Σοβαρά προβλήματα διαχείρισης των 1700 τόνων αποβλήτων της επιχείρησης εμπορίας κατεψυγμένων κρεάτων και ψαριών από την πυρκαγιά στην Κέρκυρα
Σε ανακοίνωσή του ο Σύλλογος Προστασίας Περιβάλλοντος Κέρκυρας αναφέρει:σχετικά με την πυρκαγιά στην επιχείρηση “Γογγάκης” και ότι ακολούθησε
“Το περιστατικό με την πυρκαγιά στην επιχείρηση «Γογγάκης» απέδειξε με το χειρότερο δυνατό τρόπο τις αδυναμίες του κρατικού μηχανισμού και της τοπικής αυτοδιοίκησης. τόσο σε επίπεδο αντιμετώπισης των συνεπειών όσο και σε επίπεδο πρόληψης. Οι ανεπάρκειες αποδεικνύονται καταστροφικές για το περιβάλλον και την καθημερινότητα των κατοίκων της Κέρκυρας.
Από τη πρώτη στιγμή, οι αρμόδιοι, με τη συμμετοχή της τοπικής κοινωνίας και με λογοδοσία προς αυτή, έπρεπε να εξασφαλίσουν δύο πράγματα. Πρώτον, την πλήρη αποκατάσταση των επιπτώσεων της πυρκαγιάς και δεύτερον την ελαχιστοποίηση των πιθανοτήτων να ξανασυμβεί παρόμοιο περιστατικό στο μέλλον.
Με το παραπάνω σκεπτικό για εμάς προκύπτουν τα κάτωθι ζητήματα.
Ζήτημα 1ο: Η νομοθεσία είναι ξεκάθαρη και συμπυκνώνεται στη φράση «ο ρυπαίνων πληρώνει». Όσο απόλυτο και αν ακούγεται είναι μια συνθήκη γνώστη εξ αρχής που πρέπει να ισχύει οριζόντια για όλους, πόσο μάλλον για επιχειρηματικές δραστηριότητες στις οποίες εμπεριέχεται και το αντίστοιχο ρίσκο. Η επιχείρηση θα έπρεπε από την πρώτη στιγμή να κάνει ό,τι ήταν δυνατόν για να περιορίσει τις επιπτώσεις της πυρκαγιάς. Παράλληλα, είναι σημαντικό να βγει άμεσα και το πόρισμα για τα αίτια της πυρκαγιάς, αποδίδοντας τις ανάλογες ευθύνες. Το αν η νομοθεσία έχει κενά και χρήζει βελτίωσης είναι κάτι που θα πρέπει να απασχολήσει την κοινωνία στο μέλλον και προφανώς ξεφεύγει από τα στενά όρια της Κέρκυρας.
Ζήτημα 2ο: Το πόσο σημαντική είναι η άμεση παρέμβαση σε τέτοιες περιπτώσεις φαίνεται από το γεγονός ότι όσο προχωράει η σήψη των προϊόντων αυξάνεται η επικινδυνότητα τους και έχει ως συνέπεια την ακριβότερη και δυσκολότερη διαχείρισή τους. Άλλη κατηγορία αποβλήτων ήταν τις πρώτες μέρες άλλη κατηγορία αποβλήτων κατέληξαν να είναι μετά από τόσες μέρες σήψης. Ο χρόνος που χάθηκε τις πρώτες μέρες μόνο χειρότερα έκανε τα πράγματα.
Ζήτημα 3ο: Είναι γνωστό πως στην Κέρκυρα δεν υπάρχει καμία δυνατότητα διαχείρισης αποβλήτων, πέρα των αστικών λυμάτων σε συγκεκριμένες περιοχές, πόσο μάλλον των ζωικών αποβλήτων. Η αδυναμία των αρμόδιων υπηρεσιών να υποδείξουν αδειοδοτημένο αποδεκτή διαχείρισης τέτοιων αποβλήτων οδήγησε σε ένα αλαλούμ με αποτέλεσμα να περνάνε οι μέρες και η κατάσταση να επιδεινώνεται. Η Κέρκυρα στον τομέα της διαχείρισης των στερεών αποβλήτων, οποιουδήποτε είδους και κατηγορίας, βρίσκεται στο σημείο μηδέν. Και αν για τα αστικά στερεά απόβλητα έχει προβλεφθεί η μεταφορά τους εκτός νησιού, τι γίνεται με τα στερεά απόβλητα άλλων δραστηριοτήτων ή έκτακτων περιστατικών; Από ότι φάνηκε πρώτα θα μας βρει το «κακό» και μετά θα δράσουμε.
