Ευρωδικαστήριο: καταδίκη της Ελλάδας για την υψηλή ατμοσφαιρική ρύπανση στη Θεσσαλονίκη

«Με την απόφαση του το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο διαπιστώνει ότι η Ελλάδα παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από την κοινοτική νομοθεσία, παραλείποντας να μεριμνήσει ώστε να μην υπάρξει υπέρβαση, κατά τρόπο συστηματικό και διαρκή, της ημερήσιας οριακής τιμής για τα Αιωρούμενα Σωματίδια 10 από το 2005 έως και το 2012, στη διάρκεια του 2014 και, εν συνεχεία, εκ νέου από το 2017 έως και το 2019 στον οικισμό Θεσσαλονίκης», αναφέρει η ανακοίνωση του Δικαστηρίου.

Στην καταδικαστική του απόφαση το Δικαστήρια αναφέρει μεταξύ άλλων: “Τα δεδομένα που προκύπτουν ως αποτέλεσμα του εν λόγω έργου πρέπει να αποτελούν μέρος ενός σχεδίου για την ποιότητα του αέρα το οποίο να περιγράφει λεπτομερώς τα μέτρα που πρέπει να ληφθούν ώστε η περίοδος υπέρβασης να είναι όσο το δυνατόν συντομότερη. Όπως, όμως, προκύπτει από τη σκέψη 121 της παρούσας αποφάσεως, δεν υφίσταται κανένα τέτοιο σχέδιο το οποίο να έχει κοινοποιηθεί στην Επιτροπή. Επιπλέον, ο προσδιορισμός της προέλευσης της ρύπανσης αποτελεί ένα μόνον από τα στοιχεία που πρέπει να περιλαμβάνονται στο σχέδιο για την ποιότητα του αέρα, προκειμένου να διασφαλιστεί η συμμόρφωση με τις υποχρεώσεις που απορρέουν από την οδηγία. Επομένως, δεν αρκεί ο προσδιορισμός των πηγών ρύπανσης, αλλά είναι απαραίτητο τα αναγκαία μέτρα, που πρέπει να ληφθούν υπό το πρίσμα της εν λόγω πληροφορίας, να απαριθμούνται και να περιγράφονται λεπτομερώς καθώς και να περιλαμβάνουν, σύμφωνα με το παράρτημα XV, τμήμα A, σημείο 8, στοιχείο γʹ, της εν λόγω οδηγίας, εκτίμηση της σχεδιαζόμενης βελτίωσης της ποιότητας του αέρα και εκτίμηση του χρόνου που απαιτείται για την επίτευξη των στόχων αυτών. Ωστόσο, η Ελληνική Δημοκρατία δεν κοινοποίησε τα στοιχεία αυτά στην Επιτροπή.

Το ίδιο ισχύει και για το μέτρο προώθησης της ηλεκτροκίνησης, το οποίο στηρίζεται στο Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια και το Κλίμα, που θεσμοθετήθηκε με την απόφαση 4/2019 του Κυβερνητικού Συμβουλίου Οικονομικής Πολιτικής, και σκοπός του οποίου είναι να αποτελέσουν τα ηλεκτρικά οχήματα σημαντικό ποσοστό του στόλου των οχημάτων που κυκλοφορούν στην Ελλάδα. Συγκεκριμένα, το Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια και το Κλίμα δεν περιέχει εκτίμηση της σχεδιαζόμενης βελτίωσης της ποιότητας του αέρα και του χρόνου που απαιτείται για την επίτευξη των στόχων αυτών.

Τέλος, όσον αφορά ορισμένα πρόσθετα μέτρα τα οποία πρόκειται να τεθούν σε εφαρμογή στον οικισμό Θεσσαλονίκης (EL 0004), τα οποία επικαλείται η Ελληνική Δημοκρατία προκειμένου να αποδείξει τη συμμόρφωση με τις υποχρεώσεις που απορρέουν από το άρθρο 23 της οδηγίας 2008/50 και στα οποία συγκαταλέγονται η δημιουργία μιας τοπικής ζώνης χαμηλών εκπομπών και ένα σχέδιο δράσης περιορισμού εκπομπών από καύση βιομάζας, από τη δικογραφία που έχει στη διάθεσή του το Δικαστήριο προκύπτει ότι τα σχέδια στα οποία περιλαμβάνονται τα εν λόγω μέτρα βρίσκονταν, κατά τον χρόνο κατάθεσης του δικογράφου της προσφυγής, σε προκαταρκτικό στάδιο εξέτασης. Επιπλέον, τα εν λόγω μέτρα αποσκοπούν κυρίως στη μείωση των εκπομπών από την κυκλοφορία των οχημάτων, ενώ, όπως παραδέχθηκε η Ελληνική Δημοκρατία, η κύρια πηγή ΑΣ10 στον οικισμό Θεσσαλονίκης (EL 0004) είναι οι οφειλόμενες στη θέρμανση εκπομπές. Εξάλλου, η Επιτροπή υποστηρίζει, χωρίς να αντικρούεται επ’ αυτού, ότι δεν έλαβε στοιχεία ή άλλες πληροφορίες σχετικά με τον αναμενόμενο αντίκτυπο των εν λόγω μέτρων, τούτο δε κατά παράβαση των απαιτήσεων του παραρτήματος XV, μέρος A, σημείο 8, της οδηγίας.

Όσον αφορά δε το επιχείρημα της Ελληνικής Δημοκρατίας ότι έχει υλοποιήσει και συνεχίζει να υλοποιεί μέτρα που αποσκοπούν στον περιορισμό των εκπομπών ΑΣ10 σε «όλες τις ζώνες και οικισμούς», αρκεί η διαπίστωση ότι η υπό κρίση προσφυγή αφορά μόνον τον οικισμό της Θεσσαλονίκης (EL 0004), οπότε το γεγονός ότι ορισμένα μέτρα ενδέχεται να αποδείχθηκαν αποτελεσματικά σε άλλες ζώνες και οικισμούς στην επικράτεια του εν λόγω κράτους μέλους δεν ασκεί επιρροή.

Κατόπιν των προεκτεθέντων, διαπιστώνεται ότι η Ελληνική Δημοκρατία, κατά παράβαση της υποχρεώσεως που υπείχε από το άρθρο 23, παράγραφος 1, δεύτερο εδάφιο, της οδηγίας 2008/50, δεν έλαβε εγκαίρως κατάλληλα μέτρα ώστε οι περίοδοι υπέρβασης της ημερήσιας οριακής τιμής για τα ΑΣ10 στον οικισμό Θεσσαλονίκης (EL 0004) να είναι όσο το δυνατόν συντομότερες.

Η Ελλάδα παρέβη την υποχρέωση που υπέχει από το άρθρο 13 σε συνδυασμό με το παράρτημα XI της οδηγίας 2008/50/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 21ης Μαΐου 2008, για την ποιότητα του ατμοσφαιρικού αέρα και καθαρότερο αέρα για την Ευρώπη (ΕΕ 2008, L 152, σ. 1).

Παραλείποντας να θεσπίσει, από τις 11 Ιουνίου 2010, κατάλληλα μέτρα για τη διασφάλιση της συμμόρφωσης προς την ημερήσια οριακή τιμή για τα ΑΣ10 στον οικισμό Θεσσαλονίκης (EL 0004), παρέβη τις υποχρεώσεις που επιβάλλει το άρθρο 23, παράγραφος 1, της οδηγίας, σε συνδυασμό με το παράρτημα XV αυτής, και, ειδικότερα, την υποχρέωση που προβλέπει το άρθρο 23, παράγραφος 1, δεύτερο εδάφιο, της εν λόγω οδηγίας, να λάβει τα απαραίτητα μέτρα ώστε η περίοδος υπέρβασης της οριακής αυτής τιμής να είναι όσο το δυνατόν συντομότερη.

Το κείμενο της απόφασης του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου: Συστηματική και διαρκής υπέρβαση της ημερήσιας οριακής τιμής για τα μικροσωματίδια (ΑΣ10) στον οικισμό Θεσσαλονίκης

«Παράβαση κράτους μέλους – Περιβάλλον – Οδηγία 2008/50/ΕΚ – Ποιότητα του ατμοσφαιρικού αέρα – Άρθρο 13, παράγραφος 1 – Παράρτημα XI – Συστηματική και διαρκής υπέρβαση της ημερήσιας οριακής τιμής για τα μικροσωματίδια (ΑΣ10) στον οικισμό Θεσσαλονίκης (EL 0004) – Άρθρο 23, παράγραφος 1 – Παράρτημα XV – Περίοδος υπέρβασης “όσο το δυνατόν συντομότερη” – Κατάλληλα μέτρα»

Στην υπόθεση C‑70/21,

με αντικείμενο προσφυγή δυνάμει του άρθρου 258 ΣΛΕΕ λόγω παραβάσεως, η οποία ασκήθηκε στις 3 Φεβρουαρίου 2021,

Ευρωπαϊκή Επιτροπή, εκπροσωπούμενη από τους Μ. Κωνσταντινίδη και M. Noll-Ehlers,

προσφεύγουσα,

κατά

Ελληνικής Δημοκρατίας, εκπροσωπούμενης από την Ε. Σκανδάλου,

καθής,

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (έκτο τμήμα),

συγκείμενο από τους P. G. Xuereb, πρόεδρο τμήματος, A. Kumin (εισηγητή) και I. Ziemele, δικαστές,

γενική εισαγγελέας: J. Kokott

γραμματέας: A. Calot Escobar

έχοντας υπόψη την έγγραφη διαδικασία,

κατόπιν της αποφάσεως που έλαβε, αφού άκουσε τη γενική εισαγγελέα, να εκδικάσει την υπόθεση χωρίς ανάπτυξη προτάσεων,

εκδίδει την ακόλουθη

Απόφαση

1        Με το δικόγραφο της προσφυγής της, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ζητεί από το Δικαστήριο να διαπιστώσει ότι η Ελληνική Δημοκρατία:

–        έχοντας υπερβεί κατά τρόπο συστηματικό και διαρκή την ημερήσια οριακή τιμή για τα ΑΣ10, από το 2005, στον οικισμό Θεσσαλονίκης (EL 0004), παρέβη την υποχρέωση που υπέχει από το άρθρο 13 σε συνδυασμό με το παράρτημα XI της οδηγίας 2008/50/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 21ης Μαΐου 2008, για την ποιότητα του ατμοσφαιρικού αέρα και καθαρότερο αέρα για την Ευρώπη (ΕΕ 2008, L 152, σ. 1), και,

–        παραλείποντας να θεσπίσει, από τις 11 Ιουνίου 2010, κατάλληλα μέτρα για τη διασφάλιση της συμμόρφωσης προς την ημερήσια οριακή τιμή για τα ΑΣ10 στον οικισμό Θεσσαλονίκης (EL 0004), παρέβη τις υποχρεώσεις που επιβάλλει το άρθρο 23, παράγραφος 1, της οδηγίας, σε συνδυασμό με το παράρτημα XV αυτής, και, ειδικότερα, την υποχρέωση που προβλέπει το άρθρο 23, παράγραφος 1, δεύτερο εδάφιο, της εν λόγω οδηγίας, να λάβει τα απαραίτητα μέτρα ώστε η περίοδος υπέρβασης της οριακής αυτής τιμής να είναι όσο το δυνατόν συντομότερη.

Το νομικό πλαίσιο

Η οδηγία 96/62/ΕΚ

2        Το άρθρο 8 της οδηγίας 96/62/ΕΚ του Συμβουλίου, της 27ης Σεπτεμβρίου 1996, για την εκτίμηση και τη διαχείριση της ποιότητας του αέρα του περιβάλλοντος (ΕΕ 1996, L 296, σ. 55), το οποίο έφερε τον τίτλο «Μέτρα εφαρμοστέα στις ζώνες όπου τα επίπεδα υπερβαίνουν την οριακή τιμή», προέβλεπε στις παραγράφους 1, 3 και 4 τα εξής:

«1.      Τα κράτη μέλη καταρτίζουν κατάλογο των ζωνών και των οικισμών όπου τα επίπεδα ενός ή περισσοτέρων ρύπων υπερβαίνουν την οριακή τιμή προσαυξημένη κατά το περιθώριο ανοχής.

3.      Στις ζώνες και τους οικισμούς της παραγράφου 1, τα κράτη μέλη μεριμνούν για την εκπόνηση ή την εφαρμογή σχέδιου ή προγράμματος, προς επίτευξη της οριακής τιμής εντός της οριζόμενης προθεσμίας.

Το σχέδιο ή πρόγραμμα, το οποίο θα πρέπει να είναι προσιτό στο κοινό, περιλαμβάνει τουλάχιστον τις πληροφορίες που απαριθμούνται στο παράρτημα IV.

4.      Στις ζώνες και τους οικισμούς που αναφέρονται στην παράγραφο 1 όπου περισσότεροι του ενός ρύποι υπερβαίνουν τις οριακές τιμές, τα κράτη μέλη υποβάλλουν ολοκληρωμένο σχέδιο που καλύπτει όλους τους εν λόγω ρύπους.»

Η οδηγία 1999/30/ΕΚ

3        Το άρθρο 5 της οδηγίας 1999/30/ΕΚ του Συμβουλίου, της 22ας Απριλίου 1999, σχετικά με τις οριακές τιμές διοξειδίου του θείου, διοξειδίου του αζώτου και οξειδίων του αζώτου, σωματιδίων και μολύβδου, στον αέρα του περιβάλλοντος (ΕΕ 1999, L 163, σ. 41), το οποίο έφερε τον τίτλο «Σωματίδια», όριζε στην παράγραφο 1 τα εξής:

«Τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα προκειμένου να εξασφαλίσουν ότι οι συγκεντρώσεις ΑΣ10 στον αέρα του περιβάλλοντος, όπως εκτιμώνται σύμφωνα με το άρθρο 7, δεν υπερβαίνουν τις οριακές τιμές που αναφέρονται στο μέρος Ι του παραρτήματος ΙΙΙ από τις καθοριζόμενες στο μέρος αυτό ημερομηνίες.»

4        Το παράρτημα III της οδηγίας διευκρίνιζε ότι, όσον αφορά τα σωματίδια ΑΣ10, ως προθεσμία συμμόρφωσης προς τις οριακές τιμές είχε οριστεί η 1η Ιανουαρίου 2005.

Η οδηγία 2008/50

5        Όπως προκύπτει από το άρθρο 31 της οδηγίας 2008/50, η οδηγία αυτή, η οποία τέθηκε σε ισχύ στις 11 Ιουνίου 2008, κατήργησε και αντικατέστησε, από τις 11 Ιουνίου 2010, μεταξύ άλλων, τις οδηγίες 96/62 και 1999/30.

6        Οι αιτιολογικές σκέψεις 17 και 18 της οδηγίας 2008/50 έχουν ως εξής:

«(17)      Τα απαραίτητα κοινοτικά μέτρα για τη μείωση των εκπομπών πηγής, ιδιαιτέρως μέτρα προς βελτίωση της αποτελεσματικότητας της κοινοτικής νομοθεσίας περί εκπομπών από τη βιομηχανία, για τον περιορισμό των εκπομπών καυσαερίων από κινητήρες που εγκαθίστανται στα βαρέα οχήματα, για την περαιτέρω μείωση των επιτρεπομένων από τα κράτη μέλη εθνικών εκπομπών σημαντικών ρύπων και των εκπομπών που σχετίζονται με τον ανεφοδιασμό οχημάτων βενζίνης στα πρατήρια καυσίμων και για την αντιμετώπιση της περιεκτικότητας των καυσίμων σε θείο, περιλαμβανομένων και των καυσίμων πλοίων, θα πρέπει να εξετασθούν δεόντως ως προτεραιότητα από όλα τα ενεχόμενα θεσμικά όργανα.

(18)      Θα πρέπει να διαμορφωθούν σχέδια για την ποιότητα του αέρα για ζώνες και οικισμούς όπου παρατηρείται υπέρβαση των συγκεντρώσεων των ρύπων στον αέρα συγκριτικά προς τις σχετικές τιμές-στόχους [ή οριακές τιμές] για την ποιότητα του αέρα, μετά από προσαύξησή τους κατά τα ενδεχομένως ισχύοντα προσωρινά περιθώρια ανοχής. Οι ατμοσφαιρικοί ρύποι οφείλονται σε πολλές και διάφορες πηγές και δραστηριότητες. Για να εξασφαλισθεί η συνέπεια μεταξύ των επιμέρους πολιτικών, τα σχέδια για την ποιότητα του αέρα θα πρέπει, όπου είναι εφικτό, να συνάδουν και να ενσωματώνονται στα σχέδια και τα προγράμματα που εκπονούνται σύμφωνα με την οδηγία 2001/80/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Οκτωβρίου 2001, για τον περιορισμό των εκπομπών στην ατμόσφαιρα ορισμένων ρύπων [(ΕΕ 2001, L 309, σ. 1)], την οδηγία 2001/81/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Οκτωβρίου 2001, σχετικά με εθνικά ανώτατα όρια εκπομπών για ορισμένους ατμοσφαιρικούς ρύπους [(ΕΕ 2001, L 309, σ. 22)], και την οδηγία 2002/49/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Ιουνίου 2002, σχετικά με την αξιολόγηση και τη διαχείριση του [περιβαλλοντικού] θορύβου [(ΕΕ 2002, L 189, σ. 12)]. Θα ληφθούν επίσης πλήρως υπόψη οι στόχοι για την ποιότητα του αέρα που προβλέπονται στην παρούσα οδηγία οσάκις εκδίδονται άδειες για βιομηχανικές δραστηριότητες σύμφωνα με την οδηγία 2008/1/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 15ης Ιανουαρίου 2008, σχετικά με την ολοκληρωμένη πρόληψη και έλεγχο της ρύπανσης [(ΕΕ 2008, L 24, σ. 8)].»

