του Αλέξανδρου (Αλέκου) Λασκαράτου, πανεπιστημιακός, υποψήφιος με τον συνδυασμό “Πράσινοι – Δημοκρατική Αριστερά” στην Α’ Αθηνών
Πέρα από τις διάφορες ερμηνείες για τα αίτια της σημερινής κρίσης που έχουν αναφερθεί, θα αντιπαραθέσω μια πιο απλή που πιστεύω ότι έχει μεγάλο ποσοστό αλήθειας μέσα της. Πιστεύω πως εμείς, οι απλοί πολίτες είμαστε στην καρδιά του προβλήματος μέσα από τη νοοτροπία και την άποψη για τη ζωή που αναπτύξαμε τις τελευταίες δεκαετίες. Είχαμε απέναντί μας διάφορους που μας κουνούσαν καταναλωτικέ καθρεφτάκια και πέσαμε στη παγίδα τους. Πιστέψαμε στη συνεχή οικονομική άνοδο, βάλαμε σα στόχο το γκλάμουρ και την πολυτέλεια, πιστέψαμε ότι όσο περισσότερα και ακριβότερα έχουμε τόσο καλύτερα θα ζήσουμε. Όταν δεν είχαμε πια ζεστό χρήμα για να πληρώσουμε και να καταναλώσουμε, οι απέναντί μας εφεύραν το πλαστικό χρήμα. Και όταν το πλαστικό χρήμα μας τύλιξε σα βρόγχος γύρω από το λαιμό μας και αδυνατούσαμε πια να καλύψουμε τα δάνειά μας, το σύστημα κατέρρευσε. Είναι φανερό πως με την έξοδο από την κρίση, που θα έρθει αργά ή γρήγορα, πρέπει εμείς οι πολίτες να αλλάξουμε νοοτροπία και να στηρίξουμε ένα διαφορετικό μοντέλο ανάπτυξης.. Πρέπει να γυρίσουμε την πλάτη στον άκρατο καταναλωτισμό και να επιδιώξουμε μια πιο ήπια, πιο αληθινή και ποιοτική προσέγγιση της ζωής. Κάτι τέτοιο δεν θα αποδώσει άμεσα. Όσο νωρίτερα όμως αρχίσει αυτή η μεταστροφή τόσο πιο γρήγορα θα βγούμε από το σημερινό αδιέξοδο. Άλλη λύση δεν υπάρχει.
Η (αχαλίνωτη) οικονομία της αγοράς, όπως αυτή κυριάρχησε την τελευταία δεκαετία έδειξε απροστάτευτη και χωρίς εργαλεία άμυνας απέναντι στα παιχνίδια μεγάλων χρηματοπιστωτικών οργανισμών που μετέτρεψαν τα χρηματιστήρια από μηχανισμούς επένδυσης και τόνωσης της οικονομίας σε καθαρό τζόγο και κερδοσκοπία με αποτέλεσμα την κατάρρευση του συστήματος. Χιλιάδες επιχειρήσεις βούλιαξαν και εκατοντάδες χιλιάδες εργαζόμενοι βρέθηκαν στο δρόμο. Φτάσαμε δε στο εξής παράλογο: στη Μέκκα του καπιταλισμού (τις ΗΠΑ), το κράτος, δηλαδή οι φορολογούμενοι, να στηρίξει με δάνεια τις μεγάλες αυτοκινητοβιομηχανίες για να μην κλείσουν!
Επιστροφή λοιπόν στον κρατισμό; Ασφαλώς όχι. Η ιδιωτική πρωτοβουλία και ελεύθερη οικονομία παραμένουν τα ισχυρότερα εργαλεία για ανάπτυξη και πρόοδο. Όχι όμως αυτή η οικονομία της αγοράς που μας οδήγησε εκεί που μας οδήγησε αλλά μια νέα, «νοικοκυρεμένη», στην οποία θα υπάρχουν όρια τόσο στη χρήση των πηγών ενέργειας (ειδικά των μη ανανεώσιμων) και τις εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου, όσο και γενικότερα στην κατανάλωση. Τέλος στο μύθο της συνεχούς και αέναης αύξησης των δεικτών της οικονομίας και της κατανάλωσης, στροφή στη λογική προσέχουμε για να έχουμε, τέλος στη χρήση του περιβάλλοντος (χερσαίου, θαλάσσιου και ατμοσφαιρικού) ως σκουπιδοτενεκέ χωρίς πάτο και στροφή στην ποιότητα και όχι στην ποσότητα σαν μοντέλο κατανάλωσης.
Ναι στην ανάπτυξη! Και το περιβάλλον τι θα απογίνει; Για δεκαετίες κυριαρχούσε το δίλλημα Ανάπτυξη ή Προστασία του Περιβάλλοντος, που θέλει οι δύο αυτές έννοιες να είναι ανταγωνιστικές και να αναιρούν η μία την άλλη. Έτσι, αν με ενδιαφέρει η ανάπτυξη αδιαφορώ πλήρως για τις επιπτώσεις στο περιβάλλον που ενδεχόμενα αυτή θα φέρει, ενώ από την άλλη αν με ενδιαφέρει η προστασία του περιβάλλοντος προτιμώ να μην υπάρξουν επενδύσεις και ανάπτυξη, προκειμένου να μη θιγεί το περιβάλλον. Δύο ακραίες και εξίσου στείρες θέσεις.
Σήμερα και οι δύο αυτές απόψεις είναι τελείως ξεπερασμένες. Στο δίλημμα ανάπτυξη ή προστασία του περιβάλλοντος το «ή» πρέπει να αντικατασταθεί από το «και». Όλο αυτό το πακέτο ‘ανάπτυξη με προστασία του περιβάλλοντος’ είναι αυτό που ονομάζουμε σήμερα ‘πράσινη ανάπτυξη’ και “πρασίνισμα της οικονομίας” (greening the economy). Η πράσινη ανάπτυξη έχει αποδειχθεί ότι πέρα από την προστασία του περιβάλλοντος, δημιουργεί και νέες θέσεις εργασίας και αποτελεί σήμερα το προτεινόμενο μοντέλο ανάπτυξης από πολλούς διεθνείς οργανισμούς όπως ο ΟΗΕ, ο ΟΟΣΑ και η ΕΕ. Αποτελεί επίσης ήδη συστατικό στοιχείο στον οικονομικό προγραμματισμό πολλών χωρών ειδικά στην Ευρώπη, όπως η Δανία.
Ναι, λοιπόν, σε μία ανάπτυξη, με σταθερό ευρωπαϊκό προσανατολισμό, που θα στοχεύει στην ευημερία του ανθρώπου και όχι μόνο στην ευημερία των αριθμών, ναι σε μία ανάπτυξη που θα στοχεύει περισσότερο στην ποιότητα παρά στη ποσότητα, ναι σε μία ανάπτυξη όπου το περιβάλλον θα είναι συστατικό στοιχείο της ποιότητας της ζωής μας, της δικής μας και των επόμενων γενεών, όχι στον αχαλίνωτο καταναλωτισμό και το γκλάμουρ, ναι στην παιδεία και στις ανθρώπινες σχέσεις.
‘Ίσως τα παραπάνω να μοιάζουν «ρομαντικά» σε κάποιους. Ας γίνουμε όμως λίγο περισσότερο «ρομαντικοί» αν αυτό πρόκειται να μας σώσει από τις καταστροφικές συνέπειες του «ρεαλισμού» και του «ζαμανφουτισμού» των περασμένων δεκαετιών!