Ζήτημα 4ο: Η ανυπαρξία χωροταξικού σχεδιασμού και καθορισμού χρήσεων γης. Η πρόληψη και η αντιμετώπιση ατυχημάτων σε μεταποιητικές δραστηριότητες είναι αποτελεσματικότερη όταν γίνεται εκτός κατοικημένων περιοχών. Για αυτό το λόγο τέτοιες δραστηριότητες θα έπρεπε να βρίσκονται σε περιοχή η οποία θα είναι κατάλληλη και διαμορφωμένη για συγκέντρωση μεταποιητικών και βιοτεχνικών δραστηριοτήτων, εκτός πόλεων και οικισμών. Η ανυπαρξία καθορισμένων χρήσεων γης ανά περιοχή οδηγεί στην άναρχη χωροθέτηση τέτοιων επιχειρήσεων. Θα ήταν πραγματικά εφιαλτικό το σενάριο η φωτιά να είχε επεκταθεί στις γύρω κατοικίες, οι οποίες απέχουν μερικά μέτρα από το σημείο.
Ζήτημα 5ο: Σε ένα πρόβλημα που αφορά ευρύτερα την τοπική κοινωνία και απαιτεί τη συνεργασία και το διάλογο με συλλογικές εκπροσωπήσεις όπως τοπικά συμβούλια ή συλλόγους και φορείς, η δημοτική αρχή κρίνεται ανεπαρκής. Το μόνο άγχος της φαίνεται να είναι η αποποίηση των ευθυνών, χωρίς να αναλαμβάνει καμία πρωτοβουλία ενημέρωσης και ενεργοποίησης των πολιτών, πίεσης προς την κεντρική κυβέρνηση, συντονισμού των ενεργειών για τη γρήγορη απομάκρυνση των αποβλήτων. Από την άλλη πλευρά οι κάτοικοι και οι συλλογικοί τους φορείς δεν δίστασαν να κινητοποιηθούν. Σε τέτοιες περιπτώσεις η δημοκρατία και η συμμετοχή στα κοινά λειτουργούν προωθητικά.
Ζήτημα 6ο: Οφείλουμε να μάθουμε την αλήθεια και τα πραγματικά γεγονότα γύρω από το ατύχημα. Πώς ξεκίνησε η πυρκαγιά; Γιατί άργησε η μεταφορά των ζωικών προϊόντων; Είχαν ληφθεί όλα τα απαραίτητα μέτρα για την αποφυγή τέτοιου ατυχήματος; Είναι πολύ σημαντικό να μην υπάρξουν σκοτεινά σημεία ώστε να μην χαθεί η εμπιστοσύνη μεταξύ αρμόδιων φορέων, τοπικής αυτοδιοίκησης και κατοίκων. Η έντιμη στάση όλων των εμπλεκόμενων θα αποτελέσει μπούσουλα σε παρόμοια μελλοντικά συμβάντα.
Καταθέτουμε τις παραπάνω σκέψεις του ΔΣ του ΣΠΠΚ στην προσπάθειά μας να συμβάλλουμε ώστε να μην υπάρξουν ανάλογα περιστατικά στο μέλλον. Οφείλουμε να προστατεύουμε το φυσικό περιβάλλον όχι μόνο ως κάτοικοι, αλλά και μέσα από την επαγγελματική και επιχειρηματική μας δραστηριότητα. Το περιβάλλον είναι που μας παρέχει ποιότητα ζωής, και μέσα σε αυτό ασκούνται οι όποιες επιχειρηματικές δραστηριότητες. Η καταστροφή του, συντελεί στην αυτοκαταστροφή μας.