7        Το άρθρο 1 της οδηγίας 2008/50, το οποίο φέρει τον τίτλο «Αντικείμενο», ορίζει στα σημεία 1 έως 3 τα εξής:

«Τα μέτρα που θεσπίζονται με την παρούσα οδηγία έχουν ως στόχο:

1.      τον προσδιορισμό και καθορισμό των στόχων για την ποιότητα του ατμοσφαιρικού αέρα, ώστε να αποφεύγονται, να προλαμβάνονται ή να μειώνονται οι επιβλαβείς επιπτώσεις στην ανθρώπινη υγεία και στο σύνολο του περιβάλλοντος·

2.      την εκτίμηση της ποιότητας του ατμοσφαιρικού αέρα στα κράτη μέλη βάσει κοινών μεθόδων και κριτηρίων·

3.      τη συγκέντρωση πληροφοριών όσον αφορά την ποιότητα του ατμοσφαιρικού αέρα, ώστε να διευκολυνθεί η καταπολέμηση της ατμοσφαιρικής ρύπανσης και των οχλήσεων καθώς και η παρακολούθηση των μακροπρόθεσμων τάσεων και βελτιώσεων που προκύπτουν από τα εθνικά και κοινοτικά μέτρα».

8        Το άρθρο 2 της οδηγίας, το οποίο φέρει τον τίτλο «Ορισμοί», προβλέπει στα σημεία 5, 7 έως 9 και 16 έως 18 τα εξής:

«Κατά την έννοια της παρούσας οδηγίας, νοείται ως:

[…]

5.      “οριακή τιμή”: επίπεδο καθοριζόμενο βάσει επιστημονικών γνώσεων, με σκοπό να αποφεύγονται, να προλαμβάνονται ή να μειώνονται οι επιβλαβείς επιπτώσεις στην ανθρώπινη υγεία και/ή στο σύνολο του περιβάλλοντος, το οποίο πρέπει να επιτευχθεί εντός δεδομένης προθεσμίας χωρίς εν συνεχεία υπερβάσεις·

[…]

7.      “περιθώριο ανοχής”: το ποσοστό της οριακής τιμής κατά το οποίο επιτρέπεται να γίνεται υπέρβασή της σύμφωνα με τους όρους της παρούσας οδηγίας·

8.      “σχέδια για την ποιότητα του αέρα”: τα σχέδια που ορίζουν μέτρα για την επίτευξη των οριακών τιμών ή των τιμών στόχων·

9.      “τιμή στόχος”: επίπεδο καθοριζόμενο με σκοπό να αποφεύγονται, να προλαμβάνονται ή να μειώνονται οι επιβλαβείς επιπτώσεις στην ανθρώπινη υγεία και/ή στο σύνολο του περιβάλλοντος, που επιτυγχάνεται κατά το δυνατόν εντός δεδομένης χρονικής περιόδου·

16.      “ζώνη”: τμήμα του εδάφους κράτους μέλους που οριοθετείται από αυτό το κράτος μέλος για λόγους εκτίμησης και διαχείρισης της ποιότητας του αέρα·

17.      “οικισμός”: ζώνη αστικού χαρακτήρα της οποίας ο πληθυσμός υπερβαίνει τους 250 000 κατοίκους ή, όταν ο πληθυσμός είναι μικρότερος ή ίσος των 250 000 κατοίκων, με συγκεκριμένη πληθυσμιακή πυκνότητα ανά km2 που καθορίζεται από τα κράτη μέλη·

18.      “ΑΣ10”: τα σωματίδια που διέρχονται διά στομίου κατά μέγεθος διαλογής, όπως ορίζεται στη μέθοδο αναφοράς για τη δειγματοληψία και μέτρηση ΑΣ10 (EN 12341), με αποτελεσματικότητα 50 % ως προς τη συγκράτηση των σωματιδίων αεροδυναμικής διαμέτρου 10 μm».

9        Το άρθρο 13 της εν λόγω οδηγίας, το οποίο φέρει τον τίτλο «Οριακές τιμές και όρια συναγερμού για την προστασία της υγείας του ανθρώπου», ορίζει στην παράγραφο 1 τα εξής:

«Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε τα επίπεδα διοξειδίου του θείου, ΑΣ10, μολύβδου και μονοξειδίου του άνθρακα στον ατμοσφαιρικό αέρα να μην υπερβαίνουν στις ζώνες και τους οικισμούς τους τις οριακές τιμές του παραρτήματος XI.

Ως προς το διοξείδιο του αζώτου και το βενζόλιο, απαγορεύεται κάθε υπέρβαση των οριακών τιμών του παραρτήματος XI μετά από τις αντίστοιχες ημερομηνίες που ορίζονται σε αυτό.

Η συμμόρφωση προς αυτές τις απαιτήσεις εκτιμάται σύμφωνα με το παράρτημα ΙΙΙ.

Τα περιθώρια ανοχής του παραρτήματος XI εφαρμόζονται σύμφωνα με το άρθρο 22 παράγραφος 3 και το άρθρο 23 παράγραφος 1.»

10      Το άρθρο 20 της ίδιας οδηγίας, το οποίο φέρει τον τίτλο «Ρυπογόνες συμβολές από φυσικές πηγές», προβλέπει στις παραγράφους 1 και 2 τα εξής:

«1.      Τα κράτη μέλη διαβιβάζουν για ένα συγκεκριμένο έτος στην Επιτροπή κατάλογο των ζωνών και των οικισμών όπου οι υπερβάσεις των οριακών τιμών για συγκεκριμένο ρύπο είναι αποδοτέες σε φυσικές πηγές. Τα κράτη μέλη παρέχουν πληροφορίες για τις συγκεντρώσεις και τις πηγές καθώς και τα στοιχεία που αποδεικνύουν ότι η υπέρβαση οφείλεται σε φυσικές πηγές.

2.      Όταν η Επιτροπή πληροφορείται υπέρβαση οφειλόμενη σε φυσικές πηγές σύμφωνα με την παράγραφο 1, η υπέρβαση αυτή δεν θεωρείται υπέρβαση για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας.»

11      Σύμφωνα με τις παραγράφους 1 έως 4 του άρθρου 21 της οδηγίας 2008/50, το οποίο φέρει τον τίτλο «Υπερβάσεις αποδιδόμενες στη διασκόρπιση άμμου ή αλατιού σε δρόμους το χειμώνα», τα κράτη μέλη μπορούν να ορίζουν ζώνες ή οικισμούς όπου σημειώνεται υπέρβαση των οριακών τιμών για τα σωματίδια ΑΣ10 στον ατμοσφαιρικό αέρα, η οποία οφείλεται σε επαναιώρηση σωματιδίων λόγω διασκόρπισης άμμου ή αλατιού σε δρόμους τον χειμώνα. Τα κράτη μέλη παρέχουν τα δέοντα στοιχεία για να αποδείξουν ότι τυχόν υπερβάσεις οφείλονται στην επαναιώρηση σωματιδίων και ότι έχουν ληφθεί εύλογα μέτρα για τη μείωση των συγκεντρώσεων. Με την επιφύλαξη του άρθρου 20 της οδηγίας, τα κράτη μέλη οφείλουν να συντάσσουν το σχέδιο για την ποιότητα του αέρα που προβλέπεται στο άρθρο 23 της εν λόγω οδηγίας μόνον εφόσον οι υπερβάσεις οφείλονται σε πηγές σωματιδίων ΑΣ10 εκτός της διασκόρπισης άμμου ή αλατιού στους δρόμους τον χειμώνα.

12      Το άρθρο 22 της ίδιας οδηγίας, το οποίο φέρει τον τίτλο «Αναβολή της τήρησης των προθεσμιών και εξαίρεση από την υποχρέωση εφαρμογής ορισμένων οριακών τιμών», ορίζει στις παραγράφους 2 έως 4 τα εξής:

«2.      Όταν, σε συγκεκριμένη ζώνη ή οικισμό, είναι αδύνατον να επιτευχθεί συμμόρφωση προς τις οριακές τιμές για τα σωματίδια ΑΣ10 όπως προσδιορίζονται στο παράρτημα ΧΙ, λόγω των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών διασποράς που προσιδιάζουν στη συγκεκριμένη τοποθεσία, αντίξοων κλιματικών συνθηκών ή διαμεθοριακών συμβολών, ένα κράτος μέλος απαλλάσσεται από την υποχρέωση να τηρεί τις εν λόγω οριακές τιμές έως τις 11 Ιουνίου 2011, εφόσον τηρούνται οι προϋποθέσεις της παραγράφου 1 και το κράτος μέλος αποδείξει ότι έχουν ληφθεί όλα τα κατάλληλα μέτρα σε εθνικό, τοπικό και περιφερειακό επίπεδο, προκειμένου να τηρηθούν οι προθεσμίες.

3.      Όταν εφαρμόζει τις παραγράφους 1 ή 2, το κράτος μέλος μεριμνά ώστε να μη σημειώνεται υπέρβαση της οριακής τιμής για κάθε ρύπο μεγαλύτερη από το ανώτατο περιθώριο ανοχής που ορίζεται για καθέναν από τους συγκεκριμένους ρύπους στο παράρτημα XI.

4.      Τα κράτη μέλη ενημερώνουν την Επιτροπή όταν, κατά την άποψή τους, επιβάλλεται να εφαρμοσθούν οι παράγραφοι 1 ή 2, και κοινοποιούν το σχέδιο για την ποιότητα του αέρα της παραγράφου 1, καθώς και όλες τις σχετικές πληροφορίες που είναι απαραίτητες για να εκτιμήσει η Επιτροπή κατά πόσον πληρούνται οι αντίστοιχες προϋποθέσεις. Στην εκτίμησή της η Επιτροπή λαμβάνει υπόψη τις υπολογιζόμενες επιπτώσεις των μέτρων που έχουν λάβει τα κράτη μέλη στην ποιότητα του ατμοσφαιρικού αέρα τόσο επί του παρόντος όσο και στο μέλλον, καθώς και τις υπολογιζόμενες επιπτώσεις στην ποιότητα του ατμοσφαιρικού αέρα τόσο των εν ισχύι κοινοτικών μέτρων όσο και των σχεδιαζομένων κοινοτικών μέτρων που θα προτείνει η Επιτροπή.

Εάν η Επιτροπή δεν διατυπώσει αντιρρήσεις εντός εννέα μηνών από την παραλαβή της κοινοποίησης, οι προβλεπόμενες προϋποθέσεις για την εφαρμογή της παραγράφου 1 ή της παραγράφου 2 θεωρείται ότι πληρούνται.

Εάν διατυπωθούν αντιρρήσεις, η Επιτροπή μπορεί να απαιτήσει από τα κράτη μέλη να προσαρμόσουν τα σχέδια για την ποιότητα του αέρα ή να υποβάλουν νέα.»

13      Το άρθρο 23 της οδηγίας 2008/50, το οποίο φέρει τον τίτλο «Σχέδια για την ποιότητα του αέρα», ορίζει στην παράγραφο 1 τα εξής:

«Όταν, σε συγκεκριμένες ζώνες ή οικισμούς, τα επίπεδα των ρύπων υπερβαίνουν κάθε οριακή τιμή ή τιμή στόχο, καθώς και κάθε αντίστοιχο περιθώριο ανοχής, τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε να εκπονούνται σχέδια για την ποιότητα του αέρα για τις εν λόγω ζώνες ή οικισμούς με σκοπό να επιτευχθούν οι αντίστοιχες οριακές τιμές ή οι τιμές στόχοι που αναφέρονται στα παραρτήματα XI και XIV.

Σε περίπτωση υπερβάσεων αυτών των οριακών τιμών, για τις οποίες έχει ήδη παρέλθει η προβλεπόμενη προθεσμία, τα σχέδια για την ποιότητα του αέρα θα θεσπίζουν κατάλληλα μέτρα ώστε η περίοδος υπέρβασης να είναι όσο το δυνατόν συντομότερη. Τα σχέδια για την ποιότητα του αέρα μπορούν επιπροσθέτως να περιέχουν ειδικά μέτρα που αποσκοπούν στην προστασία ευαίσθητων ομάδων του πληθυσμού, περιλαμβανομένων των παιδιών.

Τα εν λόγω σχέδια για την ποιότητα του αέρα περιλαμβάνουν τουλάχιστον τις πληροφορίες που αναφέρονται στο τμήμα A του παραρτήματος XV και μπορεί να περιέχουν μέτρα σύμφωνα με το άρθρο 24. Τα εν λόγω σχέδια κοινοποιούνται αμελλητί στην Επιτροπή, το αργότερο δε δύο έτη μετά το τέλος του έτους κατά το οποίο παρατηρήθηκε η πρώτη υπέρβαση.

Όταν πρέπει να εκπονηθούν ή να εφαρμοστούν σχέδια για περισσότερους του ενός ρύπους τα κράτη μέλη εκπονούν και εφαρμόζουν, ανάλογα με την περίπτωση, ολοκληρωμένα σχέδια για την ποιότητα του αέρα που καλύπτουν όλους τους συγκεκριμένους ρύπους.»

14      Το άρθρο 27 της οδηγίας, το οποίο φέρει τον τίτλο «Διαβίβαση πληροφοριών και εκθέσεων», προβλέπει τα εξής:

«1.      Τα κράτη μέλη μεριμνούν για τη διάθεση των πληροφοριών σχετικά με την ποιότητα του ατμοσφαιρικού αέρα στην Επιτροπή εντός του χρονοδιαγράμματος που ορίζουν τα μέτρα εφαρμογής που αναφέρονται στο άρθρο 28 παράγραφος 2.

2.      Εν πάση περιπτώσει, για το συγκεκριμένο σκοπό της εκτίμησης της συμμόρφωσης προς τις οριακές τιμές και τα κρίσιμα επίπεδα και την επίτευξη των τιμών στόχων, οι εν λόγω πληροφορίες διατίθενται στην Επιτροπή το αργότερο εννέα μήνες μετά το τέλος εκάστου έτους, και περιλαμβάνουν:

[…]

β)      τον κατάλογο των ζωνών και των οικισμών στους οποίους τα επίπεδα ενός ή περισσοτέρων ρύπων είναι υψηλότερα από τις οριακές τιμές συν το περιθώριο ανοχής, ανάλογα με την περίπτωση, ή υψηλότερα από τις τιμές στόχους ή τα κρίσιμα επίπεδα· για δε τις ζώνες και τους οικισμούς αυτούς:

i)      τα επίπεδα που εκτιμήθηκαν και, εάν υπάρχουν, τις ημερομηνίες και τις περιόδους κατά τις οποίες παρατηρήθηκαν αυτά τα επίπεδα·

ii)      ενδεχομένως, εκτίμηση σχετικά με τη συμβολή, στα επίπεδα που εκτιμήθηκαν, τυχόν φυσικών πηγών και επαναιώρησης σωματιδίων λόγω της διασκόρπισης άμμου ή αλατιού στους δρόμους το χειμώνα, όπως γνωστοποιείται στην Επιτροπή σύμφωνα με τα άρθρα 20 και 21.

3.      Οι παράγραφοι 1 και 2 ισχύουν για τις πληροφορίες που συλλέγονται από την αρχή του δευτέρου ημερολογιακού έτους από την έναρξη ισχύος των μέτρων εφαρμογής του άρθρου 28 παράγραφος 2.»

15      Το παράρτημα XI της εν λόγω οδηγίας, το οποίο φέρει τον τίτλο «Οριακές τιμές για την προστασία της υγείας του ανθρώπου», αναφέρει, όσον αφορά τα ΑΣ10, ότι η ημερήσια οριακή τιμή καθορίζεται σε 50 μg/m³ και ότι δεν πρέπει να γίνεται υπέρβασή της περισσότερο από 35 φορές ανά ημερολογιακό έτος, καθώς και ότι δεν μπορεί να υπάρξει υπέρβαση της ετήσιας οριακής τιμής, η οποία καθορίζεται στα 40 μg/m³.

16      Στις πληροφορίες που πρέπει να περιέχονται στα σχέδια για την ποιότητα του ατμοσφαιρικού αέρα κατά την έννοια του άρθρου 23 της οδηγίας αυτής περιλαμβάνονται, σύμφωνα με το τμήμα A του παραρτήματος XV της εν λόγω οδηγίας, μεταξύ άλλων, τα εξής:

«8.      Πληροφορίες σχετικά με τα μέτρα ή τα σχέδια για τη μείωση της ρύπανσης τα οποία έχουν εγκριθεί μετά την έναρξη ισχύος της παρούσας οδηγίας:

α)      κατάλογος και περιγραφή όλων των μέτρων που προβλέπονται στο έργο·

β)      χρονοδιάγραμμα εφαρμογής·

γ)      εκτίμηση της σχεδιαζόμενης βελτίωσης της ποιότητας του αέρα και εκτίμηση του χρόνου που απαιτείται για την επίτευξη των στόχων αυτών.»

Η προ της ασκήσεως της προσφυγής διαδικασία

17      Από τις ετήσιες εκθέσεις για την ποιότητα του αέρα που υπέβαλε η Ελληνική Δημοκρατία στην Επιτροπή προκύπτει ότι από το 2005 δεν έχει υπάρξει συμμόρφωση με τις οριακές τιμές για τα ΑΣ10 σε πολλές ζώνες και οικισμούς της Ελλάδας.

18      Στις 12 Νοεμβρίου 2008 η Ελληνική Δημοκρατία ζήτησε να της χορηγηθεί, δυνάμει του άρθρου 22, παράγραφος 2, της οδηγίας 2008/50, εξαίρεση από τη συμμόρφωση με τις οριακές τιμές για τα ΑΣ10 σε τέσσερις ζώνες ή/και οικισμούς της Ελλάδας. Με απόφαση της 2ας Ιουλίου 2009, η Επιτροπή αντιτάχθηκε στην εφαρμογή της εξαίρεσης αυτής.

19      Στις 23 Νοεμβρίου 2009 η Επιτροπή απηύθυνε στο εν λόγω κράτος μέλος προειδοποιητική επιστολή για παράβαση του άρθρου 5, παράγραφος 1, της οδηγίας 1999/30 σε τέσσερις ζώνες και/ή οικισμούς, τούτο δε επί σειρά ετών.

20      Η Ελληνική Δημοκρατία απάντησε στην εν λόγω προειδοποιητική επιστολή στις 27 Ιανουαρίου 2010.

