρήτρα αναπροσαρμογής!!!) μόλις ανακοινώθηκαν οι επιδοτήσεις από την κυβέρνηση.
Είναι τόσο αποτελεσματικά τα κυβερνητικά μέτρα για συνέχιση της κατανάλωσης ορυκτών καυσίμων με επιδότηση, που η τιμή της κιλοβατώρας έφτασε από 0,045 σε 0,48-0,51 ευρώ (δεκαπλασιασμός) για τον Αύγουστο χωρίς να υπολογίζονται οι άλλες επιβαρύνσεις στους λογαριασμούς ρεύματος, ενώ η επιδότηση που θα δίνεται για ορυκτά καύσιμα και όχι για εξοινομηση ή ανανεώσιμες πηγές θα φτάσει το 1,2 με 2 δις ΤΟ ΜΗΝΑ. Μάλιστα μετά από τις επιδοτήσεις οι πολίτες θα συνεχίσουν να πληρώνουν κατ’ ελάχιστον 0,25 με 0,30 ευρώ την κιλοβατώρα, όσο και ΠΡΙΝ τα μέτρα δηλαδή, ενώ το κράτος θα πληρώσε πολλά δις ευρώ σε επιδοτήσεις.
Με τα 20 δις που θα δοθούν ως επιδοτήσεις – σύμφωνα με υπολογισμούς – θα μπορούσε να μειωθεί δραστικά η κατανάλωση ενέργειας (ενεργειακή αποτελεσματικότητα, εξοικονόμηση ενέργειας) και να εγκατασταθουν ηλιακά συστηματα παραγωγής ηλεκτρισμού, ζεστού νερού, θέρμανσης και δροσισμού σε 1.000.000 κτίρια, σπιτια κι επιχειρήσεις, να δημιουργηθούν πράσινες θέσεις εργασίας, να μειωθούν οι δαπάνες για ενέργεια και να αναπτυχθεί (και) η ελληνική βιομηχανία ηλιακής ενέργειας. Αντί για αυτό, επιδοτείται όμως η ζήτηση ορυκτών καυσίμων και πλήττεται δραματικά η οικονομία των νοικοκυριών και των επιχειρήσεων.
Αν αυτό δεν είναι προκλητική οικονομική και πολιτική υποστήριξη των λομπι ορυκτών καυσίμων, τότε τι είναι;