Σχολιασμός του Δημήτρη Φαναριώτη για τη μεταφορά των υπολειμμάτων της πυρκαγιάς
1) Γιατί δεν ενεργοποιήθηκε κάποιος μηχανισμός ώστε η “αδρανοποίηση” και η μεταφορά των υπολειμμάτων να γίνει έγκαιρα και αποτελεσματικά χωρίς επιπτώσεις στο περιβάλλον και στην υγεία μας που ο κίνδυνος ακόμα συνεχίζει να υπάρχει;
Η διαχείριση των νεκρών ζώων και των ζωικών υποπροϊόντων σε σήψη (ΖΥΠ) μετά από μια μεγάλη καταστροφή (όπως πυρκαγιά, πλημμύρα, σεισμός) δεν εμπίπτει απευθείας στο Σχέδιο “ΙΟΛΑΟΣ” (το οποίο επικεντρώνεται στην πυρόσβεση και τον αρχικό συντονισμό), αλλά αποτελεί αντικείμενο ενός ξεχωριστού, εξειδικευμένου πρωτοκόλλου.
Η αρμόδια αρχή για τη διαχείριση των νεκρών ζώων, ιδίως μετά από φυσικές καταστροφές, είναι το Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων (ΥΠΑΑΤ), μέσω των Κτηνιατρικών Υπηρεσιών των Περιφερειών.
Το πλαίσιο αρμοδιότητας βασίζεται στον Κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1069/2009 της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ο οποίος ρυθμίζει τα Ζωικά Υποπροϊόντα (ΖΥΠ), δηλαδή τα νεκρά ζώα και τα μέρη τους που δεν προορίζονται για ανθρώπινη κατανάλωση.
Σε επίπεδο Ελλάδας, το ΥΠΑΑΤ έχει εκδώσει Εγκυκλίους και Οδηγίες που αφορούν ρητά τη “Διαχείριση νεκρών ζώων μετά από φυσικές καταστροφές”.
Το πρόβλημα λοιπόν δεν ήταν η έλλειψη πρωτοκόλλου, αλλά η δυσκολία εφαρμογής του σε μια κατάσταση μαζικής απώλειας και χάους μετά από μια τόσο μεγάλη καταστροφή, όπως έγινε και με τις πλημμύρες στη Θεσσαλία (που έφεραν στο φως αυτό το ζήτημα).
Επομένως ήταν υποχρέωση των κτηνιατρικών και υγειονομικών υπηρεσιών της Περιφέρειας να δράσουν έγκαιρα. Και να χρεώσουν την εταιρεία (ή την ασφάλειά της, αναλόγως τι έχει και τι καλύπτει) για τα έξοδα (Ο ρυπαίνων πληρώνει)
Πως γίνεται σωστά η “Αδρανοποίηση”;
Μόνο με ασβέστη, που μπορεί να χρησιμοποιηθεί αποτελεσματικά σε όσο μεγάλη ποσότητα χρειάζεται, χωρίς να θέσει καθόλου σε κίνδυνο την δημόσια υγεία και το περιβάλλον. Η χρήση του ασβέστη (σβησμένος ασβέστης) είναι ένα βασικό και προβλεπόμενο μέτρο στα πρωτόκολλα αντιμετώπισης και υγειονομικής ταφής των νεκρών ζώων μετά από φυσικές καταστροφές.
Οι μεγάλες ποσότητες των αποβλήτων και το προχωρημένο στάδιο σήψης δεν μπορούν τώρα πια να αντιμετωπιστούν με τοξικά χημικά. Διότι χρειάζονται μεγάλες ποσότητες υλικού αδρανοποίησης, πράγμα που ΜΟΝΟ με τον ασβέστη μπορεί να επιτευχθεί. Οποιαδήποτε χρήση χημικών σκευασμάτων σε τόσο μεγάλη κλίμακα θα δημιουργήσει επιπλέον επιπλοκές στην δημοσια υγεια, ίσως και μεγαλύτερες από τον ίδιο τον κίνδυνο της σήψης. Και δεν θα είναι το ίδιο αποτελεσματική, όσο θα είναι ο ασβέστης που μπορεί να καλύψει πλήρως την επιφάνεια του προϊόντος.