21      Δεδομένου ότι οι υπερβάσεις των ημερήσιων και ετήσιων οριακών τιμών για τα ΑΣ10 είχαν διατηρηθεί σε αρκετές ζώνες ή/και οικισμούς για πολλά διαδοχικά έτη, η Επιτροπή απηύθυνε στην Ελληνική Δημοκρατία στις 28 Ιουνίου 2010 αιτιολογημένη γνώμη, στην οποία το εν λόγω κράτος μέλος απάντησε με επιστολή της 23ης Αυγούστου 2010.

22      Στις 22 Φεβρουαρίου 2013 η Επιτροπή απέστειλε συμπληρωματική προειδοποιητική επιστολή υποστηρίζοντας ότι η διαρκής παραβίαση των οριακών τιμών για τα ΑΣ10 κατά τα τελευταία επτά έτη στους οικισμούς της Αθήνας και της Θεσσαλονίκης υποδήλωνε παράβαση όχι μόνον του άρθρου 13 της οδηγίας 2008/50 αλλά και του άρθρου 23 της οδηγίας αυτής, το οποίο απαιτεί από τα κράτη μέλη να λάβουν τα κατάλληλα μέτρα ώστε η περίοδος υπέρβασης των οριακών τιμών που καθορίζονται από την οδηγία να είναι όσο το δυνατόν συντομότερη.

23      Η Ελληνική Δημοκρατία απάντησε στη συμπληρωματική προειδοποιητική επιστολή στις 15 Απριλίου 2013.

24      Από την εκ μέρους της Επιτροπής ανάλυση της απάντησης και των ετήσιων εκθέσεων για την ποιότητα του αέρα που υπέβαλε η Ελληνική Δημοκρατία κατά την περίοδο από το 2005 έως το 2012 προέκυψε ότι η υπέρβαση της ημερήσιας οριακής τιμής που είχε καθοριστεί για τα ΑΣ10 με την οδηγία 2008/50 συνεχίστηκε μόνο στον οικισμό Θεσσαλονίκης (EL 0004).

25      Με συμπληρωματική αιτιολογημένη γνώμη της 17ης Οκτωβρίου 2014, η Επιτροπή έκρινε ότι η Ελληνική Δημοκρατία, παραλείποντας να μεριμνήσει ώστε να μην υπάρξει υπέρβαση κατά τα έτη από το 2005 έως το 2012 της ημερήσιας οριακής τιμής για τα ΑΣ10 στον οικισμό Θεσσαλονίκης (EL 0004) και μη λαμβάνοντας τα απαιτούμενα μέτρα για να διασφαλίσει ότι η περίοδος υπέρβασης θα είναι όσο το δυνατόν συντομότερη, δεν συμμορφώθηκε προς τις υποχρεώσεις που υπέχει από το άρθρο 13 της οδηγίας 2008/50, σε συνδυασμό με το παράρτημα XI αυτής, και από το άρθρο 23, παράγραφος 1, δεύτερο εδάφιο, σε συνδυασμό με το παράρτημα XV, τμήμα A, της εν λόγω οδηγίας.

26      Η Ελληνική Δημοκρατία απάντησε στη συμπληρωματική αιτιολογημένη γνώμη με επιστολή της 11ης Δεκεμβρίου 2014, ενημερώνοντας την Επιτροπή ότι στον οικισμό Θεσσαλονίκης (EL 0004) δεν είχαν σημειωθεί υπερβάσεις της ημερήσιας οριακής τιμής για τα ΑΣ10 το 2013.

27      Μολονότι παραδέχθηκε ότι η συμμόρφωση προς την τιμή αυτή είχε επιτευχθεί για το έτος 2013 στον εν λόγω οικισμό, η Επιτροπή διαπίστωσε, βάσει των εκθέσεων και στοιχείων που υπέβαλε η Ελληνική Δημοκρατία για τα επόμενα του 2013 έτη, ότι το εν λόγω κράτος μέλος δεν είχε ακόμη λάβει όλα τα αναγκαία μέτρα για να θέσει τέρμα στη συνεχιζόμενη παράβαση, δεδομένου ότι, αφενός μεν, συνεχιζόμενες υπερβάσεις της ημερήσιας οριακής τιμής για τα ΑΣ10 είχαν σημειωθεί εκ νέου κατά τα έτη από το 2014 έως το 2019, αφετέρου δε, ο αριθμός των ημερών υπέρβασης είχε μάλιστα αυξηθεί από το 2017.

28      Η Επιτροπή ζήτησε στις αρχές του 2020 να λάβει πλήρη ενημέρωση από τις ελληνικές αρχές σχετικά με τα μέτρα που είχαν ληφθεί, μετά την αποστολή της συμπληρωματικής αιτιολογημένης γνώμης, για τη μείωση των επιπέδων ρύπανσης από ΑΣ10 στον οικισμό Θεσσαλονίκης (EL 0004), με την αξιολόγηση των αντικτύπου των μέτρων αυτών, με την αξιολόγηση της επάρκειας των εν λόγω μέτρων για τη μείωση των επιπέδων ρύπανσης από ΑΣ10 στον ως άνω οικισμό και με τα τυχόν αναγκαία και/ή προγραμματισθέντα πρόσθετα μέτρα.

29      Η Ελληνική Δημοκρατία απάντησε με επιστολή της 19ης Ιουνίου 2020, αρκούμενη στο να ενημερώσει την Επιτροπή ότι, όσον αφορά την ημερήσια οριακή τιμή για τα ΑΣ10, στον οικισμό Θεσσαλονίκης (EL 0004) είχαν εντοπιστεί υπερβάσεις μόνο σε δύο σταθμούς παρακολούθησης, χωρίς ωστόσο να διευκρινίσει ποιες περιόδους αφορούσαν. Η Ελληνική Δημοκρατία δήλωσε επίσης ότι, εκτός από τα μέτρα που είχαν ήδη κοινοποιηθεί στην Επιτροπή με την απάντησή της στη συμπληρωματική αιτιολογημένη γνώμη, είχαν επίσης προγραμματιστεί ορισμένα πρόσθετα μέτρα.

30      Με επιστολή της 26ης Αυγούστου 2020, η Επιτροπή ζήτησε διευκρινίσεις όσον αφορά τη συμβολή των φυσικών πηγών, κατά την έννοια του άρθρου 20 της οδηγίας 2008/50, όπως, για παράδειγμα, της σκόνης Σαχάρας, στις υπερβάσεις της ημερήσιας οριακής τιμής για τα ΑΣ10 στον οικισμό Θεσσαλονίκης (EL 0004). Η Επιτροπή κάλεσε επίσης τις ελληνικές αρχές να υποβάλουν τυχόν επικαιροποιημένα στοιχεία σχετικά με τα μέτρα που ανακοινώθηκαν με την απάντησή τους της 11ης Δεκεμβρίου 2014 στη συμπληρωματική αιτιολογημένη γνώμη, προκειμένου να εξακριβωθεί αν τα εν λόγω μέτρα είχαν όλα εφαρμοστεί. Τέλος, στην περίπτωση που αυτό δεν συνέβαινε, τους ζήτησε να πληροφορηθεί ποιος είναι ο αναμενόμενος αντίκτυπος των μέτρων που δεν έχουν ακόμη εφαρμοστεί στα επίπεδα υπέρβασης της ημερήσιας οριακής τιμής για τα ΑΣ10 καθώς και πότε αναμένεται να εφαρμοστούν τα εν λόγω μέτρα.

31      Οι ελληνικές αρχές απάντησαν στην επιστολή αυτή στις 22 Σεπτεμβρίου 2020, διαβιβάζοντας στοιχεία για κάθε οικισμό, συμπεριλαμβανομένου του οικισμού Θεσσαλονίκης (EL 0004), για τα έτη από το 2010 έως το 2019, και διευκρίνισαν τη διαδικασία που θεσπίστηκε για την αξιολόγηση των επιπτώσεων των φυσικών πηγών στις υπερβάσεις της ημερήσιας οριακής τιμής για τα ΑΣ10.

32      Κατά την Επιτροπή, από τα στοιχεία που υπέβαλε η Ελληνική Δημοκρατία προέκυπτε ότι οι υπερβάσεις της ημερήσιας οριακής τιμής για τα ΑΣ10 εξακολούθησαν να υφίστανται στον εν λόγω οικισμό ακόμη και μετά την αφαίρεση της συμβολής των φυσικών πηγών στις υπερβάσεις αυτές. Ως εκ τούτου, η Επιτροπή θεώρησε ότι η παράβαση που διαπιστώθηκε με τη συμπληρωματική αιτιολογημένη γνώμη εξακολουθούσε να υφίσταται και ότι δεν είχαν ληφθεί κατάλληλα πρόσθετα μέτρα για να εξασφαλιστεί ότι οι διαπιστωθείσες υπερβάσεις θα τερματιστούν το συντομότερο δυνατόν.

33      Για τους λόγους αυτούς, η Επιτροπή έκρινε ότι η Ελληνική Δημοκρατία παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από την οδηγία 2008/50 και άσκησε την υπό κρίση προσφυγή.

Επί της προσφυγής

Επί της πρώτης αιτιάσεως, η οποία αφορά συστηματική και διαρκή παράβαση των διατάξεων του άρθρου 13, παράγραφος 1, σε συνδυασμό με το παράρτημα XI της οδηγίας 2008/50

Επιχειρήματα των διαδίκων

34      Με την πρώτη αιτίαση, η Επιτροπή υποστηρίζει ότι η Ελληνική Δημοκρατία παρέβη, κατά τρόπο συστηματικό και διαρκή, το άρθρο 13, παράγραφος 1, της οδηγίας 2008/50, σε συνδυασμό με το παράρτημά της XI, για τον λόγο ότι, όπως προκύπτει από τα στοιχεία που περιλαμβάνονται στις ετήσιες εκθέσεις για την ποιότητα του αέρα που υπέβαλε το εν λόγω κράτος μέλος σύμφωνα με το άρθρο 27 της οδηγίας, από το 2005 σημειώθηκαν σε τακτική βάση υπερβάσεις της ημερήσιας οριακής τιμής για τα ΑΣ10 στον οικισμό Θεσσαλονίκης (EL 0004).

35      Η Επιτροπή επισημαίνει συναφώς ότι το Δικαστήριο έχει επανειλημμένως κρίνει ότι η υπέρβαση των οριακών τιμών για τα ΑΣ10 αρκεί αφ’ εαυτής για να διαπιστωθεί παράβαση των εν λόγω διατάξεων.

36      Η Επιτροπή υπενθυμίζει επίσης την πάγια νομολογία του Δικαστηρίου κατά την οποία, στην περίπτωση που η προσφυγή αποσκοπεί στη διαπίστωση συστηματικής και διαρκούς παραβάσεως των υποχρεώσεων που απορρέουν από το άρθρο 13 της οδηγίας 2008/50, η προσκόμιση συμπληρωματικών στοιχείων που αποσκοπούν, κατά το στάδιο της διαδικασίας ενώπιον του Δικαστηρίου, στην απόδειξη του γενικού και διαρκούς χαρακτήρα τής με τον τρόπο αυτό προβαλλομένης παραβάσεως επιτρέπεται. Το Δικαστήριο έχει κρίνει ότι, στην περίπτωση αυτή, το αντικείμενο προσφυγής λόγω προβαλλόμενης διαρκούς παραβάσεως μπορεί να καλύψει και πραγματικά περιστατικά που έλαβαν χώρα μετά την αιτιολογημένη γνώμη, υπό την προϋπόθεση ότι είναι της ίδιας φύσεως με τα πραγματικά περιστατικά στα οποία αναφέρεται η αιτιολογημένη γνώμη και συνιστούν την ίδια συμπεριφορά. Επομένως, η Επιτροπή μπορεί να στηριχθεί και στα στοιχεία των ετήσιων εκθέσεων για την ποιότητα του αέρα που υπέβαλε η Ελληνική Δημοκρατία για τα έτη μετά το 2014, έτος κατά το οποίο η Επιτροπή εξέδωσε τη συμπληρωματική αιτιολογημένη γνώμη.

37      Η Επιτροπή εκτιμά, βάσει των αριθμητικών στοιχείων που περιέχονται στις εκθέσεις αυτές, ότι το εν λόγω κράτος μέλος δεν έχει εξασφαλίσει τη συμμόρφωση με την ημερήσια οριακή τιμή για τα ΑΣ10 –η οποία προβλεπόταν αρχικώς στο άρθρο 5, παράγραφος 1, της οδηγίας 1999/30 και, εν συνεχεία, στο άρθρο 13 της οδηγίας 2008/50– στον οικισμό Θεσσαλονίκης (EL 0004), τούτο δε από το 2005, οπότε κατέστη υποχρεωτική η συμμόρφωση με τις τιμές αυτές. Επομένως, εξ αυτού προκύπτει συστηματική και διαρκής παράβαση των υποχρεώσεων που απορρέουν από τις διατάξεις του άρθρου 13, παράγραφος 1, σε συνδυασμό με το παράρτημα XI της οδηγίας 2008/50.

38      Η ανωτέρω διαπίστωση δεν κλονίζεται από το γεγονός ότι στη διάρκεια του 2013 δεν σημειώθηκε υπέρβαση της οριακής αυτής τιμής. Η Επιτροπή υπογραμμίζει ότι, κατά τη νομολογία του Δικαστηρίου, οι υπερβάσεις των οριακών τιμών της οδηγίας θεωρούνται διαρκείς και συστηματικές, ακόμη και αν δεν παρατηρείται υπέρβαση κατά τη διάρκεια συγκεκριμένου έτους, εφόσον προηγούνται ή έπονται του έτους αυτού ένα ή περισσότερα έτη κατά τα οποία σημειώθηκαν υπερβάσεις των εν λόγω τιμών.

39      Τούτο συμβαίνει εν προκειμένω, δεδομένου ότι κατά τη διάρκεια των οκτώ συνεχόμενων ετών που προηγούνται του 2013, ήτοι από το 2005 έως το 2012, καθώς και κατά τη διάρκεια των έξι ετών που έπονται του 2013 διαπιστώθηκαν υπερβάσεις. Εντούτοις, η Επιτροπή επισημαίνει ότι δεν μπορεί να καταλήξει σε συμπέρασμα σχετικά με ενδεχόμενη υπέρβαση της ημερήσιας οριακής τιμής για τα ΑΣ10 κατά τα έτη 2015 και 2016, στο μέτρο που τα σχετικά με τα έτη αυτά στοιχεία υποβλήθηκαν το πρώτον την άνοιξη του 2020 και εξακολουθούν να μην είναι σε μορφή που καθιστά δυνατή την επαλήθευσή τους. Ως εκ τούτου, η υπό κρίση προσφυγή δεν περιλαμβάνει τα εν λόγω έτη, χωρίς, ωστόσο, αυτό να θέτει υπό αμφισβήτηση τον συστηματικό και διαρκή χαρακτήρα της παράβασης. Επιπλέον, η Επιτροπή επισημαίνει ότι η Ελληνική Δημοκρατία δεν ισχυρίστηκε ότι τα στοιχεία που υποβλήθηκαν καθυστερημένα για τα ίδια έτη αποδεικνύουν τη συμμόρφωση με την ημερήσια οριακή τιμή για τα ΑΣ10.

40      Η Επιτροπή διευκρινίζει ότι, ακόμη και αν, μετά από αξιολόγηση των στοιχείων που αφορούν τα έτη 2015 και 2016, έπρεπε να συναχθεί το συμπέρασμα ότι δεν διαπιστώθηκαν υπερβάσεις της εν λόγω ημερήσιας οριακής τιμής για κανένα από τα δύο έτη, εντούτοις, η συνολική διάρκεια της περιόδου παράβασης των υποχρεώσεων που απορρέουν από το άρθρο 13 της οδηγίας 2008/50 (ήτοι από το έτος 2005 μέχρι το έτος 2019, με εξαίρεση το έτος 2013 και ενδεχομένως τα έτη 2015 και 2016), αλλά και το γεγονός ότι οι υπερβάσεις άρχισαν να αυξάνονται εκ νέου από το έτος 2017, αποδεικνύουν ότι η Ελληνική Δημοκρατία εξακολουθεί να μην έχει συμμορφωθεί με τις υποχρεώσεις που απορρέουν από την εν λόγω οδηγία.

41      Κατά την Επιτροπή, η υπέρβαση της ημερήσιας οριακής τιμής για τα ΑΣ10 δεν μπορεί να δικαιολογηθεί από την ενδεχόμενη συμβολή των φυσικών πηγών στα επίπεδα συγκέντρωσης των εν λόγω μικροσωματιδίων.

42      Εν πάση περιπτώσει, κατά την Επιτροπή, τα στοιχεία που υπέβαλε η Ελληνική Δημοκρατία αποδεικνύουν ότι οι υπερβάσεις της ημερήσιας οριακής τιμής για τα ΑΣ10 εξακολουθούν να υφίστανται στον οικισμό Θεσσαλονίκης (EL 0004), ακόμη και μετά την αφαίρεση της ενδεχόμενης συμβολής των φυσικών πηγών.

43      Ως εκ τούτου, η Επιτροπή υποστηρίζει ότι από τις πληροφορίες που παρέσχε η Ελληνική Δημοκρατία για τα έτη 2005 έως 2019 όσον αφορά τον οικισμό Θεσσαλονίκης (EL 0004) προκύπτει ότι δεν μπορεί να συναχθεί ότι η παράβαση των υποχρεώσεων που απορρέουν από το άρθρο 13 της οδηγίας 2008/50 έπαυσε ή ότι θα παύσει όντως στο εγγύς μέλλον.

44      Η Ελληνική Δημοκρατία υπενθυμίζει, καταρχάς, τις δυσχέρειες που αντιμετώπισαν πολλά κράτη μέλη για τη συμμόρφωση προς τις διατάξεις της οδηγίας 2008/50 και εκφράζει την έκπληξή της για την υπό κρίση προσφυγή, η οποία εστιάζει σε υπερβάσεις της ημερήσιας οριακής τιμής για τα ΑΣ10 που διαπιστώθηκαν σε δύο μόνο σταθμούς παρακολούθησης στον οικισμό Θεσσαλονίκης (EL 0004), γεγονός που δεν μπορεί να είναι αντιπροσωπευτικό για την ποιότητα του ατμοσφαιρικού αέρα στον εν λόγω οικισμό. Λαμβανομένων υπόψη των θετικών αποτελεσμάτων που επιτεύχθηκαν, λόγω διαφόρων ληφθέντων μέτρων, τόσο στο σύνολο των λοιπών περιοχών που αποτελούσαν, αρχικώς, αντικείμενο της διαδικασίας λόγω παραβάσεως, όσο και εντός του οικισμού Θεσσαλονίκης (EL 0004), οι υπερβάσεις επρόκειτο να παύσουν και στους δύο αυτούς σταθμούς.

45      Συναφώς, η Ελληνική Δημοκρατία υπογραμμίζει καταρχάς ότι, από το 2012, δεν σημειώθηκε καμία υπέρβαση της μέσης ετήσιας οριακής τιμής για τα ΑΣ10 στον οικισμό Θεσσαλονίκης (EL 0004). Σε όλες τις θέσεις μέτρησης του εν λόγω οικισμού, οι μετρούμενες συγκεντρώσεις των ΑΣ10 για το 2020 δεν παρουσιάζουν υπέρβαση της εν λόγω οριακής τιμής, ακόμη και χωρίς την αφαίρεση της συμβολής της σκόνης Σαχάρας.

46      Επιπλέον, η Ελληνική Δημοκρατία υποστηρίζει ότι υπάρχει σαφής τάση μείωσης του αριθμού ημερών με υπέρβαση της ημερήσιας οριακής τιμής για τα ΑΣ10 στον επίμαχο οικισμό. Επομένως, δεν τεκμηριώνεται η προβαλλόμενη με την προσφυγή της Επιτροπής αιτίαση ότι δεν υπάρχει καμία ένδειξη που θα της επέτρεπε να καταλήξει στο συμπέρασμα ότι η παράβαση των υποχρεώσεων που απορρέουν από το άρθρο 13 της οδηγίας 2008/50 θα παύσει όντως στο εγγύς μέλλον, επειδή η εν λόγω τάση είναι επαρκής, ώστε να επιτευχθεί η οριακή αυτή τιμή.

47      Η Ελληνική Δημοκρατία επισημαίνει περαιτέρω ότι το έτος 2020 ήταν μια ιδιαίτερη χρονιά, λόγω της πανδημίας της COVID‑19. Συγκεκριμένα, αφενός, τα περιοριστικά μέτρα που ελήφθησαν στην κυκλοφορία λόγω της πανδημίας επηρέασαν τις εκπομπές ΑΣ10 από την οδική κυκλοφορία, αφετέρου, όμως, το μεγαλύτερο διάστημα παραμονής του πληθυσμού εντός της οικίας του επηρέασε τις εκπομπές από τη θέρμανση οι οποίες συμβάλλουν σημαντικά στις συγκεντρώσεις ΑΣ10. Στο πλαίσιο αυτό, πρέπει επίσης να ληφθεί υπόψη η βαθιά ύφεση της οικονομίας στη διάρκεια των τελευταίων ετών, μετά την οποία οι παρατηρούμενες συγκεντρώσεις ΑΣ10 και οι υπερβάσεις της ημερήσιας οριακής τιμής για τις συγκεντρώσεις αυτές δεν έχουν επανέλθει στα προ κρίσης επίπεδα.

48      Επιπροσθέτως, η Ελληνική Δημοκρατία υποστηρίζει ότι η διακύμανση των μετεωρολογικών συνθηκών, από έτος σε έτος, μπορεί να επηρεάσει σημαντικά το επίπεδο ρύπανσης και το επίπεδο των υπερβάσεων των οριακών τιμών για τα ΑΣ10. Συναφώς, το εν λόγω κράτος μέλος υποστηρίζει ότι από τα στοιχεία που προσκομίζει προκύπτει ότι οι υπερβάσεις της ημερήσιας οριακής τιμής για τα ΑΣ10 σημειώνονται σε ποσοστό μεγαλύτερο του 90 % κατά την ψυχρή περίοδο του έτους, ήτοι από τον Οκτώβριο έως τον Μάρτιο, επειδή, κατά την περίοδο αυτή, προστίθενται και οι εκπομπές από τη θέρμανση (πετρέλαιο και βιομάζα).

49      Με το υπόμνημά της απαντήσεως, η Επιτροπή επισημαίνει ότι τα στοιχεία για τα έτη 2015 και 2016 είναι πλέον διαθέσιμα, αφού επικυρώθηκαν και δημοσιοποιήθηκαν στις 18 Μαρτίου 2021. Από τα στοιχεία αυτά προκύπτει ότι δεν υπάρχει υπέρβαση της ημερήσιας οριακής τιμής για τα ΑΣ10 στον οικισμό Θεσσαλονίκης (EL 0004) για το έτος 2015, αλλά ότι υπάρχει υπέρβαση για το έτος 2016. Ως εκ τούτου, συμπληρωματικώς προς τα στοιχεία που γνωστοποίησε η Ελληνική Δημοκρατία, τα οποία παρατίθενται στο δικόγραφο της προσφυγής, διαπιστώνεται ότι, όσον αφορά τα έτη 2013 και 2015, δεν σημειώθηκε υπέρβαση της ημερήσιας οριακής τιμής, ενώ, όσον αφορά το έτος 2016, σημειώθηκε υπέρβαση της εν λόγω οριακής τιμής.

50      Στο πλαίσιο αυτό, η Επιτροπή διευκρινίζει ότι η εκ μέρους της Ελληνικής Δημοκρατίας παραπομπή στα σχετικά με το έτος 2020 στοιχεία δεν μπορεί να ληφθεί υπόψη στο μέτρο που, κατά την ημερομηνία καταθέσεως του υπομνήματος απαντήσεως, δεν ήταν ακόμη διαθέσιμα τα επικυρωμένα στοιχεία σχετικά με τη συμμόρφωση με την ημερήσια οριακή τιμή για τα ΑΣ10 όσον αφορά το εν λόγω έτος.

51      Μολονότι η Ελληνική Δημοκρατία ισχυρίζεται ότι τα στοιχεία δύο και μόνο σταθμών δειγματοληψίας δεν είναι αντιπροσωπευτικά, η Επιτροπή υποστηρίζει ότι, κατά τη νομολογία του Δικαστηρίου, δεν υφίσταται όριο «de minimis» όσον αφορά τον αριθμό των ζωνών στις οποίες διαπιστώνονται υπερβάσεις των οριακών τιμών για τα ΑΣ10 ή τον αριθμό των σταθμών παρακολούθησης μιας συγκεκριμένης ζώνης όπου έχουν καταγραφεί τέτοιες υπερβάσεις. Ως εκ τούτου, κατά την Επιτροπή, σύμφωνα με τη νομολογία του Δικαστηρίου, το άρθρο 13, παράγραφος 1, και το άρθρο 23, παράγραφος 1, της οδηγίας 2008/50 έχουν την έννοια ότι, προκειμένου να διαπιστωθεί υπέρβαση οριακής τιμής καθοριζόμενης στο παράρτημα XI της οδηγίας, αρκεί να μετρηθεί επίπεδο ρύπανσης ανώτερο της τιμής αυτής σε ένα και μόνο σημείο δειγματοληψίας.

52      Απαντώντας στο επιχείρημα της Ελληνικής Δημοκρατίας σχετικά με τα θετικά αποτελέσματα που είχαν τα μέτρα που ελήφθησαν για τον οικισμό Θεσσαλονίκης (EL 0004), η Επιτροπή παρατηρεί ότι ο αριθμός των ημερών υπέρβασης της ημερήσιας οριακής τιμής για τα ΑΣ10 στον οικισμό αυτό αυξήθηκε, πάντως, από το 2017, γεγονός που αποδεικνύει ότι τα μέτρα αυτά δεν ήταν αποτελεσματικά.

53      Επιπλέον, αντικρούοντας τις εκτιμήσεις που ανέπτυξε συναφώς η Ελληνική Δημοκρατία, η Επιτροπή υπογραμμίζει ότι η προσφυγή δεν αφορά υπερβάσεις της μέσης ετήσιας οριακής τιμής για τα ΑΣ10, αλλά υπερβάσεις της ημερήσιας οριακής τιμής που έχει καθοριστεί για τα ΑΣ10 στον οικισμό Θεσσαλονίκης (EL 0004). Κατά συνέπεια, η επίκληση στοιχείων σχετικών με τη μέση ετήσια οριακή τιμή για την αντίκρουση του πρώτου λόγου της προσφυγής είναι ομοίως αλυσιτελής.

54      Επικαλούμενη την πάγια νομολογία του Δικαστηρίου, η Επιτροπή αντικρούει επίσης τα επιχειρήματα της Ελληνικής Δημοκρατίας που στηρίζονται στις επιπτώσεις των μετεωρολογικών συνθηκών στη διακύμανση των επιπέδων ρύπανσης και των υπερβάσεων των οριακών τιμών που προβλέπονται στο παράρτημα XI της οδηγίας 2008/50.

55      Η Ελληνική Δημοκρατία, με το υπόμνημα ανταπαντήσεως, υποστηρίζει ότι οι αρμόδιες ελληνικές αρχές συνεχίζουν να σχεδιάζουν και να υλοποιούν μέτρα, με στόχο τη μείωση των εκπεμπόμενων ρύπων και τη βελτίωση της ποιότητας του ατμοσφαιρικού αέρα.

56      Η Ελληνική Δημοκρατία επισημαίνει ότι στις 2 Απριλίου 2021 δημοσιεύθηκε πρόσκληση υποβολής προτάσεων για την πραγματοποίηση αναλυτικής μελέτης για το έργο «Εκπόνηση Επιχειρησιακού Σχεδίου αντιμετώπισης της ατμοσφαιρικής ρύπανσης στην Περιφέρεια Κεντρικής Μακεδονίας», με στόχο την αντιμετώπιση των υπερβάσεων των συγκεντρώσεων ΑΣ10 στον οικισμό Θεσσαλονίκης (EL 0004), η οποία θα περιέχει όλες τις πληροφορίες που απαιτούνται από το άρθρο 23 της οδηγίας 2008/50, και ότι η σχετική διαγωνιστική διαδικασία είναι σε εξέλιξη.

Εκτίμηση του Δικαστηρίου

57      Με την πρώτη αιτίαση, η Επιτροπή προβάλλει, όπως διευκρίνισε με το υπόμνημα απαντήσεως, ότι η Ελληνική Δημοκρατία, από την 1η Ιανουαρίου 2005 έως και το 2019, παρέβη, κατά τρόπο συστηματικό και διαρκή τις υποχρεώσεις που υπέχει από τις διατάξεις του άρθρου 13, παράγραφος 1, σε συνδυασμό με το παράρτημα XI της οδηγίας 2008/50 όσον αφορά τη συμμόρφωση με την ημερήσια οριακή τιμή για τα ΑΣ10 στον οικισμό Θεσσαλονίκης (EL 0004).

58      Προκαταρκτικώς, επισημαίνεται, πρώτον, ότι, στο μέτρο που τμήμα της περιόδου αυτής προηγείται της ημερομηνίας κατά την οποία τα κράτη μέλη όφειλαν να θέσουν σε ισχύ τις αναγκαίες νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις προκειμένου να συμμορφωθούν προς την εν λόγω οδηγία, η οποία ορίστηκε στις 11 Ιουνίου 2010, ή ακόμη και της ημερομηνίας έναρξης ισχύος της οδηγίας στις 11 Ιουνίου 2008, οι αιτιάσεις που αντλούνται από τις εν λόγω διατάξεις είναι παραδεκτές και όσον αφορά την περίοδο από την 1η Ιανουαρίου 2005 έως τις 11 Ιουνίου 2010, δεδομένου ότι οι υποχρεώσεις που προβλέπουν οι διατάξεις αυτές απορρέουν από την οδηγία 1999/30, η οποία αντικαταστάθηκε από την οδηγία 2008/50, και συγκεκριμένα από τις διατάξεις του άρθρου 5 της οδηγίας 1999/30 σε συνδυασμό με εκείνες του παραρτήματος ΙΙΙ αυτής [απόφαση της 10ης Νοεμβρίου 2020, Επιτροπή κατά Ιταλίας (Οριακές τιμές – ΑΣ10), C‑644/18, EU:C:2020:895, σκέψη 65 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία].

59      Δεύτερον, προκειμένου να τεκμηριώσει τον γενικό και διαρκή χαρακτήρα της διαπιστωθείσας παράβασης στον οικισμό Θεσσαλονίκης (EL 0004), η Επιτροπή στηρίζεται, με το δικόγραφο της προσφυγής της, στα στοιχεία που κοινοποίησε η Ελληνική Δημοκρατία σχετικά με την ποιότητα του αέρα για την περίοδο των ετών 2005 έως 2014 και 2017 έως 2019. Μολονότι, επομένως, τα στοιχεία που αφορούν τα μεταγενέστερα του 2012 έτη, τα οποία υπέβαλε στην Επιτροπή η Ελληνική Δημοκρατία μετά τη λήξη της ταχθείσας με τη συμπληρωματική αιτιολογημένη γνώμη προθεσμίας, ήτοι μετά τις 17 Δεκεμβρίου 2014, συνιστούν πραγματικά περιστατικά μεταγενέστερα της ημερομηνίας αυτής, εντούτοις, γεγονός παραμένει ότι είναι της ίδιας φύσης και συνιστούν την ίδια συμπεριφορά με τα περιστατικά στα οποία αναφέρεται η αιτιολογημένη γνώμη, οπότε το αντικείμενο της υπό κρίση προσφυγής μπορεί να καλύψει τα πραγματικά περιστατικά που έλαβαν χώρα μετά την εν λόγω ημερομηνία [πρβλ. απόφαση της 10ης Νοεμβρίου 2020, Επιτροπή κατά Ιταλίας (Οριακές τιμές – ΑΣ10), C‑644/18, EU:C:2020:895, σκέψη 66 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία].

60      Τρίτον, δεν αμφισβητείται από τους διαδίκους ότι η ημερήσια οριακή τιμή για τα ΑΣ10 τηρήθηκε το 2013 στον οικισμό Θεσσαλονίκης (EL 0004). Επιπλέον, η Επιτροπή, με το δικόγραφο της προσφυγής της, διευκρίνισε ότι η προσφυγή της δεν αφορά τα έτη 2015 και 2016, δεδομένου ότι, κατά τον χρόνο κατάθεσης του σχετικού δικογράφου, δεν είχε ακόμη στη διάθεσή της στοιχεία σχετικά με τα έτη αυτά των οποίων η επαλήθευση να είναι δυνατή.

61      Τέταρτον, επισημαίνεται ότι ούτε τα στοιχεία σχετικά με τη συμμόρφωση με την ετήσια οριακή τιμή για τα ΑΣ10 ούτε η αναφορά στο έτος 2020, το οποίο χαρακτηρίστηκε από την πανδημία της COVID‑19, στοιχεία τα οποία επικαλείται και αναφορά στην οποία προβαίνει η Ελληνική Δημοκρατία, είναι κρίσιμα, προκειμένου να κριθεί το βάσιμο της πρώτης αιτιάσεως, δεδομένου ότι η αιτίαση αυτή αφορά, όπως προκύπτει από τη σκέψη 60 της παρούσας αποφάσεως, μόνον τις υπερβάσεις της ημερήσιας οριακής τιμής για τα ΑΣ10 κατά την περίοδο των ετών 2005 έως και 2019, με εξαίρεση τα έτη 2013, 2015 και 2016.

62      Κατόπιν αυτών των προκαταρκτικών διευκρινίσεων, υπενθυμίζεται ότι η οδηγία 2008/50, κατά το άρθρο 1, σημείο 1, αυτής, θεσπίζει μέτρα που αποσκοπούν στον προσδιορισμό και στον καθορισμό των στόχων για την ποιότητα του ατμοσφαιρικού αέρα, ώστε να αποφεύγονται, να προλαμβάνονται ή να μειώνονται οι επιβλαβείς συνέπειες στην ανθρώπινη υγεία και στο σύνολο του περιβάλλοντος. Στο πλαίσιο αυτό, το άρθρο 13, παράγραφος 1, της οδηγίας προβλέπει ότι τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε τα επίπεδα, μεταξύ άλλων, των ΑΣ10 στον ατμοσφαιρικό αέρα να μην υπερβαίνουν, στο σύνολο των ζωνών και των οικισμών τους, τις οριακές τιμές που καθορίζονται στο παράρτημα XI της οδηγίας [απόφαση της 10ης Νοεμβρίου 2020, Επιτροπή κατά Ιταλίας (Οριακές τιμές – ΑΣ10), C‑644/18, EU:C:2020:895, σκέψη 69].

63      Υπενθυμίζεται ότι η αιτίαση που αφορά παράβαση της υποχρέωσης του άρθρου 13 της οδηγίας 2008/50 πρέπει να εκτιμηθεί λαμβανομένης υπόψη της πάγιας νομολογίας κατά την οποία η διαδικασία του άρθρου 258 ΣΛΕΕ στηρίζεται στην αντικειμενική διαπίστωση της μη τήρησης, εκ μέρους κράτους μέλους, των υποχρεώσεων που υπέχει από τη Συνθήκη ΛΕΕ ή από πράξη του παράγωγου δικαίου [απόφαση της 10ης Νοεμβρίου 2020, Επιτροπή κατά Ιταλίας (Οριακές τιμές – ΑΣ10), C‑644/18, EU:C:2020:895, σκέψη 70 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία].

64      Το Δικαστήριο έχει επανειλημμένως τονίσει ότι η υπέρβαση των οριακών τιμών για τους ρύπους στον ατμοσφαιρικό αέρα αρκεί αφ’ εαυτής για να διαπιστωθεί παράβαση των διατάξεων του άρθρου 13, παράγραφος 1, σε συνδυασμό με το παράρτημα XI της οδηγίας 2008/50 [απόφαση της 10ης Νοεμβρίου 2020, Επιτροπή κατά Ιταλίας (Οριακές τιμές – ΑΣ10), C‑644/18, EU:C:2020:895, σκέψη 71 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία].