Και με την καύση πλαστικών και με τα μικροπλαστικά τι γίνεται;
ΑΠΟΤΈΦΡΩΣΗ:
Σε περίπτωση που τα απόβλητα οδηγηθούν σε αποτέφρωση, αυτή πρέπει να γίνει σε σταθερές θερμοκρασίες άνω των 1000 βαθμών Κελσίου, ώστε οι πλαστικές συσκευασίες να καούν τελείως. Αν γίνει αποτέφρωση σε κάτω από 1000 βαθμούς, τότε τα πλαστικά αυτά δεν καίγονται, αλλά διασπώνται σε δισεκατομμύρια μικροπλαστικά τα οποία ρυπαίνουν τον αέρα, το νερό, το έδαφος, τα φυτά και τα ζώα και στο τέλος απορροφώνται και εισβάλουν στο σώμα μας.
ΥΓΕΙΟΝΟΜΙΚΗ ΤΑΦΗ:
Με την πάροδο του χρόνου τα πλαστικά διασπώνται επίσης σε μικροπλαστικά. Θα ρυπάνουν την γη και τον υδροφόρο ορίζοντα αργότερα. Όσον αφορά τα ζωικά απόβλητα, οι οδηγίες για την υγειονομική ταφή, όπως φαίνεται και από τα επίσημα έγγραφα των Περιφερειών/Κτηνιατρικών Υπηρεσιών, είναι σαφείς: “Στον πυθμένα της τάφρου ρίχνουμε
σκόνη ή μικρά τεμάχια ασβέστη, στη συνέχεια τα πτώματα των ζώων, μετά και πάλι ασβέστη, στη συνέχεια
στρώμα χώματος ύψους δύο (2) μέτρων περίπου, το οποίο δεν πρέπει να πατηθεί.”
Επομένως, ο ασβέστης έπρεπε να χρησιμοποιηθεί από την αρχή ως μέτρο υγειονομικής προστασίας, είτε κατά την προσωρινή εναπόθεση πριν την περισυλλογή, είτε ως μέρος της άμεσης υγειονομικής ταφής (εάν αυτή ήταν η μόνη εφικτή λύση). Η καθυστέρηση στην εφαρμογή αυτού του μέτρου αυξάνει τον κίνδυνο δημόσιας υγείας και περιβαλλοντικής μόλυνσης.
Δ. Φαναριώτης
Μέλος του Συλλόγου Προστασίας Περιβάλλοντος Κέρκυρας και
εκπρόσωπος του Eco7νησα Βιο7νησα
Η ανακοίνωση του Γενικού Γραμματέα Συντονισμού Διαχείρισης Αποβλήτων για την πυρκαγιά στην «Γογγάκης»: Το κόστος θα επιβαρύνει την επιχείρηση από την οποία προέκυψαν τα απόβλητα
Με αφορμή την εκδήλωση πυρκαγιάς στην Κέρκυρα, την Παρασκευή 17 Οκτωβρίου, στις εγκαταστάσεις επιχείρησης εμπορίας κατεψυγμένων κρεάτων και ψαριών και την καταστροφή των υποδομών αποθήκευσης των προϊόντων της επιχείρησης «Γογγάκης», ο Γενικός Γραμματέας Συντονισμού Διαχείρισης Αποβλήτων, Μανώλης Γραφάκος, εξέδωσε την ακόλουθη ανακοίνωση:
«Με συντονισμό της Γενικής Γραμματείας Συντονισμού Διαχείρισης Αποβλήτων, το αρμόδιο Κλιμάκιο Ελέγχου Ποιότητας Περιβάλλοντος (ΚΕΠΠΕ) της Περιφέρειας Ιόνιων Νήσων, προέβη στις 22 Οκτωβρίου σε αυτοψία, σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στις διατάξεις της κείμενης νομοθεσίας. Σύμφωνα με το πόρισμα της αυτοψίας, η επιχείρηση έχει την αποκλειστική ευθύνη, στη βάση των διατάξεων των άρθρων 9 και 10 του ΠΔ 148/09, για την αποκατάσταση των ζημιών στο περιβάλλον, αλλά και την διαχείριση των Ζωϊκών Υποπροϊόντων (ΖΥΠ).