65      Εν προκειμένω, από τα στοιχεία που προκύπτουν από τις πληροφορίες που κοινοποιήθηκαν στο κοινό σύμφωνα με το άρθρο 8 της οδηγίας 1999/30, καθώς και από τις ετήσιες εκθέσεις για την ποιότητα του αέρα που υπέβαλε η Ελληνική Δημοκρατία στην Επιτροπή βάσει του άρθρου 27 της οδηγίας 2008/50 προκύπτει ότι από το 2005 έως το 2014 και από το 2017 έως το 2019, με εξαίρεση το έτος 2013, σημειώθηκε σε τακτική βάση υπέρβαση της ημερήσιας οριακής τιμής για τα ΑΣ10, η οποία είχε οριστεί σε 50 μg/m³, περισσότερο από 35 φορές ανά ημερολογιακό έτος στον οικισμό Θεσσαλονίκης (EL 0004).

66      Από τα στοιχεία αυτά προκύπτει ότι σημειώθηκε υπέρβαση της ημερήσιας οριακής τιμής από 39 έως 121 φορές ανά οικείο έτος, όπερ αντιστοιχεί σε ποσοστό υπέρβασης που κυμαίνεται από άνω του 10 % για το έτος 2017 έως σχεδόν 246 % για το έτος 2006. Αν και διαπιστώνεται σημαντική μείωση του αριθμού των ημερών υπέρβασης μεταξύ του 2008 (105 ημέρες) και του 2009 (39 ημέρες), εντούτοις, παρατηρείται αύξηση μεγαλύτερη του 100 % του αριθμού αυτού ημερών για το 2010, η δε ανοδική τάση συνεχίζεται, αν και λιγότερο έντονη, μέχρι το 2012. Το 2014 ο αριθμός των ημερών υπέρβασης μειώθηκε κατά 50 % περίπου σε σχέση με το 2012. Μετά από νέα μείωση, το 2017, σε 39 ημέρες υπέρβασης της εν λόγω οριακής τιμής, διαπιστώνεται ανοδική τάση μέχρι το 2019, έτος κατά το οποίο οι ημέρες υπέρβασης της οριακής αυτής τιμής ανήλθαν σε 67.

67      Υπό τις προεκτεθείσες περιστάσεις, για να μη διαπιστωθεί συστηματική και διαρκής παράβαση των διατάξεων του άρθρου 13 της οδηγίας 2008/50 σε συνδυασμό με το παράρτημα XI αυτής δεν αρκεί να μην υπήρξε υπέρβαση της προβλεπόμενης με τις διατάξεις αυτές ημερήσιας οριακής τιμής κατά τη διάρκεια ορισμένων ετών εντός της περιόδου την οποία αφορά η προσφυγή. Πράγματι, όπως προκύπτει από τον ίδιο τον ορισμό της «οριακής τιμής» στο άρθρο 2, σημείο 5, της οδηγίας 2008/50, η οριακή τιμή πρέπει, προκειμένου να αποφεύγονται, να προλαμβάνονται ή να μειώνονται οι επιβλαβείς συνέπειες για την ανθρώπινη υγεία και/ή το περιβάλλον στο σύνολό του, να επιτυγχάνεται εντός δεδομένης προθεσμίας χωρίς να σημειώνονται στη συνέχεια υπερβάσεις της. Εν προκειμένω, η Ελληνική Δημοκρατία όφειλε να τηρήσει τις οριακές τιμές που καθορίστηκαν με τις διατάξεις αυτές από την 1η Ιανουαρίου 2005 [πρβλ. απόφαση της 10ης Νοεμβρίου 2020, Επιτροπή κατά Ιταλίας (Οριακές τιμές – ΑΣ10), C‑644/18, EU:C:2020:895, σκέψη 75].

68      Επομένως, το γεγονός ότι, στον οικισμό Θεσσαλονίκης (EL 0004), υπήρξε συμμόρφωση με την ημερήσια οριακή τιμή για τα ΑΣ10 το 2013 δεν αρκεί για να μη διαπιστωθεί συστηματική και διαρκής παράβαση των διατάξεων του άρθρου 13 σε συνδυασμό με το παράρτημα XI της οδηγίας 2008/50, δεδομένου ότι τόσο κατά την προηγηθείσα του έτους 2013 περίοδο όσο και κατά την περίοδο που έπεται του έτους αυτού, ήτοι στη διάρκεια του 2014 και από το 2017 έως το 2019, δεν υπήρξε συμμόρφωση με την εν λόγω τιμή. Το ίδιο ισχύει και για τα έτη 2015 και 2016, τα οποία δεν αποτελούν αντικείμενο της υπό κρίση προσφυγής, τούτο δε κατά μείζονα λόγο καθόσον η Ελληνική Δημοκρατία δεν αμφισβήτησε, με το υπόμνημά της ανταπαντήσεως, τα αριθμητικά στοιχεία που προσκόμισε η Επιτροπή με το υπόμνημα απαντήσεως, σύμφωνα με τα οποία, αν και υπήρξε συμμόρφωση με την ημερήσια οριακή τιμή για τα ΑΣ10 στον οικισμό Θεσσαλονίκης (EL 0004) το 2015, εντούτοις, σημειώθηκε εκ νέου υπέρβαση της εν λόγω τιμής το 2016.

69      Από τα ανωτέρω προκύπτει ότι οι ούτω διαπιστωθείσες υπερβάσεις της ημερήσιας οριακής τιμής, η οποία έχει καθοριστεί για τα ΑΣ10 σε 50 μg/m³ και της οποίας δεν πρέπει να γίνεται υπέρβαση περισσότερες από 35 φορές ανά ημερολογιακό έτος, πρέπει να θεωρηθούν συστηματικές και διαρκείς, η δε Επιτροπή δεν υποχρεούται να προσκομίσει συναφώς συμπληρωματικές αποδείξεις [απόφαση της 10ης Νοεμβρίου 2020, Επιτροπή κατά Ιταλίας (Οριακές τιμές – ΑΣ10), C‑644/18, EU:C:2020:895, σκέψη 76].

70      Η Ελληνική Δημοκρατία υποστηρίζει ότι από το 2005 υπάρχει σαφής τάση μείωσης των υπερβάσεων της ημερήσιας οριακής τιμής για τα ΑΣ10 στον οικισμό Θεσσαλονίκης (EL 0004). Επιπλέον, από το 2013 εξακολούθησαν να παρατηρούνται υπερβάσεις μόνο σε δύο σημεία δειγματοληψίας στον οικισμό αυτό, ήτοι στα σημεία «Αγία Σοφία» (EL 0018A) και «Κορδελιό» (EL 0020A), τα οποία, εξάλλου, δεν είναι αντιπροσωπευτικά της ποιότητας του αέρα στη Θεσσαλονίκη.

71      Συναφώς, αφενός, ακόμη και αν από τα διαθέσιμα στοιχεία προέκυπτε, όπως υποστηρίζει η Ελληνική Δημοκρατία, τάση μείωσης των υπερβάσεων της ημερήσιας οριακής τιμής για τα ΑΣ10, γεγονός το οποίο δεν επιβεβαιώνεται από τα πραγματικά στοιχεία που εκτίθενται στη σκέψη 66 της παρούσας αποφάσεως, πρέπει, ωστόσο, να υπομνησθεί ότι, κατά πάγια νομολογία, μια παράβαση μπορεί να εξακολουθεί να είναι συστηματική και διαρκής, ακόμη και αν από τα συλλεγέντα στοιχεία προκύπτει ενδεχομένως μερική πτωτική τάση, η οποία ωστόσο δεν συνεπάγεται συμμόρφωση του οικείου κράτους μέλους προς τις οριακές τιμές που οφείλει να τηρεί [απόφαση της 10ης Νοεμβρίου 2020, Επιτροπή κατά Ιταλίας (Οριακές τιμές – ΑΣ10), C‑644/18, EU:C:2020:895, σκέψη 77 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία]. Εν προκειμένω, όμως, σημειώθηκε υπέρβαση της ημερήσιας οριακής τιμής για τα ΑΣ10 περισσότερες από 35 φορές στον οικισμό Θεσσαλονίκης (EL 0004) για έκαστο των ετών 2005 έως 2012, 2014 και 2017 έως 2019.

72      Αφετέρου, υπενθυμίζεται ότι, όπως αναφέρθηκε στη σκέψη 64 της παρούσας αποφάσεως, κατά πάγια νομολογία, η υπέρβαση των οριακών τιμών για τους ρύπους στον ατμοσφαιρικό αέρα αρκεί αφ’ εαυτής για να διαπιστωθεί παράβαση των διατάξεων του άρθρου 13, παράγραφος 1, σε συνδυασμό με το παράρτημα XI της οδηγίας 2008/50.

73      Επιπλέον, η ύπαρξη παράβασης των εν λόγω διατάξεων εξετάζεται σε επίπεδο ζωνών και οικισμών, η δε υπέρβαση πρέπει να εξετάζεται για κάθε ζώνη ή οικισμό βάσει των καταγραφών που πραγματοποιούνται σε κάθε σημείο δειγματοληψίας. Το Δικαστήριο έχει κρίνει, συναφώς, ότι το άρθρο 13, παράγραφος 1, της οδηγίας 2008/50 πρέπει να ερμηνεύεται σε συνάρτηση με τη γενική οικονομία και τον σκοπό της κανονιστικής ρύθμισης στην οποία εντάσσεται η διάταξη αυτή, υπό την έννοια ότι, προκειμένου να διαπιστωθεί υπέρβαση οριακής τιμής καθοριζόμενης στο παράρτημα XI της οδηγίας αυτής σε περίοδο μέσου όρου διάρκειας ενός ημερολογιακού έτους, αρκεί να μετρηθεί επίπεδο ρύπανσης ανώτερο της τιμής αυτής σε ένα και μόνο σημείο δειγματοληψίας [πρβλ. απόφαση της 10ης Νοεμβρίου 2020, Επιτροπή κατά Ιταλίας (Οριακές τιμές – ΑΣ10), C‑644/18, EU:C:2020:895, σκέψη 96 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία].

74      Κατά συνέπεια, δεν υφίσταται όριο «de minimis» όσον αφορά τον αριθμό των σημείων δειγματοληψίας σε συγκεκριμένη ζώνη ή οικισμό στα οποία μπορεί να διαπιστωθεί υπέρβαση [πρβλ. απόφαση της 10ης Νοεμβρίου 2020, Επιτροπή κατά Ιταλίας (Οριακές τιμές – ΑΣ10), C‑644/18, EU:C:2020:895, σκέψη 97 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία].

75      Επιπροσθέτως, όσον αφορά το επιχείρημα της Ελληνικής Δημοκρατίας ότι πολλά κράτη μέλη αντιμετώπισαν δυσχέρειες για τη συμμόρφωση προς τις διατάξεις της οδηγίας 2008/50, αρκεί η διαπίστωση ότι η παράλειψη άλλου κράτους μέλους να συμμορφωθεί με τις υποχρεώσεις του δεν δύναται να απαλλάξει την Ελληνική Δημοκρατία από την ευθύνη για τη μη συμμόρφωση με τις υποχρεώσεις που υπέχει από τις διατάξεις του άρθρου 13, παράγραφος 1, σε συνδυασμό με το παράρτημα XI της οδηγίας αυτής [πρβλ. απόφαση της 3ης Ιουνίου 2021, Επιτροπή κατά Γερμανίας (Οριακές τιμές – NO2), C‑635/18, μη δημοσιευθείσα, EU:C:2021:437, σκέψη 89 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία].

76      Ομοίως πρέπει να απορριφθεί το επιχείρημα της Ελληνικής Δημοκρατίας ότι πρέπει να ληφθεί υπόψη το γεγονός ότι οι μετεωρολογικές συνθήκες επηρεάζουν σημαντικά το επίπεδο ρύπανσης και ότι οι περισσότερες υπερβάσεις της ημερήσιας οριακής τιμής για τα ΑΣ10 σημειώνονται κατά την ψυχρή περίοδο, ήτοι κατά την έναρξη και τη λήξη του ημερολογιακού έτους. Συναφώς, υπενθυμίζεται ότι από πάγια νομολογία προκύπτει ότι οι ιδιαίτερα δυσμενείς για τη διασπορά των ρύπων τοπογραφικές και κλιματικές ιδιαιτερότητες τις οποίες ενδεχομένως εμφανίζουν οι οικείες ζώνες και οικισμοί δεν μπορούν να απαλλάξουν το οικείο κράτος μέλος από την ευθύνη για την υπέρβαση των οριακών τιμών για τα ΑΣ10, αλλά, αντιθέτως, συνιστούν στοιχεία τα οποία, όπως προκύπτει από το σημείο 2, στοιχεία γʹ και δʹ, του μέρους Α του παραρτήματος XV της οδηγίας 2008/50, πρέπει να λαμβάνονται υπόψη στο πλαίσιο των σχεδίων για την ποιότητα του αέρα τα οποία το κράτος μέλος οφείλει να εκπονήσει, δυνάμει του άρθρου 23 της ίδιας οδηγίας, για τις συγκεκριμένες ζώνες και οικισμούς προκειμένου να επιτύχει την οριακή τιμή σε περίπτωση υπέρβασης [απόφαση της 10ης Νοεμβρίου 2020, Επιτροπή κατά Ιταλίας (Οριακές τιμές – ΑΣ10), C‑644/18, EU:C:2020:895, σκέψη 89].

77      Από τα προεκτεθέντα προκύπτει ότι η πρώτη αιτίαση πρέπει να γίνει δεκτή.

Επί της δεύτερης αιτιάσεως, η οποία αφορά παράβαση του άρθρου 23, παράγραφος 1, της οδηγίας 2008/50, σε συνδυασμό με το παράρτημα XV αυτής

Επιχειρήματα των διαδίκων

78      Με τη δεύτερη αιτίασή της, η Επιτροπή υποστηρίζει ότι η Ελληνική Δημοκρατία παρέβη, από τις 11 Ιουνίου 2010, τις υποχρεώσεις που υπέχει από το άρθρο 23, παράγραφος 1, της οδηγίας 2008/50, σε συνδυασμό με το τμήμα A του παραρτήματος XV της οδηγίας και, ειδικότερα, την υποχρέωση που προβλέπει το άρθρο 23, παράγραφος 1, δεύτερο εδάφιο, της οδηγίας, καθόσον το εν λόγω κράτος μέλος παρέλειψε να θεσπίσει κατάλληλα μέτρα ώστε η περίοδος υπέρβασης της ημερήσιας οριακής τιμής για τα ΑΣ10 στον οικισμό Θεσσαλονίκης (EL 0004) να είναι όσο το δυνατόν συντομότερη.

79      Η Επιτροπή υπογραμμίζει ότι η τελευταία αυτή διάταξη επιβάλλει στα κράτη μέλη, σε περίπτωση υπέρβασης των οριακών τιμών που καθορίστηκαν για τους διάφορους ρύπους με την οδηγία 2008/50, σαφή και άμεση υποχρέωση να εγκρίνουν σχέδια για την ποιότητα του αέρα τα οποία να περιέχουν κατάλληλα μέτρα και να περιλαμβάνουν τουλάχιστον τις πληροφορίες που αναφέρονται στο παράρτημα XV της οδηγίας. Σύμφωνα με το άρθρο 33, παράγραφος 1, της εν λόγω οδηγίας, η υποχρέωση αυτή έπρεπε να έχει εκπληρωθεί έως τις 11 Ιουνίου 2010.

80      Κατά την Επιτροπή, τα κράτη μέλη είχαν ήδη στη διάθεσή τους αρκετά χρόνια για να εφαρμόσουν μέτρα που να έχουν ως αποτέλεσμα εκπομπές ΑΣ10 χαμηλότερες από τις οριακές τιμές που προβλέπονται από το δίκαιο της Ένωσης έως την προθεσμία της 1ης Ιανουαρίου 2005. Είχαν επίσης τη δυνατότητα παράτασης της προθεσμίας αυτής έως τις 11 Ιουνίου 2011, σύμφωνα με τις προϋποθέσεις του άρθρου 22 της οδηγίας 2008/50 στις οποίες περιλαμβάνεται και η μη διατύπωση αντιρρήσεων εκ μέρους της Επιτροπής.

81      Η Επιτροπή, καίτοι αναγνωρίζει ότι ένα κράτος μέλος διατηρεί ορισμένο περιθώριο διακριτικής ευχέρειας κατά την επιλογή των κατάλληλων μέτρων, ώστε η περίοδος υπέρβασης των οριακών τιμών για τα ΑΣ10 να είναι όσο το δυνατόν συντομότερη, υπογραμμίζει, ωστόσο, ότι τα εν λόγω μέτρα θα πρέπει να είναι αποτελεσματικά και αναλογικά για να αντιμετωπίσουν το πρόβλημα των ειδικών εκπομπών ΑΣ10 στην οικεία ζώνη και για να θέσουν τέρμα στην παράβαση του άρθρου 13 της οδηγίας 2008/50 το συντομότερο δυνατόν. Η Επιτροπή υπογραμμίζει ότι όσο περισσότερο διαρκεί η κατάσταση μη συμμόρφωσης και όσο σοβαρότερη είναι η κατάσταση, τόσο μειώνεται η διακριτική ευχέρεια των αρχών των κρατών μελών όσον αφορά την επιλογή των κατάλληλων μέτρων.

82      Τέλος, η Επιτροπή υπενθυμίζει ότι η αξιολόγηση αναφορικά με τη συμμόρφωση των σχεδίων για την ποιότητα του αέρα προς τις απαιτήσεις του άρθρου 23, παράγραφος 1, της οδηγίας 2008/50, σε συνδυασμό με το παράρτημα XV, τμήμα A, αυτής γίνεται βάσει των πληροφοριών που παρέχει το κράτος μέλος.

83      Όσον αφορά ειδικότερα τη συστηματική και διαρκή μη συμμόρφωση με την ημερήσια οριακή τιμή για τα ΑΣ10 στον οικισμό Θεσσαλονίκης (EL 0004), η Επιτροπή διευκρινίζει ότι, στη συμπληρωματική αιτιολογημένη γνώμη, επισήμανε ότι τα μέτρα που είχαν ληφθεί από την Ελληνική Δημοκρατία μέχρι την ημερομηνία έκδοσης της εν λόγω γνώμης δεν είχαν καταστήσει όσο το δυνατόν συντομότερη την περίοδο μη συμμόρφωσης, όπως απαιτείται από το άρθρο 23, παράγραφος 1, της οδηγίας 2008/50 και ότι, υπό το πρίσμα των πληροφοριών που είχε στη διάθεσή της κατά την εν λόγω ημερομηνία, θεωρούσε ότι δεν είχε υιοθετηθεί κάποιο κατάλληλο σχέδιο για την ποιότητα του ατμοσφαιρικού αέρα ούτε είχε ληφθεί κάποιο ουσιαστικό μέτρο με στόχο την ελαχιστοποίηση της διάρκειας των περιόδων υπέρβασης της εν λόγω οριακής τιμής.

84      Η Επιτροπή προσθέτει ότι, αφού αξιολόγησε τα οκτώ μέτρα που απαριθμούνται στην από 11 Δεκεμβρίου 2014 απάντηση της Ελληνικής Δημοκρατίας στη συμπληρωματική αιτιολογημένη γνώμη, τα οποία, κατά την Ελληνική Δημοκρατία, περιλαμβάνονται σε ένα νέο σχέδιο δράσης και στοχεύουν στον κύριο τομέα που συμβάλλει στην υπέρβαση των αιωρούμενων σωματιδίων, ήτοι στην καύση βιομάζας για θέρμανση, κατέληξε στο συμπέρασμα ότι τα εν λόγω μέτρα δεν επαρκούσαν για τη διασφάλιση της συμμόρφωσης με τις υποχρεώσεις που απορρέουν από την οδηγία 2008/50. Ως εκ τούτου, η Επιτροπή θεωρεί ότι κανένα κατάλληλο σχέδιο δράσης για την ποιότητα του αέρα όσον αφορά τον οικισμό Θεσσαλονίκης (EL 0004) που να ανταποκρίνεται στις απαιτήσεις του άρθρου 23, παράγραφος 1, σε συνδυασμό με το παράρτημα XV, τμήμα A, της οδηγίας 2008/50 δεν έχει κοινοποιηθεί από την Ελληνική Δημοκρατία ούτε προκύπτει από δεδομένα προσβάσιμα στο κοινό.

85      Ειδικότερα, τα μέτρα αυτά αφορούσαν, μεταξύ άλλων, την ενημέρωση του πληθυσμού όσον αφορά τα επίπεδα της ατμοσφαιρικής ρύπανσης από αιωρούμενα σωματίδια (μέτρο αριθ. 1), οικονομικά κίνητρα υπέρ των καταναλωτών για την ενθάρρυνση της χρήσης ηλεκτρικής ενέργειας αντί της βιομάζας (μέτρα αριθ. 2 έως 5), την εφαρμογή νέων προτύπων για τα καύσιμα βιομάζας για οικιακή χρήση (μέτρο αριθ. 6), τη διενέργεια συστηματικών ελέγχων βάσει διαφόρων υπουργικών αποφάσεων (μέτρο αριθ. 7), καθώς και την ενημέρωση και την ευαισθητοποίηση του κοινού σχετικά με τη χρήση των συστημάτων θέρμανσης και την πρόληψη περιστατικών ατμοσφαιρικής ρύπανσης από αιωρούμενα σωματίδια (μέτρο αριθ. 8). Συναφώς, η Επιτροπή διευκρινίζει, μεταξύ άλλων, ότι τα μέτρα αριθ. 1 έως 5 καθώς και το μέτρο αριθ. 8 συνιστούν ήπια μέτρα, τα οποία εξαρτώνται από το πώς θα ανταποκριθεί το κοινό στο οποίο αυτά απευθύνονται.

86      Περαιτέρω, κατά την Επιτροπή, τα εν λόγω μέτρα δεν έχουν περιγραφεί λεπτομερώς, δεν έχουν δημοσιευθεί σε κανένα συνεκτικό σχέδιο για την ποιότητα του αέρα και δεν έχουν ποσοτικοποιηθεί όσον αφορά το χρονοδιάγραμμα, τη χρηματοδότηση ή τον προβλεπόμενο αντίκτυπο στις συγκεντρώσεις ΑΣ10. Ωστόσο, οι πληροφορίες αυτές είναι απαραίτητες για να εξασφαλιστεί ότι οι αρχές λαμβάνουν τα κατάλληλα μέτρα ώστε η περίοδος υπέρβασης της ημερήσιας οριακής τιμής για τα ΑΣ10 να είναι όσο το δυνατόν συντομότερη, σύμφωνα με άρθρο 23, παράγραφος 1, δεύτερο εδάφιο, της οδηγίας 2008/50. Επιπλέον, δεν προσδιορίστηκαν μέτρα για τη μείωση των εκπομπών από άλλους τομείς.

87      Εξάλλου, η Επιτροπή υπογραμμίζει ότι, αν και τα μέτρα αυτά μνημονεύθηκαν στην από 11 Δεκεμβρίου 2014 απάντηση της Ελληνικής Δημοκρατίας στη συμπληρωματική αιτιολογημένη γνώμη, ωστόσο, οι υπερβάσεις της ημερήσιας οριακής τιμής για τα ΑΣ10 στον οικισμό Θεσσαλονίκης (EL 0004) εξακολούθησαν να παρατηρούνται και μεταγενέστερα, διαπιστώθηκε δε ακόμη και ανοδική τάση των υπερβάσεων αυτών από το 2017, γεγονός το οποίο επιβεβαιώνει, συνεπώς, ότι ο αντίκτυπος των οκτώ προαναφερθέντων μέτρων στη μείωση των ΑΣ10 ήταν ανεπαρκής.

88      Η Επιτροπή επισημαίνει επιπλέον ότι τρία εθνικά έργα που αποσκοπούν στη βελτίωση της ποιότητας του ατμοσφαιρικού αέρα εν γένει μνημονεύθηκαν στην από 11 Δεκεμβρίου 2014 απάντηση της Ελληνικής Δημοκρατίας στη συμπληρωματική αιτιολογημένη γνώμη. Τα έργα αυτά αφορούσαν την «Επικαιροποίηση της χαρτογραφικής απεικόνισης της ατμοσφαιρικής ρύπανσης μέσω της χαρτογράφησης των πηγών εκπομπών και της ανάπτυξης κατάλληλου εργαλείου αξιολόγησης», την «Προσαρμογή του εθνικού δικτύου παρακολούθησης της ατμοσφαιρικής ρύπανσης στις απαιτήσεις της νέας κοινοτικής οδηγίας» και το «Εθνικό εργαστήριο βαθμονόμησης για την αξιολόγηση της αξιοπιστίας των μετρήσεων ατμοσφαιρικής ρύπανσης».

89      Ωστόσο, κατά την Επιτροπή, τα τρία αυτά έργα δεν περιγράφονται λεπτομερώς στην από 11 Δεκεμβρίου 2014 απάντηση της Ελληνικής Δημοκρατίας και είναι αδύνατο για την Επιτροπή να αξιολογήσει ποια θα μπορούσε να είναι η δυνητική συμβολή τους στη μείωση των συγκεντρώσεων ΑΣ10, δεδομένου ότι οι προβλεπόμενες επιπτώσεις στις εν λόγω συγκεντρώσεις δεν έχουν προσδιοριστεί ποσοτικά.

90      Ως εκ τούτου, η Επιτροπή καταλήγει στο συμπέρασμα ότι, πέραν της έλλειψης συνεκτικού σχεδίου, τα μέτρα που έχει κοινοποιήσει η Ελληνική Δημοκρατία δεν πληρούν τις προϋποθέσεις του παραρτήματος XV, τμήμα A, της οδηγίας 2008/50, δεδομένου ότι δεν είναι σαφής η εφαρμογή και αποτελεσματικότητά τους, στο μέτρο που η «συνολική ποσότητα των εκπομπών που προέρχονται από τις εν λόγω πηγές (τόνοι ανά έτος)» δεν έχει προσδιοριστεί. Επιπλέον, η Επιτροπή υποστηρίζει ότι τα μέτρα αυτά δεν περιέχουν πρόβλεψη όσον αφορά τον χρόνο που απαιτείται για την επίτευξη συμμόρφωσης με την ημερήσια οριακή τιμή για τα ΑΣ10. Η Ελληνική Δημοκρατία δεν γνωστοποίησε ούτε εκτίμηση της σχεδιαζόμενης βελτίωσης της ποιότητας του αέρα, κατόπιν της εφαρμογής των εν λόγω μέτρων, και εκτίμηση του χρόνου που απαιτείται για την επίτευξη των στόχων αυτών, ούτε «κατάλογο και περιγραφή όλων των μέτρων που προβλέπονται στο έργο», ούτε «χρονοδιάγραμμα εφαρμογής», κατά την έννοια του παραρτήματος XV, τμήμα A, σημείο 8, στοιχεία αʹ έως γʹ, της εν λόγω οδηγίας.

91      Τέλος, η Επιτροπή υποστηρίζει ότι, ακόμη και αν ληφθούν υπόψη οι εξελίξεις μετά την ταχθείσα με τη συμπληρωματική αιτιολογημένη γνώμη ημερομηνία για τη θεραπεία της διαπιστωθείσας παράβασης, ήτοι μετά την 17η Δεκεμβρίου 2014, η Ελληνική Δημοκρατία εξακολουθεί να μη συμμορφώνεται με την υποχρέωση που υπέχει από το άρθρο 23, παράγραφος 1, της οδηγίας 2008/50. Το γεγονός ότι οι υπερβάσεις συνεχίστηκαν μέχρι και το 2019 αποτελεί ισχυρή ένδειξη ότι τα μέτρα και τα έργα στα οποία αναφέρθηκε η Ελληνική Δημοκρατία στο πλαίσιο της προ της ασκήσεως της προσφυγής διαδικασίας δεν επαρκούσαν για να εξασφαλιστεί ότι η περίοδος μη συμμόρφωσης προς τις υποχρεώσεις που επιβάλλει η εν λόγω οδηγία είναι όσο το δυνατόν συντομότερη, όπως απαιτεί το άρθρο 23, παράγραφος 1, αυτής.

92      Η Ελληνική Δημοκρατία επισημαίνει, καταρχάς, ότι, στο πλαίσιο της εξουσίας εκτίμησης που διαθέτει για τη θέσπιση μέτρων για τη διασφάλιση της τήρησης των υποχρεώσεων που απορρέουν από την οδηγία 2008/50, θεσμοθέτησε, αφενός, μέτρα τα οποία επιβάλλουν περιορισμούς στην κυκλοφορία συγκεκριμένων οχημάτων και, αφετέρου, φορολογικά και αναπτυξιακά κίνητρα, αλλά και σημαντικές οικονομικές επιβαρύνσεις για τους δημόσιους φορείς και τους ιδιώτες, προκειμένου να προωθήσει την ηλεκτροκίνηση.

93      Επιπλέον, το εν λόγω κράτος μέλος υποστηρίζει ότι από τα στοιχεία στα οποία αναφέρθηκε στο πλαίσιο των παρατηρήσεών του επί της πρώτης αιτιάσεως προκύπτει σαφώς ότι οι υπερβάσεις της ημερήσιας οριακής τιμής για τα ΑΣ10 στα δύο προαναφερθέντα σημεία δειγματοληψίας παρατηρούνται, σε ποσοστό άνω του 90 %, κατά την περίοδο θέρμανσης μεταξύ των μηνών Οκτωβρίου και Μαρτίου. Ωστόσο, το ζήτημα αυτό είναι ιδιαίτερα ευαίσθητο, εξαρτάται δε, μεταξύ άλλων, από τις οικονομικές συνθήκες των Ελλήνων πολιτών. Συναφώς, οι αρμόδιες αρχές δεν έχουν παραλείψει να λάβουν τα κατάλληλα μέτρα.

94      Η Ελληνική Δημοκρατία υποστηρίζει ότι έλαβε αποτελεσματικά μέτρα, μεταξύ των οποίων το έργο «Επικαιροποίηση της χαρτογραφικής απεικόνισης της ατμοσφαιρικής ρύπανσης, μέσω της καταγραφής ατμοσφαιρικών εκπομπών των πηγών και ανάπτυξης κατάλληλου υπολογιστικού εργαλείου», το οποίο ολοκληρώθηκε στο τέλος του 2015.

95      Τα αποτελέσματα του εν λόγω έργου καθιστούσαν δυνατή την εκπλήρωση της υποχρέωσης της Ελληνικής Δημοκρατίας που απορρέει από το παράρτημα XV, τμήμα A, της οδηγίας 2008/50, σχετικά με τη συνολική ποσότητα εκπομπών (τόνοι ανά έτος) που προέρχονται από πηγές που συμβάλλουν στις συγκεντρώσεις ΑΣ10. Το εν λόγω κράτος μέλος διευκρινίζει ότι το ποσοστό συμβολής της θέρμανσης στις εκπομπές ΑΣ10 στον οικισμό Θεσσαλονίκης (EL 0004) ανέρχεται σε 76 %, ενώ η συμβολή της κυκλοφορίας στις εκπομπές αυτές ανέρχεται σε 19 %. Αντιθέτως, οι επιπτώσεις της βιομηχανίας είναι μηδαμινές.

96      Επιπλέον, η Ελληνική Δημοκρατία έλαβε μέτρα σχετικά με την εξοικονόμηση ενέργειας, την αύξηση του ενεργειακού δυναμικού από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και φυσικό αέριο καθώς και τη διασφάλιση του ενεργειακού εφοδιασμού.

97      Μεταξύ των μέτρων αυτών που αποσκοπούν στον περιορισμό των εκπομπών ΑΣ10, η Ελληνική Δημοκρατία τονίζει ιδίως την προώθηση, βάσει του Εθνικού Σχεδίου για την Ενέργεια και το Κλίμα, το οποίο θεσμοθετήθηκε με την απόφαση 4/2019 του Κυβερνητικού Συμβουλίου Οικονομικής Πολιτικής (ΦΕΚ Βʹ 4893/31.12.2019), των ηλεκτρικών και των plug-in υβριδικών οχημάτων μέσω οικονομικών και φορολογικών κινήτρων για την απόκτησή τους, που προβλέπονται ιδίως από τον νόμο 4710/2020 (ΦΕΚ Αʹ 142). Το σχέδιο αυτό προβλέπει συναφώς ότι, το 2030, το 30 % των νεοεισερχόμενων στην κυκλοφορία οχημάτων θα είναι ηλεκτρικά. Είναι η πρώτη φορά που τίθεται συγκεκριμένη στόχευση αριθμού ηλεκτρικών αυτοκινήτων τα οποία προβλέπεται να είναι σε κυκλοφορία κάθε έτος, τούτο δε έως το 2030. Η εν λόγω επιλογή καθιστά δυνατή την ενδεχόμενη προσαρμογή της πολιτικής για την επίτευξη των στόχων, αν απαιτηθεί. Ως εκ τούτου, ο αριθμός των ηλεκτρικών και plug-in υβριδικών οχημάτων αναμένεται να αντιστοιχεί το έτος 2030 περίπου στο 5 % του στόλου των επιβατηγών οχημάτων.

98      Στο πλαίσιο αυτό, η Ελληνική Δημοκρατία επισημαίνει ότι στις 5 Ιουνίου 2020 συνήφθη «Πράσινη Συμφωνία» μεταξύ του Ελληνικού Δημοσίου και 18 διαφορετικών φορέων.

99      Επιπλέον, από τον Αύγουστο του 2020 υλοποιείται το πρόγραμμα «Κινούμαι ηλεκτρικά», σκοπός του οποίου είναι η επιδότηση της αγοράς ηλεκτρικών αυτοκινήτων, μοτοποδηλάτων και ποδηλάτων, αλλά και οικιακών φορτιστών.

100    Η Ελληνική Δημοκρατία υποστηρίζει εξάλλου ότι ο νόμος 4710/2020 θέσπισε επίσης, αφενός, μέτρα που προβλέπουν, μεταξύ άλλων, φορολογικά πλεονεκτήματα και πλεονεκτήματα όσον αφορά τις εισφορές κοινωνικής ασφάλισης με σκοπό να προσελκύσει επενδύσεις στην παραγωγή μπαταριών, φορτιστών, αλλά και ηλεκτρικών οχημάτων, και, αφετέρου, μέτρα για την ανάπτυξη δημόσιων σημείων επαναφόρτισης και υποδομών για τα ηλεκτρικά οχήματα, καθώς και ειδικούς κανόνες οι οποίοι ευνοούν την απόκτηση νέων ηλεκτρικών οχημάτων στον δημόσιο τομέα.

101    Τέλος, προβλέπεται, μεταξύ άλλων, η δημιουργία μιας τοπικής ζώνης χαμηλών εκπομπών και η έναρξη της εκπόνησης Επιχειρησιακού Σχεδίου αντιμετώπισης της ατμοσφαιρικής ρύπανσης στην Περιφέρεια Κεντρικής Μακεδονίας, το οποίο περιλαμβάνει ολοκληρωμένο σχέδιο δράσης, με το οποίο προτείνονται μέτρα και πολιτικές για τη βελτίωση της ποιότητας του ατμοσφαιρικού αέρα στην ευρύτερη περιοχή της Θεσσαλονίκης.

102    Η Επιτροπή, με το υπόμνημά της απαντήσεως, διαπιστώνει καταρχάς ότι η Ελληνική Δημοκρατία δεν αντικρούει τη διαπίστωση που περιλαμβάνεται στο σημείο 52 του δικογράφου της προσφυγής της Επιτροπής, σχετικά με την έλλειψη κατάλληλου σχεδίου δράσης που να ανταποκρίνεται στις απαιτήσεις του άρθρου 23, παράγραφος 1, της οδηγίας 2008/50, σε συνδυασμό με το παράρτημα XV, τμήμα A, αυτής.