Μεγάλες ζημιές στην “Γογγάκης” από τη φωτιά στην Κέρκυρα
Η φωτιά ξέσπασε χθες τη νύχτα και εξακολουθεί μέχρι τις πρωινές ώρες της 17ης Οκτωβρίου. Μετά την έκθεση αυτοψίας, η επιχείρηση αναζήτησε ειδικό φορέα επεξεργασίας ΖΥΠ. Παρά το γεγονός ότι οι ποσότητες των ΖΥΠ ανέρχονταν κατ’ εκτίμηση σε 1.300 τόνους περίπου, η επιχείρηση επέλεξε να συνεργαστεί με εταιρεία που στις εγκαταστάσεις της δεν είχε -από την περιβαλλοντική της αδειοδότηση- τη δυνατότητα να διαχειριστεί αυτές τις ποσότητες. Έτσι ξεκίνησε η μεταφορά των αποβλήτων από την Κέρκυρα, προς τις εγκαταστάσεις μονάδας αδρανοποίησης ζωικών υποπροϊόντων και αποτέφρωσης στην Φιλιππιάδα. Όταν οι Επιθεωρητές Περιβάλλοντος του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας επισκέφθηκαν το πρωί της Δευτέρας 27 Οκτωβρίου το χώρο, κατέγραψαν σημαντικές περιβαλλοντικές παραβάσεις, που καθιστούσαν απαγορευτική τη συνέχιση της διαδικασίας με το συγκεκριμένο φορέα διαχείρισης ΖΥΠ που είχε επιλέξει η επιχείρηση.
Την ίδια μέρα, το Υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας απέστειλε επιστολή στον Σύνδεσμο Ελληνικών Επιχειρήσεων Διαχείρισης και Μεταποίησης Ζωικών Υποπροϊόντων, με την οποία του ζητά να προβεί σε άμεση αυτοψία στις εγκαταστάσεις της επιχείρησης της Κέρκυρας, ώστε να αποτυπωθούν οι ποσότητες των ΖΥΠ που έχουν απομείνει στο χώρο, καθώς και να προβεί σε εκτίμηση του κόστους για την ορθή διαχείριση των αποβλήτων αυτών. Ο Σύνδεσμος απάντησε στο Υπουργείο εγγράφως ότι η αυτοψία θα διενεργηθεί σήμερα 29 Οκτωβρίου 2025, όπως και έγινε.
Κατόπιν όλων των ανωτέρω, το Υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας, προκειμένου να διασφαλίσει την άμεση και ορθή διαχείριση των αποβλήτων ΖΥΠ από την πυρκαγιά, αναθέτει την απομάκρυνση και διαχείριση των αποβλήτων, σύμφωνα με τις υποδείξεις των Επιθεωρητών Περιβάλλοντος από το χώρο της εταιρείας που επλήγη από την πυρκαγιά στην Κέρκυρα, καθώς και από το χώρο της εταιρείας που μεταφέρθηκαν στη Φιλιππιάδα, σε ένωση εταιρειών που υποδεικνύει ο Σύνδεσμος Ελληνικών Επιχειρήσεων Διαχείρισης και Μεταποίησης Ζωικών Υποπροϊόντων. Το κόστος αυτό θα επιβαρύνει την επιχείρηση από την οποία προέκυψαν τα απόβλητα.
Τα απόβλητα, εν προκειμένω τα ΖΥΠ, πρέπει να διαχειρίζονται με τον ορθό περιβαλλοντικά τρόπο, από αδειοδοτημένους φορείς. Εκπτώσεις σε ζητήματα διαχείρισης αποβλήτων και σε παραβάσεις της περιβαλλοντικής νομοθεσίας δεν γίνονται ανεκτές».