103    Τα επιμέρους μέτρα που απαριθμεί η Ελληνική Δημοκρατία στο υπόμνημα αντικρούσεως δεν συνιστούν συμμόρφωση με την υποχρέωση λήψης των κατάλληλων μέτρων ώστε η περίοδος υπέρβασης της ημερήσιας οριακής τιμής για τα ΑΣ10 να είναι όσο το δυνατόν συντομότερη. Αφενός, η Ελληνική Δημοκρατία δεν διατυπώνει αντιρρήσεις στην επιχειρηματολογία της Επιτροπής σχετικά με τις πολυάριθμες ελλείψεις των μέτρων για την επίτευξη συμμόρφωσης με την ημερήσια οριακή τιμή. Αφετέρου, η Ελληνική Δημοκρατία αναφέρεται μόνο σε μέτρα των οποίων η εφαρμογή άρχισε το πρώτον το 2019. Κατά την Επιτροπή, μέτρα που ελήφθησαν μόνο σε αυτό το στάδιο δεν είναι ικανά να καταστήσουν την περίοδο υπέρβασης όσο το δυνατόν συντομότερη, δεδομένου ότι οι υπερβάσεις της ημερήσιας οριακής τιμής για τα ΑΣ10 σημειώνονται από το 2005.

104    Απαντώντας στο επιχείρημα της Ελληνικής Δημοκρατίας ότι η θέρμανση διαδραματίζει πρωταρχικό ρόλο στη ρύπανση του ατμοσφαιρικού αέρα, ζήτημα το οποίο εξαρτάται κατά βάση από τη συμπεριφορά του πληθυσμού, η Επιτροπή υποστηρίζει ότι το Δικαστήριο έχει ήδη απορρίψει ανάλογο επιχείρημα.

105    Όσον αφορά το έργο χαρτογραφικής απεικόνισης της ατμοσφαιρικής ρύπανσης, το οποίο κατά την Ελληνική Δημοκρατία καθιστά δυνατή τη συμμόρφωση με την υποχρέωση η οποία απορρέει από το παράρτημα XV της οδηγίας 2008/50 σχετικά με τη συνολική ποσότητα εκπομπών (σε τόνους ανά έτος) που προέρχονται από πηγές που συμβάλλουν στις συγκεντρώσεις ΑΣ10, η Επιτροπή υποστηρίζει ότι εξακολουθεί να μην υφίσταται σχέδιο για την ποιότητα του αέρα στο οποίο να περιλαμβάνονται τα δεδομένα που θα προέκυπταν ως αποτέλεσμα του εν λόγω έργου. Επιπλέον, το γεγονός ότι έχουν εντοπιστεί οι πηγές ρύπανσης δεν αρκεί, αλλά απαιτείται να αναφέρονται λεπτομερώς τα μέτρα που πρέπει να ληφθούν. Απαιτείται επίσης η εκτίμηση της σχεδιαζόμενης βελτίωσης της ποιότητας του αέρα και του αναμενόμενου χρόνου που απαιτείται για την επίτευξη αυτών των στόχων. Ωστόσο, όλα αυτά τα στοιχεία δεν έχουν κοινοποιηθεί στην Επιτροπή.

106    Όσον αφορά τα μέτρα μείωσης των εκπομπών ΑΣ10 στα οποία ήδη αναφέρθηκε η Ελληνική Δημοκρατία κατά το προ της ασκήσεως της προσφυγής στάδιο και τα οποία συμβάλλουν στη συμμόρφωση με τις οριακές τιμές σε άλλες περιοχές της Ελλάδας, η Επιτροπή υποστηρίζει ότι, όπως περιγράφεται λεπτομερώς στο δικόγραφο της προσφυγής, τα εν λόγω μέτρα δεν κρίνονται επαρκή ώστε η περίοδος υπέρβασης να είναι όσο το δυνατόν συντομότερη. Εξάλλου, το γεγονός ότι τα μέτρα αυτά αποδείχθηκαν αποτελεσματικά σε άλλους οικισμούς αλλά όχι στον οικισμό Θεσσαλονίκης (EL 0004) μπορεί επίσης να αποτελεί ένδειξη ότι τα μέτρα που έχουν ήδη ληφθεί δεν επαρκούν και ότι θα πρέπει να ληφθούν πιο στοχευμένα μέτρα για τον εν λόγω οικισμό.

107    Όσον αφορά το μέτρο ενίσχυσης της διείσδυσης των ηλεκτροκίνητων οχημάτων στην αγορά, το οποίο βασίζεται στο Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια και το Κλίμα που θεσμοθετήθηκε το 2019, η Επιτροπή εμμένει στο γεγονός ότι, σύμφωνα με την οδηγία 2008/50, ένα σχέδιο για την ποιότητα του αέρα θα πρέπει να περιέχει χρονοδιάγραμμα εφαρμογής καθώς και εκτίμηση της σχεδιαζόμενης βελτίωσης της ποιότητας του αέρα και εκτίμηση του χρόνου που απαιτείται για την επίτευξη των στόχων αυτών. Ελλείψει τέτοιων στοιχείων, δεν είναι δυνατόν να εκτιμηθεί εάν και σε ποιον βαθμό τα μέτρα αυτά, μεμονωμένα ή από κοινού με άλλα, οδηγούν σε συμμόρφωση της υφιστάμενης κατάστασης προς τις απαιτήσεις που απορρέουν από την ως άνω οδηγία το συντομότερο δυνατόν.

108    Τέλος, η Επιτροπή υποστηρίζει ότι τα πρόσθετα ειδικά μέτρα που ελήφθησαν για τον οικισμό της Θεσσαλονίκης (EL 0004) βρίσκονται σε προκαταρκτικό στάδιο και στοχεύουν κυρίως στη μείωση των εκπομπών από την κυκλοφορία των οχημάτων, ενώ, όπως παραδέχθηκε η Ελληνική Δημοκρατία, η κύρια πηγή εκπομπών ΑΣ10 στον εν λόγω οικισμό είναι η θέρμανση. Επιπλέον, η Επιτροπή δεν έχει λάβει καμία πληροφορία σχετικά με τις αναμενόμενες επιπτώσεις αυτών των μέτρων.

109    Η Ελληνική Δημοκρατία, με το υπόμνημα ανταπαντήσεως, υπογραμμίζει ότι οι αρμόδιες εθνικές αρχές συνεχίζουν να σχεδιάζουν και να υλοποιούν μέτρα, με στόχο τη μείωση των εκπεμπόμενων ρύπων και τη βελτίωση της ποιότητας του ατμοσφαιρικού αέρα.

Εκτίμηση του Δικαστηρίου

110    Από το άρθρο 23, παράγραφος 1, δεύτερο εδάφιο, της οδηγίας 2008/50 προκύπτει ότι, όταν σημειώνεται υπέρβαση των οριακών τιμών για τα ΑΣ10 μετά την παρέλευση της προβλεπόμενης για την εφαρμογή των τιμών αυτών προθεσμίας, το οικείο κράτος μέλος υποχρεούται να εκπονήσει σχέδιο για την ποιότητα του αέρα το οποίο πρέπει να πληροί ορισμένες προϋποθέσεις. Συγκεκριμένα, το σχέδιο αυτό πρέπει να προβλέπει κατάλληλα μέτρα ώστε η περίοδος υπέρβασης των οριακών τιμών να είναι όσο το δυνατόν συντομότερη και μπορεί, επιπροσθέτως, να περιέχει ειδικά μέτρα που αποσκοπούν στην προστασία ευαίσθητων ομάδων του πληθυσμού, περιλαμβανομένων των παιδιών.

111    Επιπλέον, βάσει του άρθρου 23, παράγραφος 1, τρίτο εδάφιο, της οδηγίας 2008/50, το εν λόγω σχέδιο πρέπει να περιλαμβάνει τουλάχιστον τις πληροφορίες που αναφέρονται στο τμήμα A του παραρτήματος XV της οδηγίας και μπορεί να περιέχει μέτρα σύμφωνα με το άρθρο 24 αυτής. Το ίδιο αυτό σχέδιο πρέπει να κοινοποιείται αμελλητί στην Επιτροπή, το αργότερο δε δύο έτη μετά το τέλος του έτους κατά το οποίο παρατηρήθηκε η πρώτη υπέρβαση.

112    Όπως προκύπτει από πάγια νομολογία του Δικαστηρίου, το άρθρο 23, παράγραφος 1, της οδηγίας 2008/50 έχει ευρύ πεδίο εφαρμογής καθόσον διέπει, χωρίς χρονικό περιορισμό, τις υπερβάσεις κάθε οριακής τιμής ρύπου η οποία τίθεται με την οδηγία αυτή, εφόσον έχει παρέλθει η προθεσμία για την τήρησή της, ανεξαρτήτως αν η σχετική προθεσμία ορίζεται από την ίδια την οδηγία ή έχει ταχθεί από την Επιτροπή βάσει του άρθρου 22 αυτής [απόφαση της 10ης Νοεμβρίου 2020, Επιτροπή κατά Ιταλίας (Οριακές τιμές – ΑΣ10), C‑644/18, EU:C:2020:895, σκέψη 132 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία].

113    Επισημαίνεται επίσης ότι το άρθρο 23 της οδηγίας 2008/50 εισάγει έναν άμεσο σύνδεσμο μεταξύ, αφενός, της υπέρβασης των οριακών τιμών για τα ΑΣ10, όπως αυτές προβλέπονται από τις συνδυασμένες διατάξεις του άρθρου 13, παράγραφος 1, της οδηγίας και του παραρτήματός της XI, και, αφετέρου, της εκπόνησης σχεδίων για την ποιότητα του αέρα [απόφαση της 10ης Νοεμβρίου 2020, Επιτροπή κατά Ιταλίας (Οριακές τιμές – ΑΣ10), C‑644/18, EU:C:2020:895, σκέψη 133 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία].

114    Τα σχέδια αυτά μπορούν να εκπονηθούν μόνο βάσει της ισορροπίας μεταξύ του σκοπού της μείωσης του κινδύνου ρύπανσης και των διαφόρων εμπλεκομένων δημοσίων και ιδιωτικών συμφερόντων [απόφαση της 10ης Νοεμβρίου 2020, Επιτροπή κατά Ιταλίας (Οριακές τιμές – ΑΣ10), C‑644/18, EU:C:2020:895, σκέψη 134 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία].

115    Συνεπώς, το γεγονός και μόνον ότι ένα κράτος μέλος υπερβαίνει τις οριακές τιμές για τα ΑΣ10 δεν αρκεί, αυτό καθεαυτό, για να θεωρηθεί ότι το κράτος μέλος παρέβη τις υποχρεώσεις του άρθρου 23, παράγραφος 1, δεύτερο εδάφιο, της οδηγίας 2008/50 [απόφαση της 10ης Νοεμβρίου 2020, Επιτροπή κατά Ιταλίας (Οριακές τιμές – ΑΣ10), C‑644/18, EU:C:2020:895, σκέψη 135 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία].

116    Εντούτοις, από το άρθρο 23, παράγραφος 1, δεύτερο εδάφιο, της οδηγίας 2008/50 προκύπτει ότι, ναι μεν τα κράτη μέλη διαθέτουν ορισμένο βαθμό διακριτικής ευχέρειας όταν αποφασίζουν ποια μέτρα θα λάβουν, πλην όμως τα μέτρα αυτά πρέπει, εν πάση περιπτώσει, να εξασφαλίζουν ότι η περίοδος υπέρβασης των οριακών τιμών που έχουν καθοριστεί για τον οικείο ρύπο θα είναι η συντομότερη δυνατή [απόφαση της 10ης Νοεμβρίου 2020, Επιτροπή κατά Ιταλίας (Οριακές τιμές – ΑΣ10), C‑644/18, EU:C:2020:895, σκέψη 136 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία].

117    Υπ’ αυτές τις συνθήκες, πρέπει να εξεταστεί, με ειδική ανάλυση της κάθε περίπτωσης, κατά πόσον τα σχέδια για την ποιότητα του αέρα που εκπόνησε το οικείο κράτος μέλος συνάδουν προς το άρθρο 23, παράγραφος 1, δεύτερο εδάφιο, της οδηγίας 2008/50 [απόφαση της 10ης Νοεμβρίου 2020, Επιτροπή κατά Ιταλίας (Οριακές τιμές – ΑΣ10), C‑644/18, EU:C:2020:895, σκέψη 137 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία].

118    Εν προκειμένω, επιβάλλεται εκ προοιμίου η διαπίστωση ότι η Ελληνική Δημοκρατία από το 2005 έως το 2012, στη διάρκεια του 2014 και, εκ νέου, από το 2017 έως το 2019 παρέβη, κατά τρόπο συστηματικό και διαρκή, τις υποχρεώσεις που υπέχει από τις συνδυασμένες διατάξεις του άρθρου 13, παράγραφος 1, και του παραρτήματος XI της οδηγίας 2008/50, στον οικισμό Θεσσαλονίκης (EL 0004), όπως προκύπτει από την εξέταση της πρώτης αιτιάσεως που προβάλλεται με την υπό κρίση προσφυγή.

119    Στο πλαίσιο αυτό, υπενθυμίζεται ότι, σε περίπτωση υπέρβασης των οριακών τιμών που καθορίζονται για συγκεκριμένο ρύπο με την οδηγία 2008/50, το οικείο κράτος μέλος υπέχει από τις 11 Ιουνίου 2010 υποχρέωση εκπόνησης σχεδίων για την ποιότητα του αέρα. Δεδομένου ότι, ήδη κατά την ημερομηνία αυτή ή ακόμη και πριν από την ημερομηνία αυτή, είχαν διαπιστωθεί τέτοιες υπερβάσεις στον οικισμό τον οποίο αφορά η υπό κρίση προσφυγή, η Ελληνική Δημοκρατία ήταν υποχρεωμένη να θεσπίσει, από την εν λόγω ημερομηνία, και να θέσει σε εφαρμογή, το συντομότερο δυνατόν, κατάλληλα μέτρα ώστε η περίοδος υπέρβασης της ημερήσιας οριακής τιμής για τα ΑΣ10 να είναι όσο το δυνατόν συντομότερη, σύμφωνα με το άρθρο 23, παράγραφος 1, δεύτερο εδάφιο, της εν λόγω οδηγίας.

120    Όσον αφορά τη διάρκεια της υπέρβασης της εν λόγω οριακής τιμής, διαπιστώνεται ότι, εν προκειμένω, κατά την ημερομηνία η οποία τάχθηκε με τη συμπληρωματική αιτιολογημένη γνώμη προκειμένου να ληφθούν κατάλληλα μέτρα προς άρση της παραβάσεως της ως άνω υποχρεώσεως, ήτοι στις 17 Δεκεμβρίου 2014, η παράβαση αυτή διαρκούσε ήδη από το 2005.

121    Διαπιστώνεται, επίσης, χωρίς τούτο να αμφισβητείται από την Ελληνική Δημοκρατία, ότι δεν υφίσταται κανένα κατάλληλο σχέδιο δράσης για την ποιότητα του αέρα στον οικισμό Θεσσαλονίκης (EL 0004) το οποίο να πληροί τις τυπικές απαιτήσεις του άρθρου 23, παράγραφος 1, της οδηγίας 2008/50, σε συνδυασμό με το παράρτημα XV, τμήμα Α, αυτής, και το οποίο να έχει κοινοποιηθεί στην Επιτροπή.

122    Στο μέτρο που η Ελληνική Δημοκρατία επισημαίνει ότι οι υπερβάσεις της ημερήσιας οριακής τιμής για τα ΑΣ10 στον οικισμό Θεσσαλονίκης (EL 0004) οφείλονται κυρίως στις εκπομπές από τη θέρμανση και ότι ο αντίκτυπος της εν λόγω κατηγορίας πηγών στη ρύπανση εξαρτάται από τη συμπεριφορά του πληθυσμού και τις οικονομικές συνθήκες των πολιτών και όχι από την αδυναμία των αρμοδίων αρχών να λάβουν τα κατάλληλα μέτρα, υπενθυμίζεται ότι, κατά πάγια νομολογία, όταν ένα κράτος μέλος επικαλείται δυσχέρειες αναγόμενες τόσο στο κοινωνικοοικονομικό όσο και στο δημοσιονομικό διακύβευμα των επενδύσεων που πρέπει να πραγματοποιηθούν και στις τοπικές παραδόσεις, προκειμένου να δικαιολογήσει την παράλειψη θεσπίσεως των κατάλληλων μέτρων ώστε η περίοδος υπέρβασης να είναι όσο το δυνατόν συντομότερη, το εν λόγω κράτος μέλος πρέπει να αποδείξει ότι οι δυσχέρειες που επικαλείται για να θέσει τέλος στις υπερβάσεις των οριακών τιμών για τα ΑΣ10 είναι τέτοιες ώστε να αποκλείονται συντομότερες προθεσμίες [πρβλ. απόφαση της 10ης Νοεμβρίου 2020, Επιτροπή κατά Ιταλίας (Οριακές τιμές – ΑΣ10), C‑644/18, EU:C:2020:895, σκέψη 151 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία].

123    Το Δικαστήριο έχει κρίνει, εξετάζοντας επιχειρήματα ανάλογα, από κάθε άποψη, με αυτά τα οποία προβάλλει, εν προκειμένω, η Ελληνική Δημοκρατία, ότι διαρθρωτικές δυσχέρειες οι οποίες ανάγονταν τόσο στο κοινωνικοοικονομικό όσο και στο δημοσιονομικό διακύβευμα των μεγάλης κλίμακας επενδύσεων που έπρεπε να πραγματοποιηθούν ή στις τοπικές παραδόσεις και ιδιαιτερότητες δεν είχαν, αυτές καθεαυτές, εξαιρετικό χαρακτήρα και δεν ήταν τέτοιες ώστε να αποκλείονται συντομότερες προθεσμίες [απόφαση της 10ης Νοεμβρίου 2020, Επιτροπή κατά Ιταλίας (Οριακές τιμές – ΑΣ10), C‑644/18, EU:C:2020:895, σκέψη 152 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία].

124    Εν πάση περιπτώσει, διαπιστώνεται ότι, όπως επισήμανε, κατ’ ουσίαν, η Επιτροπή με το δικόγραφο της προσφυγής της, η Ελληνική Δημοκρατία δεν παρέσχε καμία πρόβλεψη σχετικά με τον χρόνο που απαιτείται για τη συμμόρφωση με την ημερήσια οριακή τιμή για τα ΑΣ10 στον οικισμό Θεσσαλονίκης (EL 0004).

125    Όσον αφορά το έργο χαρτογραφικής απεικόνισης της ατμοσφαιρικής ρύπανσης, το οποίο κατά την Ελληνική Δημοκρατία καθιστά δυνατή τη συμμόρφωση με την υποχρέωση η οποία απορρέει από το παράρτημα XV της οδηγίας 2008/50 σχετικά με τη συνολική ποσότητα εκπομπών (σε τόνους ανά έτος) που προέρχονται από πηγές που συμβάλλουν στις συγκεντρώσεις ΑΣ10, πρέπει να γίνει δεκτό, όπως υποστηρίζει η Επιτροπή, ότι τα δεδομένα που προκύπτουν ως αποτέλεσμα του εν λόγω έργου πρέπει να αποτελούν μέρος ενός σχεδίου για την ποιότητα του αέρα το οποίο να περιγράφει λεπτομερώς τα μέτρα που πρέπει να ληφθούν ώστε η περίοδος υπέρβασης να είναι όσο το δυνατόν συντομότερη. Όπως, όμως, προκύπτει από τη σκέψη 121 της παρούσας αποφάσεως, δεν υφίσταται κανένα τέτοιο σχέδιο το οποίο να έχει κοινοποιηθεί στην Επιτροπή. Επιπλέον, ο προσδιορισμός της προέλευσης της ρύπανσης αποτελεί ένα μόνον από τα στοιχεία που πρέπει να περιλαμβάνονται στο σχέδιο για την ποιότητα του αέρα, προκειμένου να διασφαλιστεί η συμμόρφωση με τις υποχρεώσεις που απορρέουν από την οδηγία. Επομένως, δεν αρκεί ο προσδιορισμός των πηγών ρύπανσης, αλλά είναι απαραίτητο τα αναγκαία μέτρα, που πρέπει να ληφθούν υπό το πρίσμα της εν λόγω πληροφορίας, να απαριθμούνται και να περιγράφονται λεπτομερώς καθώς και να περιλαμβάνουν, σύμφωνα με το παράρτημα XV, τμήμα A, σημείο 8, στοιχείο γʹ, της εν λόγω οδηγίας, εκτίμηση της σχεδιαζόμενης βελτίωσης της ποιότητας του αέρα και εκτίμηση του χρόνου που απαιτείται για την επίτευξη των στόχων αυτών. Ωστόσο, η Ελληνική Δημοκρατία δεν κοινοποίησε τα στοιχεία αυτά στην Επιτροπή.

126    Το ίδιο ισχύει και για το μέτρο προώθησης της ηλεκτροκίνησης, το οποίο στηρίζεται στο Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια και το Κλίμα, που θεσμοθετήθηκε με την απόφαση 4/2019 του Κυβερνητικού Συμβουλίου Οικονομικής Πολιτικής, και σκοπός του οποίου είναι να αποτελέσουν τα ηλεκτρικά οχήματα σημαντικό ποσοστό του στόλου των οχημάτων που κυκλοφορούν στην Ελλάδα. Συγκεκριμένα, το Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια και το Κλίμα δεν περιέχει εκτίμηση της σχεδιαζόμενης βελτίωσης της ποιότητας του αέρα και του χρόνου που απαιτείται για την επίτευξη των στόχων αυτών.

127    Τέλος, όσον αφορά ορισμένα πρόσθετα μέτρα τα οποία πρόκειται να τεθούν σε εφαρμογή στον οικισμό Θεσσαλονίκης (EL 0004), τα οποία επικαλείται η Ελληνική Δημοκρατία προκειμένου να αποδείξει τη συμμόρφωση με τις υποχρεώσεις που απορρέουν από το άρθρο 23 της οδηγίας 2008/50 και στα οποία συγκαταλέγονται η δημιουργία μιας τοπικής ζώνης χαμηλών εκπομπών και ένα σχέδιο δράσης περιορισμού εκπομπών από καύση βιομάζας, από τη δικογραφία που έχει στη διάθεσή του το Δικαστήριο προκύπτει ότι τα σχέδια στα οποία περιλαμβάνονται τα εν λόγω μέτρα βρίσκονταν, κατά τον χρόνο κατάθεσης του δικογράφου της προσφυγής, σε προκαταρκτικό στάδιο εξέτασης. Επιπλέον, τα εν λόγω μέτρα αποσκοπούν κυρίως στη μείωση των εκπομπών από την κυκλοφορία των οχημάτων, ενώ, όπως παραδέχθηκε η Ελληνική Δημοκρατία, η κύρια πηγή ΑΣ10 στον οικισμό Θεσσαλονίκης (EL 0004) είναι οι οφειλόμενες στη θέρμανση εκπομπές. Εξάλλου, η Επιτροπή υποστηρίζει, χωρίς να αντικρούεται επ’ αυτού, ότι δεν έλαβε στοιχεία ή άλλες πληροφορίες σχετικά με τον αναμενόμενο αντίκτυπο των εν λόγω μέτρων, τούτο δε κατά παράβαση των απαιτήσεων του παραρτήματος XV, μέρος A, σημείο 8, της οδηγίας.

128    Όσον αφορά δε το επιχείρημα της Ελληνικής Δημοκρατίας ότι έχει υλοποιήσει και συνεχίζει να υλοποιεί μέτρα που αποσκοπούν στον περιορισμό των εκπομπών ΑΣ10 σε «όλες τις ζώνες και οικισμούς», αρκεί η διαπίστωση ότι η υπό κρίση προσφυγή αφορά μόνον τον οικισμό της Θεσσαλονίκης (EL 0004), οπότε το γεγονός ότι ορισμένα μέτρα ενδέχεται να αποδείχθηκαν αποτελεσματικά σε άλλες ζώνες και οικισμούς στην επικράτεια του εν λόγω κράτους μέλους δεν ασκεί επιρροή.

129    Κατόπιν των προεκτεθέντων, διαπιστώνεται ότι η Ελληνική Δημοκρατία, κατά παράβαση της υποχρεώσεως που υπείχε από το άρθρο 23, παράγραφος 1, δεύτερο εδάφιο, της οδηγίας 2008/50, δεν έλαβε εγκαίρως κατάλληλα μέτρα ώστε οι περίοδοι υπέρβασης της ημερήσιας οριακής τιμής για τα ΑΣ10 στον οικισμό Θεσσαλονίκης (EL 0004) να είναι όσο το δυνατόν συντομότερες.

130    Επομένως, και η δεύτερη αιτίαση πρέπει να γίνει δεκτή.

131    Κατόπιν του συνόλου των προεκτεθέντων, διαπιστώνεται ότι η Ελληνική Δημοκρατία,

–        παραλείποντας να μεριμνήσει ώστε να μην υπάρξει υπέρβαση, κατά τρόπο συστηματικό και διαρκή, της ημερήσιας οριακής τιμής για τα ΑΣ10 από το 2005 έως και το 2012, στη διάρκεια του 2014 και, εν συνεχεία, εκ νέου από το 2017 έως και το 2019 στον οικισμό Θεσσαλονίκης (EL 0004), παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από τις διατάξεις του άρθρου 13, παράγραφος 1, σε συνδυασμό με το παράρτημα XI της οδηγίας 2008/50, και,

–        παραλείποντας να θεσπίσει από τις 11 Ιουνίου 2010 τα κατάλληλα μέτρα για τη διασφάλιση της συμμόρφωσης με την ημερήσια οριακή τιμή για τα ΑΣ10 στον οικισμό Θεσσαλονίκης (EL 0004), παρέβη τις υποχρεώσεις που επιβάλλει το άρθρο 23, παράγραφος 1, της εν λόγω οδηγίας, σε συνδυασμό με το παράρτημα XV αυτής, και, ειδικότερα, την υποχρέωση να μεριμνήσει προκειμένου τα σχέδια για την ποιότητα του αέρα να θεσπίζουν κατάλληλα μέτρα ώστε η περίοδος υπέρβασης της εν λόγω οριακής τιμής να είναι όσο το δυνατόν συντομότερη.

Επί των δικαστικών εξόδων

132    Κατά το άρθρο 138, παράγραφος 1, του Κανονισμού Διαδικασίας του Δικαστηρίου, ο ηττηθείς διάδικος καταδικάζεται στα δικαστικά έξοδα, εφόσον υπάρχει σχετικό αίτημα του νικήσαντος διαδίκου. Δεδομένου ότι η Ελληνική Δημοκρατία ηττήθηκε, πρέπει να καταδικαστεί στα δικαστικά έξοδα, σύμφωνα με το σχετικό αίτημα της Επιτροπής.

Για τους λόγους αυτούς, το Δικαστήριο (έκτο τμήμα) αποφασίζει:

1)      Η Ελληνική Δημοκρατία,

–        παραλείποντας να μεριμνήσει ώστε να μην υπάρξει υπέρβαση, κατά τρόπο συστηματικό και διαρκή, της ημερήσιας οριακής τιμής για τα ΑΣ10 από το 2005 έως και το 2012, στη διάρκεια του 2014 και, εν συνεχεία, εκ νέου από το 2017 έως και το 2019 στον οικισμό Θεσσαλονίκης (EL 0004), παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από τις διατάξεις του άρθρου 13, παράγραφος 1, σε συνδυασμό με το παράρτημα XI της οδηγίας 2008/50/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 21ης Μαΐου 2008, για την ποιότητα του ατμοσφαιρικού αέρα και καθαρότερο αέρα για την Ευρώπη, και,

–        παραλείποντας να θεσπίσει από τις 11 Ιουνίου 2010 τα κατάλληλα μέτρα για τη διασφάλιση της συμμόρφωσης με την ημερήσια οριακή τιμή για τα ΑΣ10 στον οικισμό Θεσσαλονίκης (EL 0004), παρέβη τις υποχρεώσεις που επιβάλλει το άρθρο 23, παράγραφος 1, της εν λόγω οδηγίας, σε συνδυασμό με το παράρτημα XV αυτής, και, ειδικότερα, την υποχρέωση να μεριμνήσει προκειμένου τα σχέδια για την ποιότητα του αέρα να θεσπίζουν κατάλληλα μέτρα ώστε η περίοδος υπέρβασης της εν λόγω οριακής τιμής να είναι όσο το δυνατόν συντομότερη.

2)      Καταδικάζει την Ελληνική Δημοκρατία στα δικαστικά έξοδα».

———————————————————————————————————————————————————

Το πιο κάτω άρθρο δημοσιεύθηκε στην Green Agenda εδώ 

Αναμενόμενη και δικαιολογημένη χαρακτηρίζει την καταδίκη της Ελλάδας από το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την ποιότητα του ατμοσφαιρικού αέρα στη Θεσσαλονίκη η καθηγήτρια στο Εργαστήριο Ελέγχου Ρύπανσης Περιβάλλοντος του Τμήματος Χημείας του ΑΠΘ, Κωνσταντίνα Σαμαρά.

Διαβάστε σχετικά – Θεσσαλονίκη όπως… Πεκίνο: Χαστούκι σε Ελλάδα και ευρωκαταδίκη για τον τοξικό αέρα στην πόλη από το 2005

Υπενθυμίζεται ότι η Ελλάδα καταδικάστηκε διότι υπερέβη συστηματικά την ημερήσια οριακή τιμή για τα σωματίδια PM10 στη Θεσσαλονίκη και δεν έλαβε τα απαραίτητα μέτρα από το 2005 έως και το 2012, στη διάρκεια του 2014 και, εν συνεχεία, εκ νέου από το 2017 έως και το 2019. Ερωτηματικό αποτελούν, όπως συμπεραίνει η Κομισιόν, τα έτη 2015 και 2016, για τα οποία παραδόθηκαν μεν στοιχεία από την Ελλάδα, αλλά είναι αδύνατον να επαληθευτούν.

Δείτε ακόμη – Έκθεση: Στη Θεσσαλονίκη οι τρεις από τις πέντε περιοχές της χώρας με τη χειρότερη ποιότητα αέρα

Μιλώντας στο ΑΠΕ-ΜΠΕ, η κ. Σαμαρά τονίζει ότι ήταν κάτι αναμενόμενο γιατί όντως υπήρχαν οι υπερβάσεις των ορίων που έχει θέσει η οδηγία 2008/50/ΕΚ για την ποιότητα του ατμοσφαιρικού αέρα για την Ευρώπη. «Παράλληλα, όπως προκύπτει από τα στοιχεία που δίνουν οι σταθμοί μέτρησης που λειτουργούν στην περιοχή της Θεσσαλονίκης υπό την εποπτεία της Περιφέρειας Κεντρικής Μακεδονίας, οι υπερβάσεις συνεχίστηκαν και το 2021 και μάλιστα, στον σταθμό της περιοχής της Αγίας Σοφίας και στο Κορδελιό, ήταν σχεδόν διπλάσιες από τον επιτρεπτό αριθμό», λέει η κ. Σαμαρά. Αναφέρει δε, ενδεικτικά ότι, ενώ είναι επιτρεπτές 35 παραβάσεις ορίων ετησίως, στην Αγ. Σοφίας για το 2021 υπήρξαν 62 υπερβάσεις του ημερήσιου ορίου και 54 στο Κορδελιό, καθιστώντας τις περιοχές αυτές στην κορυφή με τις πιο συχνές και μόνιμες υπερβάσεις των ορίων.

«Γι’ αυτή την καταδίκη υπήρχαν προειδοποιήσεις, για να ληφθούν μέτρα ώστε να μειωθούν οι υψηλές συγκεντρώσεις PM10. Το πανεπιστήμιο μελέτησε για πολλά χρόνια τα αιωρούμενα σωματίδια της Θεσσαλονίκης, τη σύσταση και τις πηγές εκπομπής τους. Η τελευταία ποσοτικοποίηση της συνεισφοράς πηγών αφορά την περίοδο 2011-’12 αλλά επειδή δεν έχουμε πιο πρόσφατη, μπορεί να υπάρχουν αλλαγές στη συνεισφορά των πηγών. Πάντως με τα μέχρι τότε δεδομένα, είχαμε ως σημαντικές πηγές εκπομπών αιωρούμενων σωματιδίων τη σκόνη του δρόμου, η οποία εντείνεται με την κυκλοφορία των οχημάτων, τις εξατμίσεις και την καύση βιομάζας, που φαινόταν ότι έχει σημαντική συνεισφορά και ιδιαίτερα κατά τους χειμερινούς μήνες».

Σύμφωνα πάντως με την κ. Σαμαρά, δεν υπάρχει την τελευταία δεκαετία έρευνα του πανεπιστημίου για τις πηγές των σωματιδίων καθώς αυτές οι έρευνες «είναι χρονοβόρες, χρειάζονται άτομα να ασχοληθούν, δεν είναι κάτι που γίνεται με αυτόματα όργανα, όπως κάνουν οι σταθμοί του Εθνικού δικτύου Παρακολούθησης, απαιτείται συλλογή σωματιδίων και χημικές αναλύσεις στο εργαστήριο».

«Το πανεπιστήμιο δεν κάνει μετρήσεις γιατί δεν είναι μέσα στους φορείς παρακολούθησης της ποιότητας του αέρα. Ο αρμόδιος φορέας είναι το υπουργείο που σε ορισμένες περιοχές έχει αναθέσει αυτή την αρμοδιότητα στις περιφέρειες και στη Θεσσαλονίκη είναι η Περιφέρεια Κεντρικής Μακεδονίας».

Άμεση λήψη μέτρων

Στα μέτρα που προτείνει η καθηγήτρια χημείας του ΑΠΘ για την μείωση των εκπομπών, είναι η ηλεκτροκίνηση που θα μπορούσε να εφαρμοστεί στα οχήματα του δήμου Θεσσαλονίκης και ο περιορισμός καύσης βιομάζας. «Η βιομάζα ευθύνεται για υψηλές εκπομπές σωματιδίων, πολύ υψηλότερες απ’ ό,τι το πετρέλαιο και φυσικά πολύ πιο υψηλές απ’ ό,τι το φυσικό αέριο. Δεν πρέπει να καίγεται βιομάζα σε ένα πυκνοδομημένο περιβάλλον που δεν έχει τη δυνατότητα να αεριστεί και να απομακρύνει τα σωματίδια, αλλά τα τελευταία χρόνια έχουμε διάφορες παλινωδίες όσον αφορά τη χρήση των καυσίμων για οικιακή θέρμανση».

Θέλει χρόνο και τα μέτρα πρέπει να εφαρμοστούν

Όπως εξήγησε η κ. Σαμαρά, κατά κανόνα οι πόλεις στη νότια Ευρώπη έχουν υψηλότερες συγκεντρώσεις απ’ ό,τι στην κεντρική και βόρεια Ευρώπη καθώς υπεισέρχεται ο παράγοντας των μετεωρολογικών συνθηκών που καθορίζουν σε μεγάλο βαθμό, τα επίπεδα των συγκεντρώσεων των σωματιδίων στην ατμόσφαιρα. «Δεν είναι ευνοϊκές οι συνθήκες όταν έχουμε ηλιοφάνεια, άπνοια, θερμοκρασιακή αναστροφή, ενώ πλέον έχουμε και φωτοχημικό σχηματισμό σωματιδίων. Παράλληλα, οι πόλεις που έχουν βροχές, έχουν χαμηλά επίπεδα αιωρούμενων σωματιδίων, γιατί η βροχή απομακρύνει σχεδόν το 80% των αιωρούμενων σωματιδίων από την ατμόσφαιρα. Στη νότια Ευρώπη, οι βροχές είναι πιο αραιές και πολλές περιοχές δέχονται και την επίδραση της μεταφοράς σκόνης από τη Σαχάρα», καταλήγει η κ. Σαμαρά.

Posted on 28/03/2023 in Δελτία Τύπου

Share the Story

Back to Top